KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

ΕΠΟΧΗ ΑΝΤΙΠΑΘΕΙΑΣ


Από τη συλλογή "Η ανορεξία της ύπαρξης" (2011)

Η αντιπάθεια απλώνεται σαν πανώλη
αντίπαλος είναι του πάθους
εχθρός της συμπόνιας.
Τα ζώα που με ημέρευαν –
όλα τ' αγαπούσα-
σέρνονται τώρα σαν φίδια
στέκονται σαν αρπαχτικά
με γουρλωμένα μάτια
και μήνυμα μου στέλνουν
πως ό,τι ζει δεν είναι πάντα για καλό
κι ό,τι πεθαίνει
δεν είναι πάντα απελπισία.
Οι άντρες με τα προκλητικά παντελόνια
υφάσματα τεντωμένα με φαντασία
ελαφρά αξύριστοι
με την έξυπνη ματιά
 που μεταμορφωνόταν σε κτηνώδη
 και χυνόταν πηχτή
 στα λευκά σεντόνια
 βουλιάζουν
στα μουχλιασμένα νερά της μνήμης
 κι ούτε λίγη συμπάθεια
δεν αφήνουν πίσω τους
 λίγο δέος για τα κατορθώματά τους.
 Και οι γυναίκες, οι φιλενάδες,
 που μαζί πλέκαμε τον ιστό της ζωής
γελάγαμε με κάθε στραβο-βελονιά
 κι άνθιζαν τα απόρρητα μυστικά
 στα λαμπερά χείλη μας
 εμείς, που στα σπλάχνα μας
νιώθαμε την παρουσία μας στη γη
σημαντική
ακόμη κι αν μόλις είχε βροντήξει πίσω του την πόρτα «εκείνος»,
έγιναν κουραστικές κυρίες
με εμμονές, μανίες νοικοκυροσύνης
 ή απελπισμένες κινήσεις
για να προλάβουν το τελευταίο τρένο της διασημότητας.
 Αλλά τη φοβερότερη αντιπάθεια
 τη νιώθεις για κείνον
 που τα νιώθει όλ' αυτά
 λες κι ήταν αυτός κάποιο ανώτερο ον
 λες κι είχε φτερά και πετούσε πάνω από νεκρούς
 φιλοδοξίες και απορρίμματα
 λες κι ήταν
 ο δικός σου εαυτός
 λιγότερο άχρηστος και αντιπαθητικός.

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Οφειλόμενη απάντηση στην εισαγγελέα κ. Αδαμαντία Οικονόμου


ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ*

Στις 18 Δεκεμβρίου, η κ. Αδαμαντία Οικονόμου, εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής, πρότεινε την απαλλαγή του Ν. Μιχαλολιάκου, αρχηγού της οργάνωσης, καθώς και όλων των άλλων κατηγορουμένων πλην του Γ. Ρουπακιά, φυσικού αυτουργού της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Και τούτο με το σκεπτικό ότι τα περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κατηγορία δεν ήταν απόρροια κεντρικού σχεδιασμού, αλλά «μεμονωμένα». Για την κ. εισαγγελέα, με άλλα λόγια, η Χρυσή Αυγή δεν είναι εγκληματική οργάνωση με την έννοια του άρθρου 187 ΠΚ, αλλά πολιτικό κόμμα, ορισμένοι φίλοι –ή έστω μέλη– του οποίου παρεκτράπηκαν, εν αγνοία, περίπου, της ηγεσίας. Εξ ου και η απαλλακτική πρότασή της. Διότι στη χώρα μας, κατέληξε η κ. εισαγγελέας, «η ιδεολογική τοποθέτηση καθενός είναι ποινικά αδιάφορη».

Δεν συνηθίζεται να σχολιάζονται επιστημονικά, και μάλιστα από τις στήλες εφημερίδων, οι προτάσεις που διατυπώνουν οι εισαγγελείς όσο εκκρεμούν οι σχετικές δίκες. Πολύ λιγότερο από κάποιον που έχει καταθέσει ως μάρτυρας –κατηγορίας εν προκειμένω– στη συγκεκριμένη δίκη. Επειδή, εν τούτοις, η κ. εισαγγελέας αναφέρθηκε διεξοδικά σε μένα και σε όσα κατέθεσα ενώπιον του δικαστηρίου τον Μάιο του 2017, πιστεύω πως δικαιούμαι να αποστώ από τον άγραφο αυτόν κανόνα και να σχολιάσω τα επιχειρήματά της. Πρώτον, διότι είναι, όπως πιστεύω, εσφαλμένα. Δεύτερον, διότι όσα διακυβεύονται στη δίκη της Χρυσής Αυγής είναι τόσο σημαντικά, που δεν συγχωρούνται τέτοια λάθη από τον δημόσιο κατήγορο, δηλαδή από τον εκπρόσωπο του κράτους.
 

