Ο Raúl Zibechi παρουσιάζει το βιβλίο του Miguel Benasayag Η τυραννία του αλγόριθμου | μετάφραση: Καλλιόπη Ράπτη | comune-info.
Στα Τετράδια της φυλακής, ο Antonio Gramsci έκανε διάκριση μεταξύ της μεγάλης πολιτικής και της μικρής πολιτικής. Η πρώτη επικεντρώνεται στις λειτουργίες που επιτελούν τα κράτη και στις κοινωνικo-οικονομικές δομές. Η δεύτερη είναι η καθημερινή πολιτική, της κοινοβουλευτικής συζήτησης, των συναλλαγών στους διαδρόμους, της ίντριγκας.
Η μεγάλη πολιτική είναι αναγκαστικά δημιουργική. Η μικρή είναι συντηρητική μόλις και μετά βίας προσπαθεί να διατηρήσει τις προϋπάρχουσες ισορροπίες. Στον σημερινό κόσμο, η υψηλή πολιτική ορίζεται από τις μεγάλες πολυεθνικές, τις ένοπλες δυνάμεις και τα think tank τους, καθώς και από ομάδες πίεσης και εξουσίας, όπως το βαθύ κράτος, το «βαθύ Κράτος» των Ηνωμένων Πολιτειών.
Με τη μικρή πολιτική ασχολούνται οι κυβερνήσεις, ιδίως οι προοδευτικές που δεν έχουν δυνατότητα να επηρεάσουν τη μεγάλη πολιτική, από τη στιγμή που δεν προτείνουν διαρθρωτικές αλλαγές και, κατά συνέπεια, περιορίζονται σε θέματα μακιγιάζ και πολιτικής αισθητικής, χρησιμοποιώντας κυρίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Το πιο συνηθισμένο είναι ότι προτείνουν σαν μεγάλη πολιτική ορισμένα ζητήματα που δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολιτικές της καθημερινότητας, και τα οποία συχνά αναλαμβάνουν μετά από προηγηθείσες αποτυχίες. Το έργο του φράγματος Belo Monte που προωθήθηκε από την κυβέρνηση Λούλα στη Βραζιλία είχε αποτύχει σχεδόν μισό αιώνα νωρίτερα λόγω της αντίθεσης των λαών του Αμαζονίου στο φαραωνικό αυτό έργο που πρότεινε η στρατιωτική δικτατορία. Το τρένο των Μάγια [μια σιδηροδρομική γραμμή τουριστικού και εμπορικού ενδιαφέροντος κατά μήκος των 1.500 χιλιομέτρων της χερσονήσου Γιουκατάν, το οποίο θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους πληθυσμούς] εμπίπτει στην ίδια κατηγορία της πολιτικής της ίντριγκας, που θέλει να το περάσει ως στρατηγικό έργο.
Από την άλλη πλευρά, η ψηφιακή ανάπτυξη, αποτελεί μέρος της μεγάλης πολιτικής που οι κυβερνήσεις, γενικά, αντιμετωπίζουν με τους τρόπους της μικρής πολιτικής. Περιορίζονται να της δώσουν την ευλογία τους σαν να ήταν μια αναπόφευκτη διαδικασία στην ανθρώπινη ζωή, όπως η γέννηση και ο θάνατος, όπως η ανατολή και η δύση του ήλιου.
Ωστόσο, η ψηφιοποίηση θεωρείται ως η τρίτη ανθρωπολογική επανάσταση, μετά τη δημιουργία της δομημένης γλώσσας και την εφεύρεση της γραφής, όπως υποστηρίζει ο Γαλλο-Αργεντινός ψυχαναλυτής και επιστημολόγος Miguel Benasayag στο βιβλίο του Η τυραννία του αλγόριθμου (Vita e Pensiero, 2020).
Ο Miguel είναι ένας σύντροφος του οποίου οι αναλύσεις είναι οξυδερκείς και διεισδυτικές. Ανήκει στη γενιά του 1968, πέρασε τρία χρόνια στις φυλακές της δικτατορίας εξαιτίας της ένταξής του στον Λαϊκό Επαναστατικό Στρατό και τώρα συμμετέχει στη γαλλική κολεκτίβα Malgré tout. Συνεχίζει να ασχολείται με τα κοινωνικά ζητήματα και έχει επικεντρωθεί στη μελέτη των συνεπειών των νέων τεχνολογιών στην κοινωνία.
