KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

Τα φάρμακα και τα φαρμάκια




Τώρα που όλοι μας ξυπνήσαμε ένα πρωί από τον γλυκό μας ύπνο και θυμηθήκαμε -με τη βοήθεια του αγαπημένου μας «αδιάφθορου» FBI- ότι η κακιά Novartis δωροδοκούσε συστηματικά Ελληνες πολιτικούς και γιατρούς για να υπερ-κοστολογούν και να συνταγογραφούν μαζικά τα δικά της φάρμακα, καλό είναι να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι συγκεκριμένες αντιδεοντολογικές και εν τέλει βαθιά αντικοινωνικές πρακτικές αποτελούν εδώ και δεκαετίες αποδεδειγμένα κοινό τόπο παγκοσμίως και για τις άλλες μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά και των ΗΠΑ.
Συνολικά θα λέγαμε ότι ο εξόφθαλμα διαπλεκόμενος τρόπος λειτουργίας της παγκόσμιας βιομηχανίας του φαρμάκου, ενός «χρυσωρυχείου χωρίς σύνορα» με εκατοντάδες δισεκατομμύρια ετήσιο τζίρο ετησίως, αποτελεί ταυτόχρονα και μια τρανή απόδειξη για την πλήρη υποταγή των εννοιών της επιστημονικής προόδου και της υγείας ως πρώτιστου δημόσιου αγαθού στα ιδιωτικά συμφέροντα των καπιταλιστών μετόχων των λεγόμενων «Big Pharma».
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από την ίδια την Αμερική, που τόσο κόπτεται υποτίθεται για τις «κακές πρακτικές» και τη διαπλοκή των «φαρμακάδων», και ας δούμε τις εξελίξεις στο χειρότερο ιατρικό έγκλημα της εποχής μας –την 100% κατασκευασμένη και ανθρωπογενή επιδημία με τη συστηματική συνταγογράφηση οπιούχων παυσίπονων σε εκατομμύρια «νόμιμους ναρκομανείς» Αμερικανούς πολίτες, φυσικά με την πλήρη συνεργασία και κάλυψη κυβερνήσεων και γιατρών.
Μόνο το 2016, για να έχουμε μια κλίμακα αναφοράς, καταγράφηκαν στις ΗΠΑ περισσότεροι από 63.600 θάνατοι από υπερβολική δόση οπιούχων, εκ των οποίων δεκάδες χιλιάδες αποδίδονται σε συνταγογραφημένα, νόμιμα παραγόμενα φάρμακα σαν το Vicodin και το Oxycontin.
Η επιδημία αυτή αποτελεί σύμφωνα με τους ειδικούς τον βασικό παράγοντα για την υποχώρηση του προσδόκιμου ζωής στις ΗΠΑ επί τρία συναπτά χρόνια.
Και αυτή τη φορά οι περισσότεροι νεκροί δεν είναι περιθωριοποιημένοι μαύροι ή λατίνοι κάτοικοι των γκέτο, όπως συνέβαινε πριν από δύο-τρεις δεκαετίες με την επιδημία του κρακ ή στη δεκαετία του ‘70 με την ηρωίνη από το «Χρυσό Τρίγωνο», αλλά λευκοί μεσήλικες «νοικοκυραίοι», με δουλειές και παιδιά, αλλά και πολλά επώνυμα «σελέμπριτι» που πιάστηκαν στα δίχτυα της νόμιμης πρέζας με ιατρική συνταγή και το πληρώνουν με τη ζωή τους.
Τα παυσίπονα αυτά, κυρίως συνθετικά παράγωγα του οπίου, συνταγογραφούνται υποτίθεται από τους γιατρούς για τον χρόνιο πόνο ή για προβλήματα στον ύπνο.