Δεν θα σταθώ στην ευκολία με την οποία η κ. εισαγγελέας δέχθηκε ότι ο ναζιστικός χαιρετισμός είναι απομίμηση του αρχαιοελληνικού. Ούτε στο ότι το εμβατήριο των χιτλερικών SA, που περιλαμβάνει στίχους όπως «μπήξτε τα μαχαίρια στο κορμί των Εβραίων» ή «ρίξτε χειροβομβίδες στα κοινοβούλια» (στίχους τους οποίους τραγουδούσαν εκατοντάδες μελανοχίτωνες κρατώντας αναμμένους δαυλούς),  αποτελεί μια ποινικά αδιάφορη παράθεση ενός «ιστορικού κειμένου». Διότι, όσο παράλογο και αν αυτό φαίνεται, οι απόψεις αυτές μπορεί να θεωρηθούν αξιολογήσεις, στις οποίες ένας εισαγγελέας δικαιούται κατ’ αρχήν να προβεί. Εν προκειμένω, εν τούτοις, δεν πρόκειται περί αυτού.

Γιατί, εν προκειμένω, η Χρυσή Αυγή δεν διώκεται για παραβίαση του αντιρατσιστικού νόμου ούτε για διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων. Διώκεται για μια σειρά από άλλες, πολύ σοβαρότερες αξιόποινες πράξεις, μεταξύ των οποίων μια ομολογημένη εν ψυχρώ δολοφονία, για πράξεις οι οποίες συνδέονται άρρηκτα με την ιδεολογία της. Δεν αναφέρομαι τόσο στο ιστορικό προηγούμενο των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου, που προετοίμασαν τη νομότυπη (μέσω εκλογών) άνοδο στην εξουσία του Αδόλφου Χίτλερ στη Γερμανία, το 1933. Γιατί η κ. εισαγγελέας θα μπορούσε να μου αντιτείνει ότι πρόκειται για απλή σύμπτωση. Αναφέρομαι, απεναντίας, στα επίσημα κείμενα και τις ομιλίες των στελεχών και, προπάντων, του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, που είναι γνωστές στο πανελλήνιο και προφανώς στο δικαστήριο. Φράσεις όπως «η πατρίδα δεν σώζεται με εκλογές» (2.8.2011), 100.000 αποφασισμένοι στην Αθήνα «μπορούν να πάρουν την εξουσία […] περπατώντας», «θα μπούμε στη Βουλή για να τη διαλύσουμε, αν θέλει ο Θεός» και άλλες, ων ουκ έστιν αριθμός, αποτελούν ατράνταχτη ομολογία ότι το κόμμα χρησιμοποιείται ως πρόσχημα. Οτι δηλαδή λειτουργεί ως πέπλο για να συγκαλύψει την αληθινή φύση της οργάνωσης. Αλλωστε, ούτε ο ίδιος ο αρχηγός το έκρυψε: όπως είπε, η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα μόνο «με τη νομική έννοια του όρου. Κατά τα άλλα, είναι εναντίον των κομμάτων και αγωνίζεται για την κατάργηση των κομμάτων» (28.7.2011).