Στο προηγούμενο βιβλίο του, Il cervello aumentato, l’uomo diminuito (Erickson, 2016 )*, παρατηρεί ότι, σε αντίθεση με τις προηγούμενες εφευρέσεις, από τον τροχό έως τα αντιβιοτικά, η ψηφιοποίηση δεν καταλήγει να παράγει έναν νέο τρόπο ύπαρξης στον κόσμο για τον άνθρωπο, αλλά απομακρύνει τον άνθρωπο από τον κόσμο και από τη δική του δύναμη να ενεργεί, αν και απελευθερώνει μια πολύ ισχυρή δύναμη σε τεχνολογικό επίπεδο.
Ο Benasayag υποστηρίζει ότι η επανάσταση της ψηφιοποίησης σημαίνει ότι η γνώση μας για τον κόσμο είναι 95% έμμεση. Ωστόσο, αυτή η έμμεση γνώση δεν προστίθεται στη γνώση που προκύπτει από τη σωματική εμπειρία, αλλά την αντικαθιστά και την ακυρώνει. Θεωρεί, επομένως, την ψηφιοποίηση βίαιη, επειδή αρνείται και καταστέλλει τη διαφορετικότητα (και όποιον είναι διαφορετικός) και τις ατομικές ταυτότητες.
Ο Benasayag υποστηρίζει ότι την ψηφιακή επανάσταση χαρακτηρίζουν η ταχύτητα και η πανταχού παρουσία. Στον κόσμο του αλγορίθμου δεν υπάρχει διαφορετικότητα, η ανάθεση των πολιτικών αποφάσεων στους αλγόριθμους αναστέλλει τη σύγκρουση, την εμποδίζει και την αναχαιτίζει. «Η άρνηση της σύγκρουσης μπορεί να προκαλέσει βαρβαρότητα», υποστηρίζει στο Elogio del Conflitto** (Ωδή στη σύγκρουση), που το έγραψε με τη σύντροφό του Angelica del Rey (Feltrinelli, 2008).
Η τυραννία του αλγόριθμου αποικίζει τη ζωή εξαλείφοντας την ιδιαιτερότητα των όντων και, κατά συνέπεια, καταστέλλοντας τις συγκρούσεις. Με αυτόν τον τρόπο μας αφήνει ανυπεράσπιστους, μας αποϋλοποιεί και μας στερεί τη διάσταση του σώματος, μας κάνει μόνο δυαδικά δεδομένα χαραγμένα σε τσιπ, κι αυτό μας ακινητοποιεί φυλακίζοντάς μας στην ατομικότητα.
Για να ξεφύγουμε από αυτή την τυραννία, υποστηρίζει ο Benasayag, πρέπει να αντισταθούμε στην καταστολή της διαφορετικότητας και της σύγκρουσης, πράγμα το οποίο φαίνεται να θέλουν οι κυβερνήσεις, γενικά, ακόμα και οι προοδευτικές. Γι’ αυτό ενδύονται με τα ρούχα των αυτόχθονων λαών και κραδαίνουν τα σκήπτρα της εξουσίας τους, επιχειρώντας να πείσουν ότι όλα είναι το ίδιο πράγμα, ότι όλα είναι ίδια στους πάνω όπως και στους κάτω. Η διαφορετικότητα και οι διαφορετικοί γίνονται αντιληπτοί ως απειλές από ένα σύστημα που δεν είναι ικανό να επεξεργαστεί τις συγκρούσεις, όπως, αντίθετα, έχει κάνει η ανθρωπότητα στην ιστορία της.
Η μικρή κυβερνητική πολιτική αποδεικνύεται ανίσχυρη μπροστά στη μεγάλη πολιτική των μεγάλων εταιρειών της πληροφορίας οι οποίες μπορούν ακόμη και να μπλοκάρουν και να διαγράψουν τους λογαριασμούς των προέδρων της αυτοκρατορίας. Το χειρότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να αγνοήσουμε τη δύναμη αυτής της τυραννίας, την ικανότητά της να εκμηδενίζει τα ανθρώπινα όντα.
Δεν έχουμε βρει ακόμη τρόπους δράσης που να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την «ψηφιακή επανάσταση», όχι για να την αρνηθούμε, αλλά για να την εμποδίσουμε από το να καταστρέψει τη ζωή. Αυτό που μαθαίνουμε είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει εάν περιοριστούμε στη μικρή «πολιτική των ανακτόρων».
*
Cerveau augmenté, homme diminué, Éditions La Découverte, 2016
** Éloge du conflit, Éditions La Découverte, 2007