Οπως όμως συμβαίνει και με την κανονική «παραμύθα», οι χρήστες εθίζονται σε αυτά και με τον καιρό αποκτούν ανοχή, οπότε χρειάζονται όλο και μεγαλύτερες δόσεις για να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Ο,τι πρέπει δηλαδή για να πλουτίζει το κύκλωμα –ως ότου βέβαια μια τυχαία υπερδοσολογία επιφέρει τον θάνατο... Ετσι ακόμη και επαρχιακές περιοχές των ΗΠΑ που δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με τα ναρκωτικά, όπως η Δυτική Βιρτζίνια και το Κεντάκι, άρχισαν ξαφνικά να μαζεύουν πτώματα από τους δρόμους –εξ ου και το Vicodin απέκτησε το παρατσούκλι «mountain heroin», βουνίσια ηρωίνη.
Πριν από λίγες μέρες λοιπόν, κι ενώ εδώ μετράγαμε μίζες και βαλίτσες, ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Μπιλ ΝτιΜπλάζιο, κατέθεσε αγωγή κατά οχτώ από τις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες παραγωγής και διανομής οπιούχων φαρμάκων, ζητώντας αποζημίωση 500 εκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου -όπως είπε- να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον μεγαλύτερο serial killer που κυκλοφορεί στους δρόμους του Μεγάλου Μήλου, τα συνταγογραφούμενα οπιούχα.
Σύμφωνα με τον ΝτιΜπλάζιο, μόνο το 2016 πέθαναν από ...νόμιμη υπερβολική δόση περισσότεροι από 1.100 Νεοϋορκέζοι, δηλαδή περισσότεροι από τα θύματα δολοφονιών και αυτοκινητικών δυστυχημάτων μαζί!
Στην αγωγή αναφέρεται συγκεκριμένα ότι οι κατηγορούμενες εταιρείες, γίγαντες όπως οι Allergan, Endo, Johnson & Johnson, Purdue Pharma και Teva Pharmaceutical, εξαπατούσαν συστηματικά επί δύο δεκαετίες τους καταναλωτές (με τη βοήθεια των επίορκων γιατρών και των προθύμων ΜΜΕ) πείθοντάς τους ότι τα οπιούχα φάρμακα ήταν ασφαλή και δεν προκαλούσαν εξάρτηση, μετατρέποντας έτσι εκατομμύρια «νορμάλ» ανθρώπους σε δίποδα ζόμπι και βγάζοντας βέβαια στην πορεία δισεκατομμύρια δολάρια από αυτό το... αθώο «λαθάκι».
Η αγωγή αυτή έρχεται να προστεθεί σαν «κερασάκι» σε ένα βουνό από τουλάχιστον 180 ακόμη μαζικές αγωγές (class actions) από δέκα πολιτειακές κυβερνήσεις και δεκάδες δήμους και ομάδες πληγέντων πολιτών, περιλαμβανομένων και αρκετών ινδιάνικων φυλών όπως οι Σιου και οι Τσερόκι, κατά των ως άνω «νόμιμων πρεζέμπορων», από τους οποίους ζητούν συνολικές αποζημιώσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων για την οργανωμένη καταστροφή που προκάλεσαν στις κοινότητές τους.
Παράλληλα τα τελευταία χρόνια έγιναν σταδιακά γνωστά και τα... δωράκια με τα οποία οι φαρμακευτικοί κολοσσοί «έδεναν» τους γιατρούς, όπως τα πληρωμένα ταξίδια σε «συνέδρια» στα θέρετρα της Φλώριδας, της Αριζόνα και της Καλιφόρνιας, κομπλέ με υπηρεσίες όπως προπληρωμενο τζόγο και ιερόδουλες.
Μεταξύ 1996 και 2001 μόνο η Purdue (που παράγει το Oxycontin, το συνθετικό «ξαδελφάκι» της μορφίνης) οργάνωσε περισσότερα από 40 παναμερικανικά «συμπόσια διαχείρισης του πόνου», πληρώνοντας τα έξοδα... παράστασης σε δεκάδες χιλιάδες Αμερικανούς γιατρούς, νοσηλευτές και φαρμακοποιούς και διανέμοντάς τους κουπόνια που επέτρεπαν στους ασθενείς να δοκιμάσουν δωρεάν επί 30 ημέρες αυτά τα άκρως εθιστικά χάπια!
