KAINOTOPIO

KAINOTOPIO
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Οφειλόμενη απάντηση στην εισαγγελέα κ. Αδαμαντία Οικονόμου


ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ*

Στις 18 Δεκεμβρίου, η κ. Αδαμαντία Οικονόμου, εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής, πρότεινε την απαλλαγή του Ν. Μιχαλολιάκου, αρχηγού της οργάνωσης, καθώς και όλων των άλλων κατηγορουμένων πλην του Γ. Ρουπακιά, φυσικού αυτουργού της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Και τούτο με το σκεπτικό ότι τα περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κατηγορία δεν ήταν απόρροια κεντρικού σχεδιασμού, αλλά «μεμονωμένα». Για την κ. εισαγγελέα, με άλλα λόγια, η Χρυσή Αυγή δεν είναι εγκληματική οργάνωση με την έννοια του άρθρου 187 ΠΚ, αλλά πολιτικό κόμμα, ορισμένοι φίλοι –ή έστω μέλη– του οποίου παρεκτράπηκαν, εν αγνοία, περίπου, της ηγεσίας. Εξ ου και η απαλλακτική πρότασή της. Διότι στη χώρα μας, κατέληξε η κ. εισαγγελέας, «η ιδεολογική τοποθέτηση καθενός είναι ποινικά αδιάφορη».

Δεν συνηθίζεται να σχολιάζονται επιστημονικά, και μάλιστα από τις στήλες εφημερίδων, οι προτάσεις που διατυπώνουν οι εισαγγελείς όσο εκκρεμούν οι σχετικές δίκες. Πολύ λιγότερο από κάποιον που έχει καταθέσει ως μάρτυρας –κατηγορίας εν προκειμένω– στη συγκεκριμένη δίκη. Επειδή, εν τούτοις, η κ. εισαγγελέας αναφέρθηκε διεξοδικά σε μένα και σε όσα κατέθεσα ενώπιον του δικαστηρίου τον Μάιο του 2017, πιστεύω πως δικαιούμαι να αποστώ από τον άγραφο αυτόν κανόνα και να σχολιάσω τα επιχειρήματά της. Πρώτον, διότι είναι, όπως πιστεύω, εσφαλμένα. Δεύτερον, διότι όσα διακυβεύονται στη δίκη της Χρυσής Αυγής είναι τόσο σημαντικά, που δεν συγχωρούνται τέτοια λάθη από τον δημόσιο κατήγορο, δηλαδή από τον εκπρόσωπο του κράτους.
 

Δεν θα σταθώ στην ευκολία με την οποία η κ. εισαγγελέας δέχθηκε ότι ο ναζιστικός χαιρετισμός είναι απομίμηση του αρχαιοελληνικού. Ούτε στο ότι το εμβατήριο των χιτλερικών SA, που περιλαμβάνει στίχους όπως «μπήξτε τα μαχαίρια στο κορμί των Εβραίων» ή «ρίξτε χειροβομβίδες στα κοινοβούλια» (στίχους τους οποίους τραγουδούσαν εκατοντάδες μελανοχίτωνες κρατώντας αναμμένους δαυλούς),  αποτελεί μια ποινικά αδιάφορη παράθεση ενός «ιστορικού κειμένου». Διότι, όσο παράλογο και αν αυτό φαίνεται, οι απόψεις αυτές μπορεί να θεωρηθούν αξιολογήσεις, στις οποίες ένας εισαγγελέας δικαιούται κατ’ αρχήν να προβεί. Εν προκειμένω, εν τούτοις, δεν πρόκειται περί αυτού.

