KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

Η έκλειψη των διανοούμενων


Πρόσφατα κυκλοφόρησε και στη γλώσσα μας το βιβλίο του Ιταλού ιστορικού Έντσο Τραβέρσο «Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;» (μετάφραση Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου). Ο Enzo Traverso γεννήθηκε στο Γκάβι (Πιεμόντε) το 1957. Σπούδασε ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Γένοβας και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του το 1989 στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, κάτω από την εποπτεία του Michael Lewy. Αφού έζησε και δούλεψε στη Γαλλία για 20 χρόνια, σήμερα είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ της Νέας Υόρκης.  Στη γλώσσα μας κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του «Διά πυρός και σιδήρου» και «Οι ρίζες της ναζιστικής βίας» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2013). Η ακόλουθη συνέντευξη του Εντσο Τραβέρσο δημοσιεύτηκε στον γαλλικό ιστότοπο Mediapart και αναδημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών με την επιμέλεια του Θανάση Γιαλκέτση.
• Ο Σαρτρ έλεγε ότι «ο διανοούμενος είναι κάποιος που φυτρώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν»…

Ζούμε σε ένα πλαίσιο διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ο Σαρτρ είχε επινοήσει τον ορισμό του διανοούμενου. Η έλευση της ψηφιακής τεχνολογίας και το μαζικό Πανεπιστήμιο διεύρυναν τα όρια των διανοητικών κύκλων. Περισσότερα πρόσωπα μπορούν να παρεμβαίνουν ενεργά στις συζητήσεις. Στο βάθος όμως ο ρόλος του διανοούμενου δεν άλλαξε: οφείλει να ελέγχει, δηλαδή να αμφισβητεί την εξουσία, αυτός ο θεμελιώδης ρόλος παραμένει.
• Ο διανοούμενος δεν οφείλει να είναι παραγωγός γνώσης ή κατανόησης;
Βέβαια, αλλά πρέπει να διακρίνουμε τον διανοούμενο από τον άνθρωπο των γραμμάτων. Ο άνθρωπος των γραμμάτων περιορίζεται στο να παράγει γνώσεις, ο διανοούμενος παρεμβαίνει στη ζωή της πολιτείας. Οι γνώσεις για τον κόσμο και την κοινωνία είναι τόσο ειδικευμένες, διαφοροποιημένες, κατακερματισμένες, ώστε σήμερα είναι δύσκολο να υιοθετήσει κανείς μια στάση εγκυκλοπαιδιστή -σαν τον Ντιντερό-, που έγκειται στο να εκφέρει έγκυρη κρίση για τα πάντα. Η προσπάθεια πρέπει να κατατείνει στην κριτική αυτονομία και στην οικουμενική προοπτική, οι οποίες πρέπει να διασωθούν. Για να γίνει διανοούμενος, ο άνθρωπος των γραμμάτων οφείλει να αξιοποιεί τη φήμη που απέκτησε χάρη στις έρευνές του, για να παρεμβαίνει στη δημόσια σφαίρα. Ακολουθώντας την προτροπή του Καντ, οφείλει να ασκεί την κριτική λειτουργία και τη δημόσια χρήση του λόγου.
• Η δημόσια σφαίρα όμως είναι γεμάτη με σφετερισμένες διασημότητες!