Αποτέλεσμα; Το 2002 οι συνταγές που εκδόθηκαν μόνο για το OxyContin στις ΗΠΑ αυξήθηκαν δέκα φορές (!) σε σχέση με το 1996, από 670.000 ετησίως σε περισσότερες από έξι εκατομμύρια.
Το 2007 η εταιρεία καταδικάστηκε σε πρόστιμο ύψους 600 εκατομμυρίων δολαρίων για παραπλάνηση του κοινού, αλλά στο μεταξύ είχε κερδίσει δεκάδες δισεκατομμύρια...
Πόσοι φαρμακοβιομήχανοι, αξιωματούχοι, μεγαλογιατροί, δημοσιογράφοι πήγαν φυλακή; Κανένας. Τι έκανε το FBI για όλα αυτά; Ο,τι και με τα όπλα –τουμπεκί ψιλοκομμένα.
Και βέβαια το πρόβλημα κάθε άλλο παρά αντιμετωπίστηκε, αφού σήμερα -παρά τις αποκαλύψεις, τις μηνύσεις και τον σταδιακό περιορισμό των συνταγογραφήσεων λόγω της κατακραυγής- στην Αμερική πεθαίνουν κάπου εκατό άνθρωποι την ημέρα από υπερβολική δόση οπιούχων!
Οσοι δεν διαθέτουν πια εύκολη πρόσβαση σε συνταγογραφούμενα ναρκωτικά, στρέφονται στην ηρωίνη, που ρέει άφθονη από το... απελευθερωμένο Αφγανιστάν (όπου παρεμπιπτόντως σημειώθηκε νέο ρεκόρ σοδειάς οπίου το 2017) ή στο συνθετικό οπιούχο φεντανίλ, που παρασκευάζουν μαζικά τα μεξικανικά ναρκω-καρτέλ.
Οσο για τον Τραμπ, παρά τις κατά καιρούς «κορόνες» που εκστομίζει, παραμένει πιστός στις παρωχημένες ριγκανικές αστυνομικές λογικές των φυλακίσεων και του «Απλά Πείτε Οχι» στα ναρκωτικά, κατηγορώντας για την κρίση τα... πελατάκια που εξαρτήθηκαν από τα επικίνδυνα χάπια και όχι τους γιατρούς και τα ΜΜΕ που τους έπεισαν πως αυτά είναι ασφαλή.
Και φυσικά τονίζει με κάθε ευκαιρία ότι πρέπει να χτιστεί τείχος για να σταματήσει η ροή των ναρκωτικών από το Μεξικό, αλλά καταπίνει τη γλώσσα του για τις φαρμακευτικές εταιρείες που παράγουν τα οπιοειδή μέσα στις ΗΠΑ και προωθεί συστηματικά σε θέσεις-κλειδιά γνωστούς λομπίστες των Big Pharma...

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Μια συγκλονιστική μαρτυρία στη σκιά της Novartis



Αρχές Ιανουαρίου 2017. Ξυπνάω μια μέρα και παρατηρώ ότι δεν βλέπω καλά. Ο κόσμος έχει καμπύλες. Λέω στους φίλους μου δεν βλέπω, σκεφτόμαστε όλοι ότι ιδέα μου θα είναι.
Την επόμενη μέρα το ίδιο. «Ιδέα σου θα είναι», μου λένε. Εγώ όμως δεν βλέπω. Κλείνω ραντεβού σε μια οφθαλμίατρο. Με κοιτάει από δω, με κοιτάει από κει. Μου λέει πρέπει να περιμένουμε μια βδομάδα να δούμε πιο καθαρά τι έχεις. Φαίνεται ωχροπάθεια.
Μια βδομάδα μετά η οφθαλμίατρος μου λέει μάλλον κάναμε λάθος και μάλλον δεν έπρεπε να περιμένουμε τόσο. Μάλλον έχεις κάτι άλλο και μάλλον πρέπει να κάνεις ένεση.
Πολλά τα μάλλον και την επόμενη μέρα πηγαίνω σε δημόσιο νοσοκομείο στην Αθήνα, σε αυτό, μου λένε, έχει την καλύτερη οφθαλμολογική κλινική. Σκέφτομαι, εκεί θα είμαι σε καλά χέρια. Πηγαίνω στα επείγοντα. Ξανά τα ίδια.
