KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Σάββατο 12 Ιουλίου 2025

Μπορεί να κλείσει η περίοδος της ματαιότητας;

·         ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

·         12 Ιουλίου 2025 07:20

Σε μια χώρα χωρίς σοβαρά θεσμικά αντίβαρα, το μόνο αντίβαρο που μετράει είναι η αντιπολίτευση. Πολιτική ή κοινωνική. Τα υπόλοιπα ασθενούν ή απλώς υπάρχουν μόνο για τους τύπους. Ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα περίφημα checks and balances πλέον ατροφούν σε βαθμό κακουργηματικό και ο Πρόεδρος κάνει ό,τι πραγματικά θέλει.

Στην Ελλάδα τι θα περίμενε κανείς με έναν πρωθυπουργό Βοναπάρτη; Εδώ είναι σαν να έχουμε έναν πανίσχυρο Πρόεδρο αυτοκρατορικού τύπου και όχι φυσικά συντονιστή της κυβέρνησης η οποία «καθορίζει και κατευθύνει την πολιτική της χώρας» (82 Σ). Αδιανόητες πολιτειακές εξουσίες για τον Έλληνα πρωθυπουργό. Αυτός, ως γνωστόν, επανέρχεται δήθεν στον συνταγματικά προσήκοντα ρόλο, αυτόν του συντονιστή, όταν αποκαλύπτονται οι αμαρτίες. Τότε «δεν ξέρει».

Κάπως έτσι, η αίσθηση του κενού εδραιώνεται. Γίνεται απελπισία. Μοιάζει ανώφελο που διαμαρτυρόμαστε για τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Μπορεί να είμαστε ακόμα και «βολικοί» που αναδεικνύουμε αυτά τα θέματα ενώ οι κυβερνώντες συνεχίζουν να μοχλεύουν δημόσιο χρήμα, να καταχρώνται δημόσια περιουσία, να μοιράζουν επιδοτήσεις αλά ΟΠΕΚΕΠΕ, να αγοράζουν, να δανείζουν, να συμβουλεύουν επιχειρήσεις και funds, να πλουτίζουν με λεφτά του κράτους. Και μείς να «φλυαρούμε» για δικαιώματα εργαζομένων, φτώχεια, υποκλοπές, ναυάγια, μετανάστες χωρίς χαρτιά, χειραγωγούμενη δικαιοσύνη και ανεξάρτητες αρχές.

Τέτοια ειδημοσύνη για το χρήμα, είναι αλήθεια, δεν την έχουμε. Αυτοί πάλι ξέρουν. Τούτη τη δουλειά κάνανε κάποιοι ως ιδιώτες, αυτή συνεχίζουν ως ταγοί του δημοσίου συμφέροντος. Γράφω «ταγοί του δημοσίου συμφέροντος», αυτοσαρκαζόμενος, με μια αγανάκτηση που σπάνια θυμάμαι να με κυριεύει. Μου έλεγε ερευνητής δημοσιογράφος τον οποίο εκτιμώ απεριόριστα ότι αυτά με τα οποία ασχολούμαστε «εξυπηρετούν», κατά κάποιον κυνικό τρόπο, την κυβέρνηση. Επείσθην δυστυχώς. Άλλα πονάνε.

Ο γράφων ανήκει κατεξοχήν σε αυτούς τους μειοψηφικούς που έχουν μάλλον γίνει βαρετοί στη δημόσια σφαίρα με την επανάληψη της αναφοράς στις πρακτικές απαξίωσης των ανθρώπων: υποκλοπές, Πύλος, ιθαγένεια, αστυνομική βία, ευτελισμός των θεσμών, χειραγώγηση ανεξαρτήτων αρχών και δικαιοσύνης, ατιμωρησία, έλλειμμα πλουραλισμού στην ενημέρωση …

Ασύδοτοι οι κρατούντες αδιαφορούν. Μόνο τα Τέμπη τους κλόνισαν. Τώρα ζορίζονται κάπως με το φαγοπότι του ΟΠΕΚΕΠΕ που δείχνει την ακατάσχετη βουλιμία και διαχρονική φαυλότητα της παράταξης που κυβερνάει αυτόν τον τόπο, κάνοντας ένα ακόμη damage control. Μέχρι σήμερα πάντως, με αυτή τη μεροληπτική επικοινωνιακή ομοβροντία των μίντια, την δικαιοσύνη σε χειμέριο ύπνο και την Αριστερά σε συνθήκη συντριβής, τα καταφέρνουν. Τα καταφέρνουν κυρίως, ωστόσο, διότι ο λαός γνωρίζει και δεν εκπλήσσεται από τη φαυλότητα. Έχει μάθει και ζει μέσα, από και παρά αυτήν. Γι’αυτό, εκπλήσσομαι που κάποιοι στην Αριστερά κάθε φορά που αποκαλύπτεται ένα σκάνδαλο της Δεξιάς περιμένουν ότι θα πέσει η κυβέρνηση. Αν ήταν η Δεξιά να πέφτει υπό το βάρος των σκανδάλων της, δεν θα έκανε άλλη δουλειά…