Η πολιτιστική βιομηχανία πράγματι δεν παύει να προωθεί στο προσκήνιο ψευτοδιανοούμενους ή υποτιθέμενους ειδικούς. Ο μιντιακός διανοούμενος «κατασκευάζεται» από την πολιτιστική βιομηχανία, η οποία του εξασφαλίζει μια προβολή χάρη στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Ο «ειδικός» είναι ένας πνευματικός άνθρωπος ο οποίος μπαίνει στην υπηρεσία της εξουσίας, απαρνούμενος στις περισσότερες περιπτώσεις την κριτική του αυτονομία. Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δεν αμφισβητούν τις δομές ή τις μορφές της κυριαρχίας. Ολα αυτά εγγράφονται σε ένα πλαίσιο ιδεολογικής και πολιτικής κατάπτωσης: τα κόμματα δεν έχουν πλέον ιδέες για να τις υπερασπίζονται και δεν καλούν τους διανοούμενους για να επεξεργαστούν τα προγράμματά τους (απασχολούν μόνο διαφημιστές για να τους εγγυώνται μιαν εικόνα…). Μερικές φορές αυτές οι δύο μορφές συμπίπτουν: ο «μιντιακός ειδικός» ενσαρκώνει τότε την πλήρη αντίθεση στον κλασικό διανοούμενο.
• Θεμελιώδεις συνδετικοί κρίκοι, όπως τα εργατικά κέντρα ή τα συνδικάτα, έχουν χαθεί…
Οι διανοούμενοι εξασφάλιζαν άλλοτε μια μορφή μετάδοσης της γνώσης, καθώς αποτελούσαν τους φορείς μιας κουλτούρας που την κατείχε μόνο μια ελίτ. Εκπλήρωναν επομένως μια παιδαγωγική αποστολή που περνούσε μέσα από κοινωνικές οργανώσεις, οι οποίες απέβλεπαν μεταξύ άλλων και στο μοίρασμα της γνώσης. Επειτα η κουλτούρα εκδημοκρατίστηκε, ενώ οι διανοούμενοι, στη μεγάλη τους πλειονότητα, έγιναν εργαζόμενοι σαν τους άλλους. Ορισμένοι, για να διατηρούν μια προβολή –ουσιαστικά στα μέσα μαζικής επικοινωνίας–, υιοθετούν μια αλαζονική ελιτίστικη στάση. Αλλοι φορούν το κοστούμι του γνωστού ταραξία των τηλεοπτικών συζητήσεων, αλλά πρόκειται, στις περισσότερες περιπτώσεις, για καταμερισμό ρόλων.
• Στην κλασική εποχή του ο διανοούμενος φαινόταν ικανός να μας επιτρέπει να εξηγούμε και ταυτόχρονα να μετασχηματίζουμε τον κόσμο…
Υπαινίσσεστε την ενδέκατη θέση για τον Φόιερμπαχ, στην οποία ο Μαρξ δήλωνε το 1845 ότι «οι φιλόσοφοι μέχρι τώρα δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να ερμηνεύουν τον κόσμο με διάφορους τρόπους, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι να τον αλλάξουμε». Ο διανοούμενος -χρησιμοποιώ αυτήν την έννοια με αναχρονισμό, επειδή δεν υπήρχε ακόμη εκείνη την εποχή-, μαζί με τους καλλιτέχνες, έδινε μορφή στο συλλογικό φαντασιακό, το οποίο τότε ήταν γεμάτο ουτοπίες. Η σύνδεση ερμηνείας και μετασχηματισμού ήταν αναγκαία γι’ αυτή την προβολή στο μέλλον. Ο διανοούμενος επινοούσε τη διαλεκτική μιας τέτοιας κίνησης. Σήμερα φαίνεται να του έχει δοθεί μια άλλη λειτουργία: αντί να επινοεί το μέλλον, αφοσιώνεται στην εργασία πένθους των κοινωνιών μας. Αναπόφευκτα έχει πληγεί μετωπικά από την ανάδυση της μνήμης -μείζον γνώρισμα της εποχής μας-, η οποία εκθρονίζει την ουτοπία. Στις κατακερματισμένες ή «ρευστές» κοινωνίες μας, όπου οι ζωές έχουν εξατομικευτεί και έχουν γίνει