Ο οφθαλμίατρος με κοιτάει από δω, με κοιτάει από κει. Μου λέει «δεν έχεις ωχροπάθεια και γι’ αυτό που έχεις δεν πρέπει να αφήνεις τον χρόνο να περνάει, όσο καθυστερείς τόσο δυσκολότερο είναι να ανακάμψει η όρασή σου».
Ρωτάω αγχωμένα «τι έχω;». Δεν απαντάει. Δεν μου εξηγεί. Θα μπορούσα κάπου εδώ να αναλύσω την εξουσία του γιατρού που ξέρει και του ασθενή που δεν ξέρει και δεν έχει δικαίωμα να μάθει, αλλά θα χρειαστεί να ξαναγραφτεί βιβλίο αφορισμών του Νίτσε.
Ψελλίζει σε έναν άλλο γιατρό δίπλα του, εκφύλιση ωχράς κηλίδας. Μιλάνε σαν να έχω κάτι σοβαρό, κάτι που δεν είναι συχνό.
Παίρνω μια βαθιά αναπνοή και ξαναρωτάω με ψυχραιμία και τρόμο μαζί «μπορείτε να μου πείτε τι έχω;».
«Η γιατρός που πήγατε έκανε λάθος. Εχετε εκφύλιση ωχράς κηλίδας. Θέλω να παρακολουθήσω από κοντά το περιστατικό σας. Πρέπει να κλείσετε στο νοσοκομείο ραντεβού για φλουροαγγειογραφία, να τους πείτε ότι είναι επείγον κι όταν έρθετε για το ραντεβού να ζητήσετε να με καλέσουν».
Τρομοκρατούμαι και ξαναρωτάω: «Τι είναι αυτό που έχω; Θα γιατρευτεί;». «Αν κάνετε γρήγορα τη θεραπεία, θα επανέλθει η όραση. Οσο καθυστερείτε όμως, χάνεται πολύτιμος χρόνος».
Βγαίνω σοκαρισμένη από το γραφείο του. Γκουγκλάρω τι είναι αυτό που έχω, ο γιατρός δεν μου εξήγησε (sic). Διαβάζω ότι η εκφύλιση ωχράς κηλίδας είναι μια πάθηση που συμβαίνει συνήθως στους ηλικιωμένους, ενώ στους νέους όταν εμφανιστεί είναι άγνωστα τα αίτια. Συμβαίνει όμως σε όσους έχουν υψηλή μυωπία και άγχος.
Παίρνω τηλέφωνο να κλείσω ραντεβού για φλουροαγγειογραφία και μου λέει επόμενο ραντεβού είναι τον Αύγουστο. «Μα είναι επείγον», τονίζω. «Τότε σε 10 μέρες», μου απαντάει, «δεν υπάρχει νωρίτερα ραντεβού».
Ξαναλέω «είναι επείγον», έχοντας στο μυαλό μου ότι το επείγον σημαίνει σήμερα, αν όχι αύριο. Σας είπα σε 10 μέρες, δεν υπάρχει νωρίτερα.
Στο μυαλό μου υπάρχει μόνιμα η σκέψη ότι όσο καθυστερώ τόσο δυσκολότερα θα επανέλθει η όρασή μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Οι καμπύλες που έβλεπα, έχουν γίνει πια σαν γκρι κύκλος στη μέση του οπτικού πεδίου. Γύρω γύρω βλέπω, στη μέση όχι. Από το δεξί μάτι όμως σίγουρα δεν μπορώ να διαβάσω ή να διακρίνω πρόσωπα. Βλέπω απλά γενικά το πού βρίσκομαι.
Περνάνε οι μέρες και φτάνω στο νοσοκομείο. Η γιατρός που μου κάνει τη φλουροαγγειογραφία με «μαλώνει» επειδή άργησα να πάω, παρ’ όλο που της εξήγησα ότι δεν είναι δικό μου το φταίξιμο.