Κάνω όμως εδώ και μια προσωπική αυτοκριτική. Λυπάμαι που μπορεί να υπήρξαμε και μέρος αυτού του προβλήματος, να λειτουργήσαμε και ως οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» των θεσμών, της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Αναφέρομαι, ασφαλώς, και σε μένα προσωπικά. Κάποιοι άλλοι – δυσανάλογα πολλοί πλέον – κυβερνάνε ως golden boys της πολιτικής που μοιράζουν γενναιόδωρα χρήμα προς άμβλυνση των ηθικών αναστολών των από κάτω ορόφων. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Να την πάλι η ελληνική πυραμίδα. Και όλα αυτά, πριν καν κλείσει δεκαπενταετία από τη χρεοκοπία της χώρας. Χωρίς αιδώ. Και εμείς ασχολούμαστε με δικαιώματα, λογοδοσία, δημοκρατία και με κάτι «ανοησίες» που διευκολύνουν το έργο που εκείνοι ακάματοι συνεχίζουν.

Ποτέ δεν ασχοληθήκαμε με κείνα που δεν μας ενδιέφεραν και δεν ξέραμε. Αυτό όμως δεν είναι «ηθικό πλεονέκτημα» όπως ανιστόρητα κάποιοι αριστεροί πιθανώς ακόμη νομίζουν. Είναι η ιστορία της Ελλάδας. Για λόγους που αφορούν αυτή την ιστορία, οι περισσότεροι δεν γίναμε σύμβουλοι επιχειρήσεων. Ο εμπορικός ανταγωνισμός δεν είναι το φόρτε μας. Δεν ξέρουμε από οπλικά συστήματα και τις μίζες τους. Ακούμε με δέος για εκατομμύρια, δισεκατομμύρια ευρώ σε εταιρίες πληροφορικής και τεχνολογίας. Σε αυτά δεν έχουμε επαρκή τεχνογνωσία.

Όμως, τελικά, η βάση της κοινωνίας μας είναι αυτή, που σε τελευταία ανάλυση, μας καθορίζει. Το απλό αυτό μάθημα μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας η Δεξιά φαίνεται ότι το έμαθε καλύτερα από τους αριστερούς ταγούς του δημοκρατικού εποικοδομήματος στη Μεταπολίτευση. Και το πληρώνουμε αδρά.

Δεν θέλω να παρεξηγηθώ: ορθώς αγωνιστήκαμε και αυτονόητα ορθώς συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε. Χωρίς αγώνα, ο συσχετισμός γίνεται χειρότερος. Με τους αγώνες κερδίσαμε ρωγμές. Αυτές παλεύουμε να μεγαλώσουμε. Όμως μαθαίνουμε επώδυνα ότι οι ρωγμές συχνά επουλώνονται.

Δυστυχώς πλέον, έχουμε γίνει πολύ προβλέψιμοι. Επομένως, έχουμε λόγο να αμφιβάλουμε για την αποτελεσματικότητά μας και χρειάζεται να σκεφτούμε πιο ανορθόδοξα, out of the box που λένε κι οι Βρετανοί. Να ακολουθήσουμε τον Μπρεχτ, όμως, που μας φωνάζει: «μην παινέψεις την αμφιβολία που καταντάει απελπισία». Έχει μεγάλη σημασία αυτό. Αλλιώς ο πεσιμισμός καταβάλει και οδηγεί στην ιδιώτευση.

Κλείνουμε:

Η ιστορία είναι γεμάτη από δύο ειδών περιόδους: στην πρώτη, την πιο σπάνια, οι άνθρωποι θεωρούν ότι μπορούν να διευρύνουν ανυπολόγιστα τα όρια των πολιτικών τους πρωτοβουλιών. Εδώ περισσεύει το θάρρος και ο ενθουσιασμός, αλλά απουσιάζει η επίγνωση. Οι δεύτερες είναι λιγότερο επικίνδυνες, αλλά πιο συχνές και θλιβερές σε μακρά διάρκεια. Σε αυτές, ισχύει το αντίστροφο. Πριν δέκα χρόνια, με το δημοψήφισμα του 2015 έκλεισε η πρώτη περίοδος. Δεν γνωρίζω ειλικρινά αν αρκεί μια δεκαετία ώστε να αρχίσει να κλείνει η δεύτερη.