επισφαλείς, εκείνοι που καταγγέλλουν τις καταπιέσεις και την άδικη τάξη του κόσμου δίνουν την εντύπωση φωνής βοώντος εν τη ερήμω. Ο αμφισβητίας διανοούμενος δεν βγήκε σώος και αβλαβής από την ιστορική ήττα των επαναστάσεων του 20ού αιώνα. Η ανυποληψία του σταλινισμού και του μαοϊσμού κλονίζει την εικόνα του στρατευμένου διανοούμενου. Αυτή η αμφισβήτηση της στράτευσης έγινε στη δεκαετία του 1980, σε μιαν εποχή κατά την οποία εμφανίστηκαν –στη Γαλλία και αλλού– οι μιντιακοί ψευτοδιανοούμενοι και οι ειδικοί. Οι εορτασμοί της επετείου των διακοσίων χρόνων της Γαλλικής Επανάστασης, το 1989, που ορισμένοι ξένοι παρατηρητές ορθά θεώρησαν ως πολυτελή κηδεία της, σηματοδοτούν συμβολικά αυτή τη στροφή. Τα κοινωνικά κινήματα είναι ήδη κινήματα χωρίς ηγέτες και χωρίς εμπνευστές, για καλούς λόγους (είναι περισσότερο αυτοδιευθυνόμενα και δημοκρατικά από όσο ήσαν στο παρελθόν) καθώς και για κακούς λόγους (δεν είναι φορείς ενός σχεδίου αλλαγής της κοινωνίας). Και όταν ο φιλόσοφος Σλάβοϊ Ζίζεκ πάει να μιλήσει στην Ελλάδα, μπορεί να γίνεται θερμά δεκτός, αλλά δεν καλύπτει αυτό το κενό. Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική κατάσταση. Ο κόσμος θα επινοήσει αναμφίβολα νέες ουτοπίες και θα χρειαστεί να τις ορίσουμε ή να τους δώσουμε συστηματική μορφή. Τότε θα χρειαστούμε νέους διανοούμενους.
• Νιώθετε νοσταλγία για το παρελθόν ή δεν πρέπει ποτέ να απελπιζόμαστε;
Οι δυο τελευταίοι αιώνες υπήρξαν εποχές που σημαδεύτηκαν από ήττες, πτώσεις, οπισθοδρομήσεις, εξορία, καταπίεση, καταστολή του κριτικού λόγου. Υπήρξαν επίσης δύο αιώνες πάλης, κατακτήσεων και μεγάλων ελπίδων. Ακόμη και στις χειρότερες στιγμές ο ορίζοντας δεν σκοτείνιαζε. Ακόμη και στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, όταν όλα ήταν στο χείλος της αβύσσου, η ελπίδα μπορούσε να λάμπει. Σήμερα, σε μια κατάσταση λιγότερο τραγική, η προσδοκία φαίνεται να έχει εκλείψει: αξίζει τον κόπο να παλέψουμε γι’ αυτήν; Πολλοί είναι εκείνοι που, στην πράξη, έχουν απαντήσει αρνητικά σε αυτό το ερώτημα, ίσως χωρίς καν να το έχουν θέσει συνειδητά. Σε μια τέτοια σύγχυση, σε έναν τέτοιο αποπροσανατολισμό, χρειάζεται να κρατήσουμε ανοιχτή την προοπτική μιας κριτικής σκέψης σε σύνδεση με τα κινήματα που θα αναδυθούν, που θα είναι διαφορετικά αλλά αναπόφευκτα. Δεν πιστεύω στη διάγνωση του Φρανσουά Φιρέ, ο οποίος, στο βιβλίο του «Le passé dune illusion» (1995) έγραφε: «Είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε στον κόσμο στον οποίο ζούμε». Ο ιστορικός Πέρι Αντερσον και μερικοί άλλοι εναντιώθηκαν σε μια τέτοια «συναινετική ηπιότητα», αρνούμενοι το υποτιθέμενο τέλος της Ιστορίας μετά την πτώση του κομμουνισμού, το οποίο αναγόρευε τον καπιταλισμό σε οικουμενική πανάκεια. […]
 Πίνακας : Henry de Groux «Ο Ζολά αντιμέτωπος με τον όχλο» (1898) 



Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Πρόσκληση σε γεύμα με τον Κωστή Παπαγιώργη



Αυτές τις  μέρες που ο καθένας λίγο πολύ βρίσκεται ή θα βρεθεί σε κάποιο γιορτινό τραπέζι, θυμήθηκα μια πολύ παλιά πρόσκληση σε γεύμα με τον Κωστή Παπαγιώργη  από τη στήλη του περιοδικού Έψιλον της Ελευθεροτυπίας,  που επιμελείτο η δημοσιογράφος Σίσσυ Αλωνιστριώτου το μακρινό 1997. Ο Κωστής Παπαγιώργης, πραγματικό ονοματεπώνυμο Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου, ιδιοσυγκρασιακός και σημαντικός, σε μια χώρα που συνήθως μηρυκάζει αλλότρια φληναφήματα, άφησε το μάταιο αυτό κόσμο, όχι πλήρης ημερών, σε ηλικία μόνο 67 ετών,  στην αρχές αυτής της χρονιάς που εκπνέει.  Ίσως ενστικτωδώς γνωρίζοντας πως θα φύγει νωρίς, άρχισε, όταν ξέκοψε οριστικά από το ποτό, να δημοσιεύει με καταιγιστικό ρυθμό τα «βιβλιαράκια» του,τις περισσότερες φορές πολύ πιο σημαντικά από ογκώδεις τόμους ομότεχνών του.   Τιμώντας τη μνήμη του (Νεοχώρι Υπάτης Φθιώτιδας 21 Δεκεμβρίου 1947-Αθήνα 21 Μαρτίου2014)αναδημοσιεύω την  συνέντευξη στο τότε  σπίτι του στο Χαλάνδρι στους δημοσιογράφους Δ. Αναστασόπουλο και Γ. Καρουζάκη.  Η συνέντευξη αυτή είχε αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του  «Αλέξανδρος Αδαμαντίου Εμμανουήλ» για τον Παπαδιαμάντη.

 Πρέπει να σκεφτείς ότι η επανάσταση ξεκίνησε από έξω, από τους Έλληνες του εξωτερικού απ’ τις παραδουνάβιες περιοχές και από έναν αξιωματικό του τσάρου, τον Υψηλάντη. Συνεχίστηκε από τους Έλληνες και τελείωσε από τους ξένους, δηλαδή ήταν μια επανάσταση που κανείς δεν κατάλαβε πώς έγινε.

– Υπήρχε κάποιος πολιτικός λόγος για τον οποίο μια μερίδα Ελλήνων αρνούνταν το ρόλο της επανάστασης;

– Υπήρχε ένας ισχυρότατος λόγος. Ο πατριάρχης ήταν ανώτατος αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και είχε την απόλυτη ευθύνη για το χριστιανικό βιλαέτι που περιελάμβανε Έλληνες, Αρμένηδες, Σέρβους, Βούλγαρους. Από την αρχή, η Ορθοδοξία είχε διεθνικό χαρακτήρα. Κι ακόμα σήμερα, ο πατριάρχης μιλάει για όλους τους ορθοδόξους. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πολιτικό στοιχείο. Το Πατριαρχείο τότε, λίγο πριν από την επανάσταση, έκανε μια σειρά από σχολεία σε όλες τις παραδουνάβιες περιοχές, στην Ιταλία, στην Ιωνία. Περίμενε με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και με την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να ελευθερωθεί όλος ο ελληνισμός, όχι ένα ελλαδικό κομμάτι. Η Γαλλική Επανάσταση μας “έκαψε”, κατά μια άποψη, ή τουλάχιστον μας ελευθέρωσε.