Εξηγεί σε έναν άλλο γιατρό τι έχω και τους ακούω ξανά να συζητάνε μεταξύ τους ότι δεν τους έχει ξανατύχει τέτοιο περιστατικό. Ο γιατρός με χτυπάει στην πλάτη και μου λέει κουράγιο.
Τώρα πρέπει να περιμένω κάποιες ώρες μέχρι να με δει και άλλος γιατρός της κλινικής, που θα ελέγξει και τα αποτελέσματα των προηγούμενων εξετάσεων. Με εξετάζει ξανά, μου επισημαίνει κι εκείνος ότι έχει περάσει πολύτιμος χρόνος και πρέπει να βιαστώ.
Η όρασή μου έχει πέσει κάτω από το 1/10, αλλά θα γράψουμε στην αίτηση για το φάρμακο ότι έχω 1/10, αλλιώς δεν θα μου το συνταγογραφήσουν.
Μάλλον, υποθέτω, όταν πέφτει η όραση κάτω από το 1, θεωρείται τελειωμένη υπόθεση, δεν θα ξαναδείς, δεν θα σπαταλήσουμε λεφτά για μια δυνητική ίαση.
Η γνωμάτευση γράφει φάρμακο lucentis της Νovartis, λιανική τιμή φθηνότερου φαρμάκου 760,55 ευρώ.
Την επόμενη μέρα, 10 Φεβρουαρίου πια, πηγαίνω στον EOΠΥΥ, στη γραμματεία επιτροπής ακριβών φαρμάκων να καταθέσω την αίτηση για το φάρμακο. Η επιτροπή θα εγκρίνει αν θα πάρω το ενέσιμο φάρμακο ή όχι, η γνωμάτευση του γιατρού από το γενικό νοσοκομείο δεν αρκεί για να δοθεί απευθείας το φάρμακο.
Η γραμματέας που κάνω την αίτηση, ξεκινάει κι εκείνη τα «δεν το πιστεύω, πώς το έπαθες, ο πατέρας μου έχει χάσει την όρασή του από αυτό, δεν θα επανέλθει και η δική σου και δεν νομίζω ότι θα σ’ το συνταγογραφήσουν γιατί είσαι μικρή».
«Μα αφού γράφει το χαρτί ότι δεν βλέπω, πώς γίνεται να μη μου το δώσουν;», ρωτάω – αφελώς.
«Είναι ακριβό το φάρμακο, δεν το δίνουν τόσο εύκολα, μόνο οι μεγάλοι άνθρωποι παίρνουν κατευθείαν την έγκριση».
Σκέφτομαι –πάλι αφελώς– ότι αποκλείεται να συμβεί αυτό, την αγνοώ, κάνω την αίτηση και φεύγω. Περιμένω κάποιες μέρες να βγει η απόφαση.
«Είδες;», μου λέει η γραμματέας. «Σ’ το είπα ότι δεν θα σ’ το γράψουν. Πρέπει σε μια βδομάδα να δεις τον γιατρό του ΕΟΠΥΥ, να σε εξετάσει αυτός και να δώσει την έγκριση».
Αλλη μια βδομάδα που δεν θα βλέπω. Αλλη μια βδομάδα που θα περιμένω να δω αν τελικά θα δω ξανά ή όχι από το δεξί μου μάτι.
Σε μια βδομάδα φτάνω στον γιατρό του ΕΟΠΥΥ, στις 9 το πρωί. Στην πόρτα του δεν έγραφε οφθαλμίατρος ή ελεγκτής ή κάτι. Ενας γιατρός έβγαινε και φώναζε κάτι ονόματα, όχι το δικό μου. Επειτα από μισή ώρα φεύγει.
Μαθαίνω ότι αυτός ήταν ο γιατρός που έπρεπε να με δει, ότι φιλοξενείται σε αυτό το γραφείο μία ώρα κάθε Τετάρτη πρωί, κι αν δεν έχει δουλειά φεύγει. Συνεπώς χάνεται το ραντεβού και δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να πάω την επόμενη Τετάρτη.