Σε αυτήν την περίοδο, η ματαιότητα είναι παρούσα. Το ξέρουμε διότι μας αφορά. Προσπαθώ να την αποκωδικοποιήσω. Να την ερμηνεύσω: όχι μόνο διότι είναι ανακούφιση καμιά φορά να μοιράζεται τον πόνο του κάποιος, αλλά γιατί από αυτή την προσπάθεια επαφής κάτι καλό μπορεί να προκύψει. Είναι πιο έντιμο να μοιραζόμαστε την αδυναμία μας. Και σε τελευταία ανάλυση, η ειλικρίνεια είναι πολιτική αρετή.

 https://www.news247.gr/gnomes/borei-na-kleisei-i-periodos-tis-mataiotitas/

Τρίτη 24 Ιουνίου 2025

Οι τσιφλικάδες

Δημήτρης Βλαχοπάνος* 

 Δικαστές, παπάδες, χωροφύλακες, ποια είναι η χώρα σας; 

Οδυσσέας Ελύτης, «Μαρία Νεφέλη» 

Με την τελική απόφαση της Κωνσταντινούπολης, που υπογράφηκε την 24η Μαΐου 1881, η Αρτα ανατολικά του Αράχθου αποσπάται από το οθωμανικό κράτος και ενσωματώνεται στην Ελλάδα. Εναν χρόνο πριν, ο Κωνσταντίνος Καραπάνος, γόνος πλούσιας αρτινής οικογένειας και μετέπειτα βουλευτής, γνωρίζοντας τις σχετικές διπλωματικές διαδικασίες, είχε φροντίσει και αγόρασε από τους Οθωμανούς τους τίτλους κυριότητας της γης που έγινε τώρα ελληνική. Ζώντας για ένα χρονικό διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, όπου άσκησε το επάγγελμα του τραπεζίτη, μυήθηκε πλήρως στους κανόνες των οικονομικών και εμπορικών συναλλαγών και εκμεταλλεύτηκε τις ευκαιρίες που του δόθηκαν για να εξελιχτεί σε μεγαλοτσιφλικά της Αρτας.

 Κι έτσι, ενώ στα δημόσια καταστήματα κυματίζει από τον Ιούνιο του 1881 η ελληνική σημαία, στην αγροτική περιουσία κυματίζει η εξουσία και το μαστίγιο του Καραπάνου, ο οποίος είναι πλέον ο νέος τύραννος της ταλαιπωρημένης αυτής επαρχίας. Οπως σημειώνει ο Γιάννης Κορδάτος, ο Καραπάνος ξεπέρασε τους Τούρκους πασάδες. Ηταν ένας τυραννίσκος που οι παλιοί Τούρκοι πασάδες δεν μπορούσαν να βγουν μπροστά του. Ολοι οι Αρτινοί ήταν σκλάβοι του. Η τυραννία, η εκμετάλλευση και η καταπίεση του Καραπάνου, ιδίως στα πρώτα χρόνια του «ελεύθερου» καθεστώτος, έκανε τους Αρτινούς κολίγους να νοσταλγούν το προηγούμενο καθεστώς.

 Και όπως γίνεται πάντα στις περιπτώσεις αυτές, ο Καραπάνος, ως το νέο πλέον οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, προσέλαβε ως βοηθό του και έναν δημοσιογράφο, που τον πλήρωνε αδρά και εξυμνούσε «τας αρετάς του προστάτου και μεγάλου ανδρός Καραπάνου». Και τον έτρεμαν όλοι. Ετρεμαν τον Καραπάνο, έτρεμαν και τον πληρωμένο κονδυλοφόρο του. Ετρεμαν τον εκμεταλλευτή που είχε πλούτη και μεγάλα μέσα. Ετρεμαν και τον μουντζουρωτή του χαρτιού και τον τσανακογλείφτη.