– Ποια είναι η σχέση αυτής της ιστορικής κατάστασης με τη σημερινή πραγματικότητα;

Υπάρχει μια θεωρία του Κιτσίκη που λέει ότι αν Τούρκοι, Σέρβοι, Έλληνες και Σύριοι είχαν κάνει μια ομοσπονδία, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια μεγάλη δύναμη. Επειδή όμως το πήρανε χαμπάρι οι Δυτικοί, ότι μπορεί να συμβεί αυτό, το “πετσοκόψανε”. Πρόκειται περί ενός πολύ σημαντικού ζητήματος που μας απασχολεί ακόμα και σήμερα. Αυτό οραματιζότανε ο Ρήγας. Όταν μιλάει για ελευθερία δεν αναφέρεται μόνο στους Έλληνες. Λέει: Βούλγαροι, Τούρκοι, όλοι. Όλα αυτά καταστραφήκανε με τον Κοραή.

– Τώρα, κατά κάποιον τρόπο, έχει ξαναρχίσει η κουβέντα αυτή...

– Δεν θα σταματήσει ποτέ αυτή η κουβέντα, απλά την πνιγούνε εδώ γιατί δεν μας συμφέρει. Εμείς είμαστε ένα δυτικό τσογλανοκρατίδιο, ενώ η μοίρα μας και η θέση μας ήταν στην Ανατολή.
– Συγγνώμη, αλλά οι απόψεις σας δείχνουν να συμπίπτουν μ’ εκείνες των λεγόμενων νεορθόδοξων;

– Δεν υπάρχουν νεορθόδοξοι. Ο Παπαδιαμάντης είναι ο μόνος ο οποίος δεν είναι νεορθόδοξος, αλλά πιστός στο πνεύμα της Ανατολικής Εκκλησίας. Τα άλλα, περί νεορθόδοξων, είναι δημοσιογραφία. Ξέρεις τι σημαίνει 4ος αιώνας; Ποιοι είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας; Ο Πλωτίνος είναι αρχαίος Έλληνας. Μα ο Μέγας Αθανάσιος, 100 χρόνια μετά, δεν είναι αρχαίος Έλληνας; Αυτά έλεγε ο Παπαδιαμάντης, αλλά τα θάψανε.

– Άρα, η ιστορία πρέπει να αποκατασταθεί...

– Τι να αποκατασταθεί, αποκατεστημένη είναι. Υπάρχουν τα κείμενα. Αφού υπάρχει ο Παπαδιαμάντης, δεν μπορεί να είναι ξεχασμένα. Απλώς, ο Νεοέλληνας, επειδή τον έχουν κάνει ανυποψίαστο, δεν το θυμάται αυτό.

– Ας υποθέσουμε ότι τα μαθαίνει όλα αυτά. Σε τι θα του χρησιμεύσουν τώρα, με τα προβλήματα που υπάρχουν;

Όταν δεν ξέρεις το παρελθόν, δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται. Ακόμα, ο Πάγκαλος μια μέρα, επειδή προσέχω τι λέει, μίλησε για ενδιάμεση περιοχή, ενώ η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί αυτό είναι το πρόβλημα στο βάθος, το οποίο δεν δέχεται καμία Ευρωπαϊκή Κοινότητα να το θέσει, ούτε μπορεί να τεθεί πια. Το πρόβλημα υπάρχει ως πνευματικό ζήτημα, δεν έχει πολιτική  χρησιμότητα. Αλλά, αν τα σκεφτείς όλα αυτά, θα ανακαλύψεις μια βιβλιοθήκη από δω μέχρι το Χαλάνδρι, την οποία δεν την κοιτάει ποτέ κανείς – τους Πατέρες της Εκκλησίας, για παράδειγμα. Είναι ελληνικά όλα αυτά.

