KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

Ο Raúl Zibechi για την τυραννία του αλγόριθμου


 

Ο Raúl Zibechi παρουσιάζει το βιβλίο του Miguel Benasayag Η τυραννία του αλγόριθμου | μετάφραση: Καλλιόπη Ράπτη | comune-info.

Στα Τετράδια της φυλακής, ο Antonio Gramsci έκανε διάκριση μεταξύ της μεγάλης πολιτικής και της μικρής πολιτικής. Η πρώτη επικεντρώνεται στις λειτουργίες που επιτελούν τα κράτη και στις κοινωνικo-οικονομικές δομές. Η δεύτερη είναι η καθημερινή πολιτική, της κοινοβουλευτικής συζήτησης, των συναλλαγών στους διαδρόμους, της ίντριγκας.

Η μεγάλη πολιτική είναι αναγκαστικά δημιουργική. Η μικρή είναι συντηρητική μόλις και μετά βίας προσπαθεί να διατηρήσει τις προϋπάρχουσες ισορροπίες. Στον σημερινό κόσμο, η υψηλή πολιτική ορίζεται από τις μεγάλες πολυεθνικές, τις ένοπλες δυνάμεις και τα think tank τους, καθώς και από ομάδες πίεσης και εξουσίας, όπως το βαθύ κράτος, το «βαθύ Κράτος» των Ηνωμένων Πολιτειών.

Με τη μικρή πολιτική ασχολούνται οι κυβερνήσεις, ιδίως οι προοδευτικές που δεν έχουν δυνατότητα να επηρεάσουν τη μεγάλη πολιτική, από τη στιγμή που δεν προτείνουν διαρθρωτικές αλλαγές και, κατά συνέπεια, περιορίζονται σε θέματα μακιγιάζ και πολιτικής αισθητικής, χρησιμοποιώντας κυρίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Το πιο συνηθισμένο είναι ότι προτείνουν σαν μεγάλη πολιτική ορισμένα ζητήματα που δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολιτικές της καθημερινότητας, και τα οποία συχνά αναλαμβάνουν μετά από προηγηθείσες αποτυχίες. Το έργο του φράγματος Belo Monte που προωθήθηκε από την κυβέρνηση Λούλα στη Βραζιλία είχε αποτύχει σχεδόν μισό αιώνα νωρίτερα λόγω της αντίθεσης των λαών του Αμαζονίου στο φαραωνικό αυτό έργο που πρότεινε η στρατιωτική δικτατορία. Το τρένο των Μάγια [μια σιδηροδρομική γραμμή τουριστικού και εμπορικού ενδιαφέροντος κατά μήκος των 1.500 χιλιομέτρων της χερσονήσου Γιουκατάν, το οποίο θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους πληθυσμούς] εμπίπτει στην ίδια κατηγορία της πολιτικής της ίντριγκας, που θέλει να το περάσει ως στρατηγικό έργο.

Από την άλλη πλευρά, η ψηφιακή ανάπτυξη, αποτελεί μέρος της μεγάλης πολιτικής που οι κυβερνήσεις, γενικά, αντιμετωπίζουν με τους τρόπους της μικρής πολιτικής. Περιορίζονται να της δώσουν την ευλογία τους σαν να ήταν μια αναπόφευκτη διαδικασία στην ανθρώπινη ζωή, όπως η γέννηση και ο θάνατος, όπως η ανατολή και η δύση του ήλιου.

Ωστόσο, η ψηφιοποίηση θεωρείται ως η τρίτη ανθρωπολογική επανάσταση, μετά τη δημιουργία της δομημένης γλώσσας και την εφεύρεση της γραφής, όπως υποστηρίζει ο Γαλλο-Αργεντινός ψυχαναλυτής και επιστημολόγος Miguel Benasayag στο βιβλίο του Η τυραννία του αλγόριθμου (Vita e Pensiero, 2020).

Ο Miguel είναι ένας σύντροφος του οποίου οι αναλύσεις είναι οξυδερκείς και διεισδυτικές. Ανήκει στη γενιά του 1968, πέρασε τρία χρόνια στις φυλακές της δικτατορίας εξαιτίας της ένταξής του στον Λαϊκό Επαναστατικό Στρατό και τώρα συμμετέχει στη γαλλική κολεκτίβα Malgré tout. Συνεχίζει να ασχολείται με τα κοινωνικά ζητήματα και έχει επικεντρωθεί στη μελέτη των συνεπειών των νέων τεχνολογιών στην κοινωνία.