Ξαναπάω. Ο γιατρός λείπει, μαθαίνω ότι πήρε άδεια. «Συγγνώμη, εφόσον πήρε άδεια και εξετάζει επείγοντα περιστατικά, δεν θα αντικατασταθεί όσο λείπει;». Συνεχίζω εγώ ακάθεκτη τις αφελείς ερωτήσεις.
«Οχι», μου λέει η γραμματέας εκεί. «Πρέπει να περιμένεις να επιστρέψει». Ωραία, σκέφτομαι, δεν πάει άλλο και δεν υπάρχει άλλη ψυχραιμία.
Πηγαίνω στα κεντρικά του ΕΟΠΥΥ στο Μαρούσι. Ανεβαίνω στο γραφείο της επιτροπής ακριβών φαρμάκων. Ηταν 3 εργαζόμενες, σαστίζουν που με βλέπουν εκεί.
Κλαίγοντας τους εξηγώ ότι ο γιατρός λείπει, ότι είμαι 24 χρόνων και δεν βλέπω και ότι δεν μπορώ να περιμένω άλλο, πρέπει να πάρω το φάρμακο.
Με συμπονούν ή με λυπούνται; Δεν ξέρω. «Ελα», μου λένε, «την επόμενη μέρα το πρωί να πάρεις την έγκριση». Και αυτό ήταν.
Την επόμενη μέρα πήρα ένα χαρτί με συνταγογραφημένες 3 δόσεις lucentis. Και είμαι σίγουρη ότι η τακτική αυτή δεν λειτουργεί για όλους, και δεν θα έπρεπε να λειτουργεί ούτε για μένα, δεν θα έπρεπε καν να έχω φτάσει εκεί για να μου δοθεί αυτό που δικαιούμαι.
Εκανα τη θεραπεία στο μάτι και η όρασή μου έφτασε στα 8/10. Ο γιατρός ήταν χαρούμενος, «ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει, δεδομένης της κατάστασής σου», μου είπε.
Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν με εξέταζε τελικά ο γιατρός μετά την άδειά του. Θέλω αφελώς να πιστεύω ότι θα μου έγραφε το φάρμακο.
Δεν ξέρω επίσης τι θα γινόταν αν δεν είχα ένσημα, καθώς τα 800 ευρώ για το lucentis είναι ένας μισθός που ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχω πάρει σε καμία από τις εξαντλητικές δουλειές της σερβιτόρας, της λαντζιέρισσας και της καμαριέρας που έχω κάνει.
Ακόμα δεν ξέρω τι κάνουν οι υπόλοιποι κάτω της ηλικίας των 67 χρόνων, που δεν τους δίνεται το φάρμακο.
Δεν ξέρω αν η τακτική κλάμα στα κεντρικά είναι τακτική για όλους.
Δεν ξέρω πόσα νεφρά πρέπει να πουλήσουν, όσοι έχουν σοβαρότερο πρόβλημα και δεν έχουν ένσημα και πρέπει να κάνουν συχνή θεραπεία.
Δεν ξέρω καν πώς, αυτές τις μέρες που κυριαρχεί το σκάνδαλο, ξυπνάνε το πρωί και συνεχίζουν τη μέρα τους, σκεπτόμενοι ότι έχουν χάσει ένα μέρος της όρασής τους για να πλουτίσουν κάποιοι.
Το σκάνδαλο Novartis δεν έχει να κάνει με κάποια γενετική προδιάθεση των ανθρώπων που εμπλέκονται στο κέρδος. Δεν υπάρχει η δαρβινική εξήγηση για τον άνθρωπο που κυνηγάει συνέχεια το όφελος και είναι εκ φύσεως εγωιστής. Δεν είναι καν ότι η Ελλάδα είναι έτσι και το ελληνικό Δημόσιο αργεί ή οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν δουλεύουν.
Δεν είναι ότι οι Ελληνες πολιτικοί τα τρώνε ούτε ότι δεν είμαστε Ευρώπη. Είναι ο τρόπος που ιστορικά έχουν καθιερωθεί να λειτουργούν τα πράγματα.
Είναι ο καπιταλισμός και είναι ότι οι εργάτες είμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Και δεν υπάρχει καμία αφέλεια σε αυτό.