– Μπορείτε να αναφέρετε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα σε σχέση με τη σύγχρονη πραγματικότητα;

– Προχθές, άκουγα κάποιον που μιλούσε για τους Ολυμπιακούς αγώνες και αναφερόταν σ’ ένα λαό ο οποίος έχει βγάλει τον Περικλή, τον Πλάτωνα, τον Όμηρο, το Μιλτιάδη. Μετά απ’ αυτούς ανέφερε το Σολωμό. Σκέφτεσαι: απ’ τον Μέγα Αλέξανδρο, 3ο αιώνα π.Χ., ίοαμε τον 18ο αιώνα, δεν υπήρξε τίποτα ανάμεσα; Αυτή είναι η θεωρία του Κοραή, η θεωρία του νεοελληνικού κρατιδίου. Μετά τους αρχαίους, γίνεται ένα πήδημα και φτάνουμε εδώ. Το ενδιάμεσο διάστημα είναι ντροπή και σκοτάδι, πρέπει να εξαλειφθεί.
– Ο Καστοριάδης, αν θυμάστε, έλεγε ότι το Βυζάντιο είναι Μεσαίωνας...

– Ο Καστοριάδης, επειδή ακριβώς δεν είναι Έλληνας, δεν δέχεται τίποτε απ’ όλα αυτά. Εδώ μιλάμε για μας που ζούμε σε αυτή τη χώρα και που μιλάμε ελληνικά. Ο Καστοριάδης γράφει γαλλικά, μιλάει γαλλικά και ζει ως Γάλλος. Αυτή ήταν η θεωρία του Νίτσε, ο οποίος ήταν καθηγητής στη Γερμανία. Εδώ, εμείς, χθες βγάλαμε τη φουστανέλα. Πότε φόρεσαν ευρωπαϊκά ρούχα οι Έλληνες; Χθεσινά είναι αυτά τα πράγματα, ούτε δυο αιώνες πριν.

– Η Δύση, δηλαδή, μόνο μας έβλαψε; Δεν περνάμε κι εντελώς άσχημα.

Το νεοελληνικό κρατίδιο στήθηκε με βάση ξένα λεφτά. Οι Ευρωπαίοι μάς πήραν στα σοβαρά όταν πήραμε το πρώτο δάνειο από την Αγγλία. Από τότε άρχισε το Σίτυ να λέει: Μήπως εκεί μπορούμε να κάνουμε καλές επενδύσεις; Μήπως μπορεί να στηθεί μια τράπεζα; Έχουμε μια ιστορία 15 αιώνων ντροπής. Οφείλεις να την ξέρεις. Όπως είναι και το θέμα της ελληνικής ταυτότητας. Τι είναι όλοι αυτοί έξω; Αρχαίοι Έλληνες; Αν δεν ξέρεις τους αρχαίους Έλληνες, αν δεν σε ενδιαφέρει η θρησκεία και το γλωσσικό ζήτημα, πρέπει να αναρωτηθείς: πώς εσύ μιλάς ελληνικά; Δεν μπορεί να σου κάνανε μια ένεση! Αν αρνείσαι να το ξέρεις, σημαίνει ότι φοβάσαι. Να μάθεις γιατί μιλάς ελληνικά σήμερα.

– Πώς φτάσαμε στο γλωσσικό ζήτημα;

– Το γλωσσικό ζήτημα, όπως τέθηκε, ήρθε από τη Γαλλία. Το γλωσσικό ζήτημα το είχε λύσει η Εκκλησία, αυτό υποστηρίζει ο Παπαδιαμάντης. Αν δεις τα συναξάρια, τον τρόπο που είναι γραμμένα, θα ανακαλύψεις μια γλώσσα κατανοητή – είναι κράμα βέβαια, αλλά την καταλαβαίνεις κι εσύ, και η γιαγιά σου ακόμα. Αυτή τη γλώσσα την “πνίξανε”, φέρανε από την Γαλλία αρχές και είπανε: να η λαϊκή γλώσσα. Αυτό λέει ο Παπαδιαμάντης: εμείς είμαστε εδώ οι συνεχιστές, κι έρχεται ένας από το Παρίσι και μας διδάσκει πώς να μιλάμε.

– Λέτε σε κάποιο σημείο ότι ο Παπαδιαμάντης δεν μπορεί να μεταφραστεί...