Από την άλλη, ούτε έχουμε να κάνουμε με κάποιους γραφικούς νοσταλγούς του ναζισμού και των συμβόλων του, που πήραν ξαφνικά τους δρόμους και τα βουνά για να διακηρύξουν τα πιστεύω τους. Εχουμε να κάνουμε με «ομάδα», και μάλιστα «δομημένη» και «με διαρκή δράση», η οποία,
  σύμφωνα με το άρθρο 187 ΠΚ, «επιδιώκει τη διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων». Ασφαλώς, η κ. εισαγγελέας θα μπορούσε στο σημείο αυτό να αντιτείνει ότι για τον χαρακτηρισμό της «ομάδας» αυτής ως «οργάνωσης» (και μάλιστα «εγκληματικής») δεν αρκεί ότι έχει αρχηγό, κεντρική διοίκηση, τοπικά γραφεία και μέλη. Κάθε κόμμα έχει από αυτά. Εν τούτοις, διερωτάται κανείς ποιο άλλο κόμμα οργανώνει summer camps με αναρριχήσεις ενόπλων και ασκήσεις με πραγματικά πυρά· ποιο άλλο πραγματοποιεί παρελάσεις των μελών και οπαδών του με ομοιόμορφες στολές και βηματισμό χήνας; Κοντολογίς, η Χρυσή Αυγή είναι «οργάνωση» με τη στενή έννοια του όρου, χαρακτηριστικό γνώρισμα της οποίας είναι η στρατιωτική δομή και πειθαρχία. Εκατοντάδες περιστατικά –όπως, μεταξύ άλλων, το περίφημο «εγέρθητι»– δεν αφήνουν γι’ αυτό την παραμικρή αμφιβολία.

Προφανώς, το ότι πρόκειται για «οργάνωση» και όχι για συνονθύλευμα κάποιων φανατικών, ούτε η κ. εισαγγελέας μπορεί να το αρνηθεί. Ισχυρίζεται, εν τούτοις, ότι η οργάνωση αυτή δεν είναι «εγκληματική», αφού δεν υπάρχουν τάχα επαρκείς αποδείξεις ότι για καθεμιά από τις εγκληματικές πράξεις για τις οποίες τα μέλη της κατηγορούνται, δόθηκε «άνωθεν» σχετική εντολή. Στο σημείο ακριβώς αυτό εντοπίζεται, κατά τη γνώμη μου, το μείζον σφάλμα της κ. εισαγγελέως.

Δεν θα σταθώ στο αν πράγματι ο Λαγός τηλεφώνησε στον Μιχαλολιάκο τη νύχτα της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα,
  ούτε στον αν ο Ρουπακιάς ενέργησε ή όχι κατ’ εντολήν του τοπάρχη της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια. Ανήκει στην πολιτική αγωγή να το αποδείξει. Εμένα θα με απασχολήσει το ζήτημα αρχής: για τον χαρακτηρισμό μιας οργάνωσης ως εγκληματικής  και, κατ’ επέκταση, για την καταδίκη της συμμετοχής σε αυτήν, σύμφωνα με το άρθρο 187 ΠΚ, δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ότι τα συγκεκριμένα εγκλήματα διαπράχθηκαν κατόπιν άνωθεν εντολής. Αρκεί η απόδειξη της ενεργού και συνειδητής  συμμετοχής σε αυτήν των κατηγορουμένων. 

Αναφερόμενη στη μαρτυρική κατάθεσή μου, η κ. εισαγγελέας αγνόησε επιδεικτικά τα ανωτέρω, που αποτελούν και τη
ratio του άρθρου 187. Μου προσήψε μάλιστα ότι, επειδή δεν έχω άμεση γνώση των γεγονότων –κάτι που δεν αρνήθηκα–, όσα είπα για την ιδεολογία και τη δομή της Χρυσής Αυγής ήταν περίπου λόγια του αέρα.

Εν τούτοις, στη συγκεκριμένη δίκη, το προέχον δεν είναι αν οι ανωτέρω διέπραξαν οι ίδιοι τις συγκεκριμένες αξιόποινες πράξεις, αλλά αν ήσαν μέλη ή όχι της συγκεκριμένης εγκληματικής οργάνωσης, η οποία όχι μόνο τις εμπνεύσθηκε και τις σχεδίασε, αλλά συστάθηκε, κυριολεκτικά, για να τις διαπράξει. Διότι, σε αντίθεση με άλλα ακροδεξιά κινήματα, για τη Χρυσή Αυγή η βία είναι συστατικό στοιχείο της δράσης της. Χωρίς αυτήν δεν έχει λόγο ύπαρξης.