Στο προηγούμενο βιβλίο του, Il cervello aumentato, luomo diminuito (Erickson, 2016 )*, παρατηρεί ότι, σε αντίθεση με τις προηγούμενες εφευρέσεις, από τον τροχό έως τα αντιβιοτικά, η ψηφιοποίηση δεν καταλήγει να παράγει έναν νέο τρόπο ύπαρξης στον κόσμο για τον άνθρωπο, αλλά απομακρύνει τον άνθρωπο από τον κόσμο και από τη δική του δύναμη να ενεργεί, αν και απελευθερώνει μια πολύ ισχυρή δύναμη σε τεχνολογικό επίπεδο.

Ο Benasayag υποστηρίζει ότι η επανάσταση της ψηφιοποίησης σημαίνει ότι η γνώση μας για τον κόσμο είναι 95% έμμεση. Ωστόσο, αυτή η έμμεση γνώση δεν προστίθεται στη γνώση που προκύπτει από τη σωματική εμπειρία, αλλά την αντικαθιστά και την ακυρώνει. Θεωρεί, επομένως, την ψηφιοποίηση βίαιη, επειδή αρνείται και καταστέλλει τη διαφορετικότητα (και όποιον είναι διαφορετικός) και τις ατομικές ταυτότητες.

Ο Benasayag υποστηρίζει ότι την ψηφιακή επανάσταση χαρακτηρίζουν η ταχύτητα και η πανταχού παρουσία. Στον κόσμο του αλγορίθμου δεν υπάρχει διαφορετικότητα, η ανάθεση των πολιτικών αποφάσεων στους αλγόριθμους αναστέλλει τη σύγκρουση, την εμποδίζει και την αναχαιτίζει. «Η άρνηση της σύγκρουσης μπορεί να προκαλέσει βαρβαρότητα», υποστηρίζει στο Elogio del Conflitto** (Ωδή στη σύγκρουση), που το έγραψε με τη σύντροφό του Angelica del Rey (Feltrinelli, 2008).

Η τυραννία του αλγόριθμου αποικίζει τη ζωή εξαλείφοντας την ιδιαιτερότητα των όντων και, κατά συνέπεια, καταστέλλοντας τις συγκρούσεις. Με αυτόν τον τρόπο μας αφήνει ανυπεράσπιστους, μας αποϋλοποιεί και μας στερεί τη διάσταση του σώματος, μας κάνει μόνο δυαδικά δεδομένα χαραγμένα σε τσιπ, κι αυτό μας ακινητοποιεί φυλακίζοντάς μας στην ατομικότητα.

Για να ξεφύγουμε από αυτή την τυραννία, υποστηρίζει ο Benasayag, πρέπει να αντισταθούμε στην καταστολή της διαφορετικότητας και της σύγκρουσης, πράγμα το οποίο φαίνεται να θέλουν οι κυβερνήσεις, γενικά, ακόμα και οι προοδευτικές. Γι’ αυτό ενδύονται με τα ρούχα των αυτόχθονων λαών και κραδαίνουν τα σκήπτρα της εξουσίας τους, επιχειρώντας να πείσουν ότι όλα είναι το ίδιο πράγμα, ότι όλα είναι ίδια στους πάνω όπως και στους κάτω. Η διαφορετικότητα και οι διαφορετικοί γίνονται αντιληπτοί ως απειλές από ένα σύστημα που δεν είναι ικανό να επεξεργαστεί τις συγκρούσεις, όπως, αντίθετα, έχει κάνει η ανθρωπότητα στην ιστορία της.

Η μικρή κυβερνητική πολιτική αποδεικνύεται ανίσχυρη μπροστά στη μεγάλη πολιτική των μεγάλων εταιρειών της πληροφορίας οι οποίες μπορούν ακόμη και να μπλοκάρουν και να διαγράψουν τους λογαριασμούς των προέδρων της αυτοκρατορίας. Το χειρότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να αγνοήσουμε τη δύναμη αυτής της τυραννίας, την ικανότητά της να εκμηδενίζει τα ανθρώπινα όντα.

Δεν έχουμε βρει ακόμη τρόπους δράσης που να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την «ψηφιακή επανάσταση», όχι για να την αρνηθούμε, αλλά για να την εμποδίσουμε από το να καταστρέψει τη ζωή. Αυτό που μαθαίνουμε είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει εάν περιοριστούμε στη μικρή «πολιτική των ανακτόρων».

* Cerveau augmenté, homme diminué, Éditions La Découverte, 2016
** Éloge du conflit, Éditions La Découverte, 2007

https://www.aftoleksi.gr/2021/04/27/o-raul-zibechi-tin-tyrannia-algorithmoy/?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=o-raul-zibechi-tin-tyrannia-algorithmoy 

Δευτέρα 19 Απριλίου 2021

Εργασία: 98 χρόνια και 2 μήνες πίσω


 Γιάννης Σιώτος*

Πριν από μερικές ημέρες η κυβέρνηση διά του αρμόδιου υπουργού έκρινε ότι ήγγικε η ώρα των μεταρρυθμίσεων της... εργασίας. Στο μεταρρυθμιστικό μενού που ετοίμασε, περιλαμβάνονται: η νομιμοποίηση της απλήρωτης εργασίας, η μείωση του εργοδοτικού κόστους της υπερεργασίας και των υπερωριών, η μετατροπή του 8ωρου σε 10ωρο και όλα αυτά κατόπιν ατομικής διαπραγμάτευσης.