*Η επιστολή δημοσιεύτηκε στη στήλη «Ελεύθερη Εκφραση» (23/2/2018)

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018

«Το τραμ με το όνομα Πόθος»; Σοβαρά;


Στον απόηχο καταθλιπτικών συλλαλητηρίων για την ξακουστή «μας» Μακεδονία θέλω να εστιάσω σε κάτι μικρό, φαινομενικά ασήμαντο: Η καθιερωμένη μετάφραση του τίτλου μιας παράστασης πασίγνωστου θεατρικού έργου «πειράζεται» κατά λέξη για να προωθηθεί η μοντερνιτέ αυταράσκεια γνωστού «πρωτοποριακού» σκηνοθέτη. Ο αρθογράφος με ακρίβεια βάζει τα πράγματα στη θέση τους και δεν τρώει μασημένα παξιμάδια.  
Συντάκτης: 
Good morning, γνωστό τοις πάσι, ίσον καλημέρα· αυτή είναι η ακριβής μετάφραση, η σωστή μετάφραση, και όχι «καλό πρωί», που είναι η κατά λέξη μετάφραση, άρα η μη ακριβής –η απλώς ξενική. Αλφα βήτα της μετάφρασης, και παραταύτα χρειάζεται να τα ξαναματαλέει κανείς, και όσο πιο μασημένα γίνεται εντέλει.
Παρακολουθώ κατάπληκτος τελευταία την προβολή μιας θεατρικής παράστασης να εστιάζεται κυρίως στην αλλαγή του τίτλου: όχι «Λεωφορείον Ο Πόθος» αλλά «Το τραμ με το όνομα Πόθος» θα λέγεται η παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού, που ιδίως για την Μπλανς της Μαρίας Ναυπλιώτου δικαιούται τον χαρακτηρισμό πολυαναμενόμενη.
ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ «σημειώνεται […] ότι αυτή είναι η ορθή μετάφραση του τίτλου και όχι η κλασική που έχουμε γνωρίσει μέσα από δεκάδες ανεβάσματα στο ελληνικό θέατρο» διάβασα στη LifO (4.1.18).
«Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός εισχωρεί για πρώτη φορά στον σκηνικό κόσμο του Τενεσί Ουίλιαμς διατηρώντας την εσωτερική θερμοκρασία της προσωπικής ανάγνωσης. Εξού και η “επιστροφή” στον πρωτότυπο τίτλο του έργου: Το τραμ με το όνομα Πόθος», γράφει ο Δ. Δουλγερίδης στα Νέα (19.1.18), και ρωτάει τον σκηνοθέτη: «Κρύβει κάποιο μήνυμα αυτή η μικρή “διόρθωση”;» Η απάντηση:
«Είχα την ανάγκη να διαφοροποιηθώ από τον τίτλο του “Λεωφορείου”, που θεωρώ ότι έχει κάνει τον κύκλο του και τα έχει πάρει όλα σβάρνα! [...] Διατηρήσαμε τον πραγματικό τίτλο, επειδή υπάρχει και σαν εικόνα μέσα στο έργο. Ετσι φτάνει η Μπλανς στη συνοικία».
Τέλος, σε συνέντευξη του σκηνοθέτη στη Γιώτα Συκκά (Καθημερινή 28.1.18) διαβάζουμε: «Μια παρεξήγηση είναι ο τίτλος, που βασίζεται στη μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη». «Το τραμ με το όνομα Πόθος» «είναι η ακριβής μετάφραση του πρωτότυπου τίτλου». «Είναι σημαντικό οι παραστάσεις τέτοιων κλασικών έργων να αφήνουν πίσω τους κι ένα ίχνος γλώσσας. Αλλη εποχή, άλλες ανάγκες» έρχεται η κορωνίδα!