 Και ο δημοσιογράφος αυτός έκανε και τις δικαστικές αρχές να υποκλίνονται μπροστά του. Αστυνόμοι και δικαστές εκτελούσαν ό,τι ήθελε και ό,τι τους διέταζε. Ετσι, ο κύριος αυτός κανόνιζε πάντα τον ανακριτή και τον εισαγγελέα και έγραφε στην εφημερίδα του με το νι και με το σίγμα, από δύο μέρες πριν, ποιον θα ’πιανε ο εισαγγελέας και ποιον θα φυλάκιζε ο ανακριτής. Πολιτικός αντίπαλος του Καραπάνου ήταν ο Γεώργιος Παχύς, εκλεγμένος βουλευτής Αρτας από το 1881 και ύστερα. Ούτε κι αυτόν τον λογάριαζε ο Καραπάνος.

 Πιάνει, λοιπόν, τον εισαγγελέα και του παραγγέλλει: «Ακου, θέλω να μου βάλεις μέσα αυτόν τον παλιο-Παχύ. Είναι δημοκόπος και οι παλιοχωριάτες τον ακούνε…» Προσπαθεί ο εισαγγελέας να τον αποφύγει: «Μα ο κύριος Παχύς είναι βουλευτής και προστατεύεται υπό της βουλευτικής ασυλίας…» Μα ακάθεκτος ο Καραπάνος: «Κύριε εισαγγελέα… Ακου δω, δεν υπάρχει κανένας κύριος Παχύς. Αυτός ο παλιάνθρωπος πρέπει να φυλακιστεί. Εδώ εγώ διατάζω και το θέλημά μου είναι νόμος. Αν δεν το κάνεις αυτό που σου λέω, θα σε διώξω και θα σου ’ρθει τηλεγραφική η παύση σου». Και ο εισαγγελέας ζάρωσε και τρέμοντας είπε: «Πολύ καλά, θα γίνει όπως διατάσσει η εξοχότης σας…».

 Ανοίγοντας απλά και φυλλομετρώντας τις σελίδες της ιστορίας, έχεις την εντύπωση πως η σημερινή κυβέρνηση επιμένει με κάθε τρόπο να γυρίσει τον τόπο σ’ εκείνες τις μαύρες και κουρελιασμένες εποχές. Με το ίδιο θράσος και την ίδια έπαρση η κεφαλή της αισθάνεται πως είναι ο μέγας τσιφλικάς ολόκληρης της χώρας -όχι πια μιας μικρής επαρχίας, όπως τότε ο Καραπάνος, άλλωστε τα μέσα έχουν εξελιχθεί- και δεν έχει να φοβηθεί τίποτε, καθώς έχει φροντίσει και προσέλαβε στις υπηρεσίες της και τον δικαστή και τον δημοσιογράφο και τον χωροφύλακα. Και με αυτά τα στηρίγματα λογικό είναι να μη λογαριάζει ούτε το νόμιμο ούτε το ηθικό. Κράτος είναι πλέον ο ίδιος και το κόμμα του. Ή ένα τμήμα του κόμματος, για να μην αδικήσουμε και κάποιους έντιμους που σίγουρα περιλαμβάνονται στους κόλπους του. Γι’ αυτό και η ιδιοτέλεια με τον κατάλογο των πάσης φύσεως καταπατήσεων δεν έχει τέλος. Και δεν έχει και ο κατήφορος τέρμα.

 Αλλά αυτό που πληγώνει είναι πώς καταδέχονται οι σημερινοί λειτουργοί της δημόσιας ζωής και εκπρόσωποι των κοινωνικών φορέων να γίνονται, καθώς εκείνος ο δημοσιογράφος και εκείνος ο εισαγγελέας του Καραπάνου, όργανα μιας αυταρχικής και αρπακτικής εξουσίας, ξηλώνοντας με την υπακοή τους στα κελεύσματά της κάθε νήμα της ομαλής και ειρηνικής ζωής στη χώρα μας. Γιατί αδυνατώ να πιστέψω πως οι επιστήμονες αυτοί περιορίστηκαν μόνο στο να μελετούν τα εγχειρίδια των σχολών τους και τους άφηναν παντελώς αδιάφορους η ελληνική, τουλάχιστον, ιστορία και η ελληνική, τουλάχιστον, λογοτεχνία. Κι αν δεν τα έμαθαν και δεν τα διδάχτηκαν τότε, δεν φρόντισαν να τα μάθουν αργότερα για να λειτουργούν με τον σεβασμό που απαιτούν οι νόμοι και τη δικαιοσύνη που συνυπάρχει με την ηθική τάξη; 

Εκτός κι αν η δύναμη του χρήματος που ασύστολα και αστόχαστα σκορπά η εξουσία για να λαδώνει μ’ αυτό τους αρμούς της είναι τόση που θέλει πολλήν αρετήν και τόλμην για να της αντισταθεί κανείς.

 *Φιλόλογος, συγγραφέας

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...