Ο υπουργός χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα επίθετα επιχείρησε να εμφανίσει τη μετατροπή της εργασίας σε κοστούμι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα των εργοδοτών ως μείζονα καινοτομία, η οποία θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία να γίνει ανταγωνιστική και να ακολουθήσει τον βηματισμό των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών οικονομιών. Με απλά λόγια απέδωσε στην απλήρωτη εργασία, στο ωράριο- λάστιχο και στη μείωση αποδοχών μέσα από τις απλήρωτες υπερωρίες τον χαρακτήρα της μεταρρύθμισης και στην υποβάθμιση της συλλογικής διαπραγμάτευσης γνωρίσματα της προόδου. Ο λόγος του αποσκοπούσε να εμφανίσει τον ακρωτηριασμό κατοχυρωμένων εργασιακών δικαιωμάτων ως αναμέτρηση της προόδου με την οπισθοδρόμηση.

Είμαι σίγουρος ότι ο υπουργός Εργασίας, αλλά και ο πρωθυπουργός δεν έχουν καλή σχέση με το παρελθόν. Με την Ιστορία δηλαδή. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν την αγνοούν ή αν, επειδή τη γνωρίζουν, μπορούν να την προσαρμόζουν άλλοτε αποσιωπώντας, άλλοτε παραφράζοντας και άλλοτε επιλέγοντας βολικά αφηγήματα. Επιλέγω το επίθετο «ανιστόρητος» διότι αυτά που περιγράφουν την απόκρυψη ή την παραχάραξη, κατασκευάζουν μια εικόνα που δεν τους κολακεύει. Αν λοιπόν ήξεραν Ιστορία, θα γνώριζαν ότι όλα αυτά που πλασάρουν ως εκσυγχρονισμό και προσαρμογή, δεν είναι τίποτα παραπάνω από πισωγύρισμα. Θα καταγράψω μία ιστορία 98 ετών και 2 μηνών. Δεν την επέλεξα τυχαία.Είναι μια ιστορία στην οποία η πολιτική ηγεσία και εργοδοσία πίστευαν ότι η εργασία είναι σχεδόν συνώνυμη με την «ομηρία».

Πάμε λοιπόν πίσω στον Ιούνιο του 1923. Ο τόπος κινούνταν στον αστερισμό της απόγνωσης. Πρόσφυγες κοιμούνταν σε δρόμους, πλατείες, θέατρα, σχολεία και εκκλησίες. Οι ήχοι από τα πεινασμένα στομάχια έγιναν δημόσιοι. Η μπόχα των επιδημιών –τύφος, ευλογιά, οστρακιά– είχε γίνει η μυρωδιά των μεγάλων πόλεων. Οι περισσότεροι Ελληνες, παλιοί και νεοφερμένοι, είχαν μετατραπεί σε ομήρους της κερδοσκοπίας τροφίμων και συναλλάγματος που ενορχήστρωναν τραπεζίτες, χρηματιστές, βιομήχανοι, εφοπλιστές και μεγαλέμποροι, ακολουθούμενοι από την απαραίτητη σε αυτές τις περιπτώσεις «μαρίδα» που πίστευε ότι θα πλουτίσει σε μία εβδομάδα.

Τα στοιχεία που δημοσίευσε το περιοδικό «Οικονομολόγος» (τ. 273) «διά την ακρίβεια του βίου» αποκαλυπτικά: Σε ένα μόλις τρίμηνο (Δεκέμβριος 1922-Μάρτιος 1923) το ψωμί ακρίβυνε 33%, τα αυγά 40%, το τυρί 55%, το λάδι 62%, το ρύζι 76%, τα ζυμαρικά 87%, οι πατάτες 38%, τα ψάρια 100%, το κρέας 23-27%... Η δραχμή ήταν το νόμισμα της χώρας, αλλά ο νομισματικός παντοκράτορας ήταν η λίρα. Οι κερδοσκόποι επιτέθηκαν στη δραχμή και η ισοτιμία της από 167 δραχμές που ήταν στις 28 Σεπτεμβρίου 1922 (ισοτιμία της ελεύθερης αγοράς καθώς η επίσημη τιμή είχε παγώσει στις 140 δρχ.) έφτασε τον Μάρτιο του 1923 στις 433 δρχ.