Συμπεραίνω: Στη συγκεκριμένη δίκη, για την ενοχή των κατηγορουμένων αρκεί να αποδειχθεί ότι ήταν μέλη της Χρυσής Αυγής. Αυτό προβλέπει το άρθρο 187 ΠΚ από το 2001. Τότε, χάρη κυρίως στο θάρρος του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλου, ξεπεράστηκαν οι επιφυλάξεις που είχε προπάντων διατυπώσει η Αριστερά και ψηφίστηκε ο ν. 2928/2001. Βάσει του νόμου αυτού δικάστηκε και καταδικάστηκε λίγο αργότερα και η 17Ν. Βασική καινοτομία του ήταν η διάκριση εγκληματικής οργάνωσης και (απλής) συμμορίας. Οπως έχει δεχθεί και ο Αρειος Πάγος, το στοιχείο που διαφοροποιεί την πρώτη από τη δεύτερη είναι «ο πραγματοπαγής χαρακτήρας της» (ΑΠ 973/2015). Είναι, όπως παρατηρεί ο συνάδελφος καθηγητής Αρ. Χαραλαμπάκης, η συγκρότησή της από μέλη που «αναλαμβάνουν διακριτούς και αλληλοϋποστηριζόμενους ή αυτοτελείς ρόλους […] με σκοπό να αυξήσουν την αποτελεσματικότητά τους […], ανεξαρτήτως της γνώσης εκάστου για τα συγκεκριμένα καθήκοντα των άλλων […]».

Η δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015. Εκτοτε, στις 450 και πλέον συνεδριάσεις του δικαστηρίου, η μεταχείριση που επιφυλάχθηκε στους εμπλεκομένους έδειξε ότι η χώρα μας είναι σε θέση να αντιμετωπίσει, όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη, ακόμη και τις δυσκολότερες περιπτώσεις παραβατικής συμπεριφοράς, με απόλυτο σεβασμό των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των εγγυήσεων του κράτους δικαίου.

Με τη δίκη αυτή, η ελληνική δικαιοσύνη καταξιώθηκε στα μάτια και των πιο κυνικών και των πιο αδιάφορων. Θα ήταν κρίμα η εντύπωση αυτή να διαλυθεί, αν γινόταν δεκτή μια τόσο εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το παρασκήνιο ενός συναλλαγματικού¹ πολέμου, που δεν ξεκίνησε...