«Παρεξήγηση»…, «τα έχει πάρει όλα σβάρνα»…, απ’ τη μια, δηλαδή ο Πλωρίτης, αλλά και ο Γκάτσος και ο Γεράσιμος Σταύρου, που πήραν στον λαιμό τους καμιά δεκαριά ακόμα μεταφραστές και μεταφράστριες (μεγάλο θέμα οι αλλεπάλληλες μεταφράσεις στο θέατρο, συχνά μία τον χρόνο, κάθε παράσταση και η μετάφρασή της –για λόγους, φοβάμαι, που δεν είναι πάντα καθαρά καλλιτεχνικοί), κι από την άλλη «πραγματικός τίτλος», «ακριβής μετάφραση», πόσο μάλλον που «υπάρχει και σαν εικόνα μέσα στο έργο. Ετσι φτάνει η Μπλανς στη συνοικία».
ΔΕΝ ΠΟΛΥΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ, αλλά εικόνα δεν υπάρχει, με τα πόδια και κουβαλώντας τη βαλίτσα της εμφανίζεται στο έργο η Μπλανς, που ψάχνει τον σωστό δρόμο. Τα πρώτα της λόγια: They told me to take a streetcar named Desire, and then transfer to one called Cemeteries and ride six blocks and get off at Elysian Fields!: «Μου είπαν να πάρω το Λεωφορείο “Πόθος”, ύστερα να μπω σε κάποιο άλλο, που γράφει “Νεκροταφείο”, να προχωρήσει έξι τετράγωνα και να βγω στα Ηλύσια Πεδία», όπως μεταφράζει ο Γεράσιμος Σταύρου (δυστυχώς δεν είχα πρόχειρη τη μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη). Ετσι είναι μια ακριβής, σωστή δηλαδή μετάφραση. Η άλλη είναι απλώς κατά λέξη.
A streetcar named Desire είναι λοιπόν ο τίτλος του πρωτοτύπου, και ο πρωταίτιος, όπως καταγγέλλεται, Πλωρίτης έκανε το πρώτο απαραίτητο, στοιχειώδες βήμα, το τραμ δηλαδή λεωφορείο, ένα κοινό μεταφορικό μέσο –κάτι που δεν είναι, ακόμα και σήμερα, το τραμ. Εστω όμως πως θέλει να κρατήσει κανείς το τραμ. Ενα τραμ λοιπόν (και όχι «Το», αφού θέλει τέτοια ακρίβεια η νέα μετάφραση), named, δηλαδή που το λένε, που λέγεται, ποτέ «με το όνομα»· και καλύτερα: που γράφει «Πόθος».
ΚΑΙ ΙΔΟΥ Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΗ ΕΥΦΥΪΑ του Πλωρίτη, το κλικ που δεν γίνεται δυστυχώς πάντα στο μυαλό του μεταφραστή: πετάει το named, που θέλει στα ελληνικά περίφραση (που το λένε, που λέγεται, που γράφει…) και επιγράφει κατευθείαν το λεωφορείο του (ή το τραμ του): Λεωφορείο «Πόθος», ή Λεωφορείον Ο Πόθος, που αποδίδει ενδεχομένως τη διαδρομή της ζωής της Μπλανς, από τον πόθο στο νεκροταφείο, και πια στα Ηλύσια Πεδία.
Μια λαμπερή λύση δηλαδή, κι έρχεται η καινούργια μετάφραση και ανακαλύπτει την Αμερική, το κατά λέξη! Κι ας λέει το γλωσσικό αίσθημα, στην πιο καθημερινή πραγματικότητα: «Δοκίμασα ένα γλυκό που το λένε Χι», «Πήγαμε σε μια ταβέρνα που τη λένε Ψι»· «Κατεδαφίστηκε το νυχτερινό κέντρο [Η] Φαντασία»· «Θα πάρεις ΕΝΑ/ΤΟ τρόλεϊ που γράφει Κυψέλη-Παγκράτι» ή «Θα πάρεις ΤΟ τρόλεϊ Κυψέλη-Παγκράτι». Σε καμία από αυτές και άπειρες ανάλογες περιπτώσεις δεν λέμε: «με το όνομα…» ή «με την ονομασία…»
Αλλά είπαμε, γλωσσικό αίσθημα. Χωρίς αυτό, σκέτος σαματάς, με ροκάνες και καραμούζες. Ιλαρή δυστυχώς «παρεξήγηση», που «τα παίρνει όλα σβάρνα».

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...