Η ανεργία θέριζε. Οι μισθοί έγιναν φιλοδωρήματα. Η διογκούμενη δυσαρέσκεια ανάγκασε την κυβέρνηση να εγκρίνει αυξήσεις στους μισθούς και στα μεροκάματα, χαμηλότερες μεν από τον πληθωρισμό, αλλά που παρείχαν τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να έχουν ένα πιάτο φαγητό στο τραπέζι.

Ξαφνικά, τον Μάιο του 1923 η ανατιμητική κερδοσκοπία άλλαξε ρότα και έγινε υποτιμητική. Από τις 382 δραχμές –σε λίγες εβδομάδες– κατρακύλησε στις 143 δραχμές (25 Ιουνίου 1923). Οι σπεκουλαδόροι που κέρδισαν εκατοντάδες εκατομμύρια από τις ανατιμήσεις στα καταναλωτικά αγαθά, στο συνάλλαγμα και στις μετοχές-σαπάκια βρήκαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να συσσωρεύσουν και άλλα κέρδη.

Δεν ανέβασαν τις τιμές –τις κράτησαν σταθερές ή τις μείωσαν σε μικρότερο ποσοστό από την πτώση της λίρας– αλλά απαίτησαν να μειωθούν οι μισθοί και τα μεροκάματα. Για να ακριβολογούμε, δεν απαίτησαν, αλλά εκβίασαν. Για να αναγκάσουν τους εργαζόμενους να αποδεχτούν μειώσεις των μισθών, ανακοίνωσαν την εκ περιτροπής εργασία, το μειωμένο ωράριο και το κούρεμα στους μισθούς και στα μεροκάματα.

Οι εργαζόμενοι αντέδρασαν και οι εργοδότες προχώρησαν σε απολύσεις και απειλές για κλείσιμο των επιχειρήσεών τους. Λιγνιτωρυχεία σ’ όλη την Ελλάδα έκλεισαν. Βυρσοδεψεία κατέβασαν τα ρολά. Αργαλειά στις κλωστοϋφαντουργίες σταμάτησαν να υφαίνουν. Στις απεργίες των εργαζομένων απαντούσαν με λοκ άουτ. Στον εκβιασμό να μειωθούν τα μεροκάματα των εργαζομένων έως και 60% είχαν συμπαραστάτη την κυβέρνηση η οποία έθετε, με μπόλικη γαρνιτούρα πατριωτισμού, στους εργάτες το δίλημμα: ανεργία ή μικρότερος μισθός. Οι λίστες της ανεργίας μάκραιναν: 30.000 καπνεργάτες, 10.000 κλωστοϋφαντουργοί, 4.000 στα βυρσοδεψεία, 5.500 ναυτεργάτες.

Η κυβέρνηση έκανε λόγο για συναινετικές μειώσεις, αλλά εννοούσε «παράδοση άνευ όρων» των εργαζομένων. Αρνιόταν να παρέμβει για να εμποδίσει τη μονομερή μείωση των μεροκάματων έως και 50% που επέβαλαν οι εργοδότες. Εκλεινε τα μάτια στα λοκ άουτ. Προστάτευε τους απεργοσπάστες. Επιστράτευε απεργούς – θρυλική είναι η επιστράτευση των ναυτεργατών ενός υπερωκεάνιου. Τελικά οι μισθοί μειώθηκαν, η λίρα ανατιμήθηκε, οι μισθοί παρέμειναν κουτσουρεμένοι, οι εργάτες βγήκαν στους δρόμους (πανεργατικές απεργίες του Αυγούστου 1923) και η κυβέρνηση απάντησε με ακραία καταστολή με τρεις νεκρούς (23/8/1923), δεκάδες τραυματίες και εκατοντάδες συλλήψεις.

Θα ήταν πραγματικά χρήσιμο ο πρωθυπουργός και ο υπουργός του να μελετήσουν τα επιχειρήματα και τις δηλώσεις που έκαναν πριν από 98 χρόνια και 2 μήνες ο Γονατάς, ο Χατζηκυριάκος και οι εκπρόσωποι των εργοδοτών της εποχής. Οι ομοιότητες που θα ανακαλύψουν είναι συγκλονιστικές. Ιδια επιχειρήματα. Ιδιες απειλές. Ιδιες επικλήσεις. Λες και δεν πέρασε από τότε ούτε μια μέρα. Υπό το πρίσμα αυτό, οι μεταρρυθμίσεις που εξαγγέλλουν τώρα είναι παλιές και δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από επιστροφή στο πιο μαύρο παρελθόν. Στην εποχή που οι άνθρωποι δούλευαν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου για ένα κομμάτι ψωμί και οι «επενδυτές» εκείνης της εποχής θεωρούσαν ότι τους κάνουν και χάρη.

*Δημοσιογράφος, συγγραφέας

ttps://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/290651_ergasia-98-hronia-kai-2-mines-piso 

 

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...