Γιάννης Σιώτος*

Τρομάζεις παρακολουθώντας αυτά που λένε και εκείνα που κάνουν οι ξένοι και οι δικοί μας πολιτικοί και αναρωτιέσαι πόσο εύκολο είναι για τις ελίτ (πολιτικές, οικονομικές) να παραποιήσουν την πραγματικότητα.
Στο τέλος της δεκαετίας του 2000, κυκλοφόρησε το βιβλίο «Οι παραχαράκτες» (Les Falsificateurs). Ο Γαλλοαμερικανός συγγραφέας του, ο Antoine Bello, προσπαθούσε να προσεγγίσει την ιστορία περιγράφοντας το πόσο εύκολα μπορεί να αλλοιωθεί από κάποιον που έχει κίνητρο, μέσα και διάθεση.
Τα δύο βιβλία που έγραψε στη συνέχεια («Les Éclaireurs», «Les Producteurs») σε κάνουν να προβληματίζεσαι για το τι συμβαίνει όταν η ιστορία γράφεται με fake news και παραποιημένες πληροφορίες. Τότε αντιλαμβάνεσαι ότι η σημερινή πραγματικότητα έχει κάνει τις ιστορίες του Οργουελ να μοιάζουν με την... Κοκκινοσκουφίτσα, καθώς οι ηγεσίες πιο εύκολα από ποτέ άλλοτε και σχεδόν ανέξοδα μπορούν να προσαρμόσουν την ιστορία στα μέτρα τους, χειραγωγώντας πηγές και κατασκευάζοντας «αλήθειες».
Τρομάζεις παρακολουθώντας αυτά που λένε και εκείνα που κάνουν οι ξένοι και οι δικοί μας πολιτικοί και αναρωτιέσαι πόσο εύκολο είναι για τις ελίτ (πολιτικές, οικονομικές) να παραποιήσουν την πραγματικότητα. Την απάντηση δίνει στα βιβλία του ο Bello: Αυτό που χρειάζονται είναι έναν οργανωτή, έναν γνώστη, μερικούς χάκερ, δημόσιες δηλώσεις, έρευνες, αναλύσεις και... πολιτικές αποφάσεις. Η ποιότητα του αποτελέσματος κρίνει αν οι ηγεσίες είναι σκιτζήδες ή επαγγελματίες... παραποιητές.
Στην πρώτη κατηγορία, που χαρακτηρίζει πολιτικούς μικρών κρατών, οι Ελληνες πολιτικοί μπορούν να διεκδικήσουν περίοπτη θέση: Ο κ. Μητσοτάκης, που προσπαθεί να γράψει την ιστορία του «τρώγοντας» φράσεις από επίσημες δηλώσεις του (Ουάσινγκτον), εμφανίζοντας κραυγαλέες αστοχίες σαν μέγιστες επιτυχίες (μεταναστευτικό) και ανακατασκευάζοντας δηλώσεις (ανάπτυξη). Ο κ. Τσίπρας με τα «όχι». Ο κ. Σαμαράς με τα «Ζάππεια». Ο κ. Παπανδρέου λέγοντας ότι «... ο τελικός μας προορισμός είναι να απελευθερώσουμε την Ελλάδα από επιτηρήσεις και κηδεμονίες...».2
Στη δεύτερη όμως ανακαλύπτεις πολιτικούς των ισχυρών κρατών που όλοι τους παραποίησαν την πραγματικότητα: Ρισελιέ, Ναπολέων, Μπίσμαρκ, Στάλιν, Χίτλερ αλλά και φρέσκους, όπως Μέρκελ, Πούτιν, Μακρόν, Τραμπ. Ολους τούς χαρακτηρίζει ο αψεγάδιαστος επαγγελματισμός του... παραποιητή καθώς όντας «επαγγελματίες» αξιοποίησαν το τεράστιο απόθεμα γνώσης, πλούτου και ισχύος που διαθέτουν για να διαμορφώσουν τη δική τους ιστορία.
Μια πρόσφατη οικονομική ιστορία θα μπορούσε να έχει πολλά απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά. Πρωταγωνιστής ο Τραμπ που με χάρη βιρτουόζου χειρίστηκε τις κινεζικές... ισοτιμίες. Πριν από μερικές μέρες λοιπόν ανακοίνωσε ότι αποσύρει την Κίνα από τη μαύρη λίστα των κρατών που χειραγωγούν το νόμισμά τους. Αντιμετωπίστηκε ως χειρονομία καλής θέλησης και ελάχιστοι ανέφεραν ότι λίγους μήνες νωρίτερα ο ίδιος την είχε συμπεριλάβει στη μαύρη λίστα εκτοξεύοντας κατηγορίες για σκόπιμη υποτίμηση του γουάν, ώστε τα κινεζικά προϊόντα να είναι φτηνότερα.
Αν ο ιστορικός του μέλλοντος περιοριστεί στην τελευταία απόφαση, τότε θα σχηματίσει την εικόνα ενός φιλειρηνικού Νέστορα πολιτικού που επιθυμεί να αποκλιμακώσει τις εντάσεις. Αν όμως ψάξει λίγο βαθύτερα, θα ανακαλύψει μια εντελώς διαφορετική αλήθεια.