– Αν μεταφραστεί, τελείωσε. Όλο το κόλπο είναι ότι η γλώσσα του μιλάει από λυρικά, πλατωνικά μέχρι... Είναι ένα φοβερό κράμα· άμα λείψει, για παράδειγμα, η λέξη εαρισμός αντί για έρωτα, που είναι ομηρικό, τελείωσε, δεν υπάρχει. Δεν μπορεί να γίνει μετάφραση τέτοιας γλώσσας.

– Όμως ο κόσμος του, η θρησκεία, οι δεισιδαιμονίες, η ζωή σ’ ένα ψαροχώρι, τι μπορεί να μας προσφέρει;

– Αν διαβάσεις τον Όμηρο βλέπεις ότι μιλάει για το Δωδεκάθεο και τις ανθρωποθυσίες. Τα πιστεύεις όλα αυτά; Ο Ντοστογιέφσκυ γράφει για παρανοϊκούς δολοφόνους, ένας σκοτώνει μια γριά... θέλει κανείς από σας να σκοτώσει καμιά γριά; Στη Ρωσία του έλεγαν: εσύ μας έχεις βγάλει όλους τρελούς. Δεν βοηθάει ποτέ και σε τίποτα η λογοτεχνία. Αν φτάσει να χρησιμεύσει σε κάτι, γίνεται σοσιαλιστικός ρεαλισμός. Όταν θα διαβάσεις τον Παπαδιαμάντη, κανονικά όμως, θα σου γίνουνε τα μάτια... τόσα. Μιλάει για γριές, θα μου πεις. Ε, και; Όλη η λογοτεχνία μιλάει για γριές.

– Γιατί γράψατε αυτό το βιβλίο;

– Μιλάμε δυο ώρες και έχει ενδιαφέρον. Για ποιον να μιλήσεις; Ο Σολωμός είναι ξένος, Ιταλός, ο Καβάφης προέρχεται από την περιφέρεια, είναι ξένος ουσιαστικά, όπως είναι ξένος και ο Ψυχάρης που έφερε τη γλώσσα. Ο Ροΐδης είναι Γάλλος, μπορεί να γράφει σ’ αυτή τη γλώσσα και να σατιρίζει την ελληνική πραγματικότητα αλλά το όλο πνεύμα τού έργου του είναι γαλλικό. Ο Παπαδιαμάντης σού λέει για τη γριά. Αυτό είσαι εσύ, ο ντόπιος. Άλλο θέμα αν σου αρέσει.

– Ωραία όλα αυτά για τον κυρ-Αλέξανδρο. Ποια είναι, όμως, η εικόνα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας;

– Αυτή η στροφή στη ζωή της πόλης, που διαβάζουμε, είναι μίμηση που προέρχεται από την αμερικανική λογοτεχνία. Μόνο που ο Αμερικανός είναι κυρίαρχος του κόσμου, επομένως η καθημερινή του ζωή έχει μια μυθολογία. Η δυστυχία του Αμερικανού στη Νέα Υόρκη αποτελεί παγκόσμιο μύθο, ενώ η δυστυχία του Έλληνα στο Λιόπεσι τι να μας πει;.
.


Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

Stay Tuned



1. A Certain Kind
2. Save Yourself
3. Priscilla
4. Lullabye Letter
5. Hope For Happiness

 Robert Wyatt-Mike Ratledge-Kevin Ayers Ce Soir On Danse TV France 1968



1. Facelift
2. Robert Wyatt Vocal Improv: 19:17
3. Esther's Nose Job: 22:18
4. Eamonn Andrews / Backwards: 33:16
5. Out-Bloody-Rageous: 47:00



A1 Sea Song 00:00
A2 A Last Straw 06:31
A3 Little Red Riding Hood Hit the Road 12:17
B1 Alifib 19:56
B2 Alifie 26:51
B3 Little Red Robin Hood Hit the Road 33:23

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...