Από τη δεκαετία του ’90 και μέχρι το 2014 οι Κινέζοι ηγέτες προσάρμοζαν τις ισοτιμίες στις ανάγκες τους. Υπό κανονικές συνθήκες, η ταχεία ανάπτυξη θα είχε αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη αύξηση3 της αξίας του γουάν. Ωστόσο, το Πεκίνο αρνήθηκε να αφήσει το νόμισμά του να κινηθεί ελεύθερα αγοράζοντας δολάρια για να υποτιμήσει τεχνητά την αξία του. Η χειραγώγηση του γουάν στη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν ένας λόγος για να συμβεί το λεγόμενο «κινεζικό σοκ», με οδυνηρές επιπτώσεις στη μεταποίηση των ΗΠΑ και της Ε.Ε. που ανταγωνίζονταν την Κίνα.
Οι κυβερνήσεις του Μπους και του Ομπάμα, αν και έβλεπαν τη χειραγώγηση, δεν απέδωσαν στην Κίνα τον χαρακτηρισμό του «νομισματικού χειραγωγού». Υποστήριζαν ότι η σχετική νομοθεσία δεν προέβλεπε καμία πραγματική κύρωση για τη χειραγώγηση των ισοτιμιών και επομένως ο χαρακτηρισμός αυτός θα ισοδυναμούσε με βρισιά χωρίς πραγματικές συνέπειες.
Πράγματι, η νομοθεσία προβλέπει έναν χρόνο διαπραγματεύσεων και μετά -μάλλον ανώδυνες- κυρώσεις, όπως ενισχυμένη εποπτεία του ΔΝΤ και απώλεια της ασφάλισης κινδύνου μέσω της Εταιρείας Διεθνών Ιδιωτικών Επενδύσεων των ΗΠΑ. Το πιθανό όμως είναι ότι δεν ήθελαν να παρέμβουν όχι λόγω αδυναμίας -διέθεταν το Ταμείο Σταθεροποίησης Συναλλάγματος– αλλά επειδή γνώριζαν ότι κάτι τέτοιο ισοδυναμούσε με την κήρυξη συναλλαγματικού πολέμου.
Τα τελευταία χρόνια όμως η Κίνα σταμάτησε να χειραγωγεί το νόμισμά της. Αυτό συνέβη μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2014, όταν η Fed ξεκίνησε να αυξάνει τα επιτόκια και η ΕΚΤ εφάρμοσε την ποσοτική χαλάρωση. Η άνοδος του δολαρίου ανέβασε την αξία του γουάν και τότε πολλοί Κινέζοι άρχισαν να ανησυχούν ότι το νόμισμά τους θα μπορούσε να υποτιμηθεί. Αντέδρασαν βγάζοντας τα χρήματά τους στο εξωτερικό και χρειάστηκε η παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας για να σταματήσει τη διαρροή.
Πλέον, το Πεκίνο δεν χρειαζόταν να αγοράζει μεγάλα ποσά δολαρίων για να συγκρατήσει το γουάν από το να ανατιμηθεί. Αντίθετα, έπρεπε να πουλά δολάρια για να εμποδίσει μια πτώση της αξίας του. Πάντως όλοι γνωρίζουν ότι η Κίνα εξακολουθεί να ελέγχει την ισοτιμία του γουάν θέτοντας το κεντρικό σημείο της ημερήσιας συναλλαγματικής ισοτιμίας του. Αλλά σήμερα το κάνει για να το προφυλάξει από την ταχύτερη πτώση.
Ο πρόεδρος Τραμπ, από την προεκλογική του εκστρατεία ακόμα, μιλούσε για τη ζημιά που υφίσταται η οικονομία των ΗΠΑ από το γουάν και προειδοποιούσε με τη λήψη μέτρων. Ετσι, πριν από λίγους μήνες αποφάσισε να δράσει και ζήτησε από τον υπουργό Οικονομικών του να χαρακτηρίσει την Κίνα «χειραγωγό συναλλάγματος» - αν και ήξερε ότι αυτό είχε σταματήσει. Τον Ιανουάριο όμως άλλαξε γνώμη και την αποχαρακτήρισε θεωρώντας προφανώς ότι έτσι θα έχει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Δηλαδή, αρχικά θώπευσε την εκλογική του πελατεία και στη συνέχεια με την επιστροφή στο αρχικό status καθησύχασε τους μετριοπαθείς και πρόσφερε στους ιστορικούς στοιχεία ηπιότητας και σύνεσης.
Συγκρίνετε, λοιπόν, τις προικισμένες με την ομορφιά της γνώσης και τη χάρη της εξοικείωσης πιρουέτες της πολιτικής του Αμερικανού προέδρου με τις άτσαλες, πρόχειρες και αλαζονικά ερασιτεχνικές κινήσεις των δικών μας, για να συνειδητοποιήσετε όχι μόνο πώς γράφεται η ιστορία αλλά και τις διαφορές των πολιτικών, του κοινού αλλά και τα τερτίπια όσων γράφουν... ιστορία.
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας

1 «How Not to Fight a Currency War», B. W. Setser
2 Καστελόριζο, 23 /4/2010
3 Η ισοτιμία γουάν/δολαρίου: 1994: 8,72 γουάν ανά δολάριο (ιστορικό χαμηλό ). 1997-98: σταθερή. 2005-2015: ανατιμήθηκε περισσότερο από ένα τρίτο έναντι του δολαρίου. 2015-2016: εξασθένησε και έκτοτε σταθεροποιήθηκε (περίπου 7 γουάν/δολάριο).


LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...