Γιατί, εν προκειμένω, η Χρυσή Αυγή δεν διώκεται για παραβίαση του αντιρατσιστικού νόμου ούτε για διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων. Διώκεται για μια σειρά από άλλες, πολύ σοβαρότερες αξιόποινες πράξεις, μεταξύ των οποίων μια ομολογημένη εν ψυχρώ δολοφονία, για πράξεις οι οποίες συνδέονται άρρηκτα με την ιδεολογία της. Δεν αναφέρομαι τόσο στο ιστορικό προηγούμενο των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου, που προετοίμασαν τη νομότυπη (μέσω εκλογών) άνοδο στην εξουσία του Αδόλφου Χίτλερ στη Γερμανία, το 1933. Γιατί η κ. εισαγγελέας θα μπορούσε να μου αντιτείνει ότι πρόκειται για απλή σύμπτωση. Αναφέρομαι, απεναντίας, στα επίσημα κείμενα και τις ομιλίες των στελεχών και, προπάντων, του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, που είναι γνωστές στο πανελλήνιο και προφανώς στο δικαστήριο. Φράσεις όπως «η πατρίδα δεν σώζεται με εκλογές» (2.8.2011), 100.000 αποφασισμένοι στην Αθήνα «μπορούν να πάρουν την εξουσία […] περπατώντας», «θα μπούμε στη Βουλή για να τη διαλύσουμε, αν θέλει ο Θεός» και άλλες, ων ουκ έστιν αριθμός, αποτελούν ατράνταχτη ομολογία ότι το κόμμα χρησιμοποιείται ως πρόσχημα. Οτι δηλαδή λειτουργεί ως πέπλο για να συγκαλύψει την αληθινή φύση της οργάνωσης. Αλλωστε, ούτε ο ίδιος ο αρχηγός το έκρυψε: όπως είπε, η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα μόνο «με τη νομική έννοια του όρου. Κατά τα άλλα, είναι εναντίον των κομμάτων και αγωνίζεται για την κατάργηση των κομμάτων» (28.7.2011).

Από την άλλη, ούτε έχουμε να κάνουμε με κάποιους γραφικούς νοσταλγούς του ναζισμού και των συμβόλων του, που πήραν ξαφνικά τους δρόμους και τα βουνά για να διακηρύξουν τα πιστεύω τους. Εχουμε να κάνουμε με «ομάδα», και μάλιστα «δομημένη» και «με διαρκή δράση», η οποία,
  σύμφωνα με το άρθρο 187 ΠΚ, «επιδιώκει τη διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων». Ασφαλώς, η κ. εισαγγελέας θα μπορούσε στο σημείο αυτό να αντιτείνει ότι για τον χαρακτηρισμό της «ομάδας» αυτής ως «οργάνωσης» (και μάλιστα «εγκληματικής») δεν αρκεί ότι έχει αρχηγό, κεντρική διοίκηση, τοπικά γραφεία και μέλη. Κάθε κόμμα έχει από αυτά. Εν τούτοις, διερωτάται κανείς ποιο άλλο κόμμα οργανώνει summer camps με αναρριχήσεις ενόπλων και ασκήσεις με πραγματικά πυρά· ποιο άλλο πραγματοποιεί παρελάσεις των μελών και οπαδών του με ομοιόμορφες στολές και βηματισμό χήνας; Κοντολογίς, η Χρυσή Αυγή είναι «οργάνωση» με τη στενή έννοια του όρου, χαρακτηριστικό γνώρισμα της οποίας είναι η στρατιωτική δομή και πειθαρχία. Εκατοντάδες περιστατικά –όπως, μεταξύ άλλων, το περίφημο «εγέρθητι»– δεν αφήνουν γι’ αυτό την παραμικρή αμφιβολία.

Προφανώς, το ότι πρόκειται για «οργάνωση» και όχι για συνονθύλευμα κάποιων φανατικών, ούτε η κ. εισαγγελέας μπορεί να το αρνηθεί. Ισχυρίζεται, εν τούτοις, ότι η οργάνωση αυτή δεν είναι «εγκληματική», αφού δεν υπάρχουν τάχα επαρκείς αποδείξεις ότι για καθεμιά από τις εγκληματικές πράξεις για τις οποίες τα μέλη της κατηγορούνται, δόθηκε «άνωθεν» σχετική εντολή. Στο σημείο ακριβώς αυτό εντοπίζεται, κατά τη γνώμη μου, το μείζον σφάλμα της κ. εισαγγελέως.

Δεν θα σταθώ στο αν πράγματι ο Λαγός τηλεφώνησε στον Μιχαλολιάκο τη νύχτα της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα,
  ούτε στον αν ο Ρουπακιάς ενέργησε ή όχι κατ’ εντολήν του τοπάρχη της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια. Ανήκει στην πολιτική αγωγή να το αποδείξει. Εμένα θα με απασχολήσει το ζήτημα αρχής: για τον χαρακτηρισμό μιας οργάνωσης ως εγκληματικής  και, κατ’ επέκταση, για την καταδίκη της συμμετοχής σε αυτήν, σύμφωνα με το άρθρο 187 ΠΚ, δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ότι τα συγκεκριμένα εγκλήματα διαπράχθηκαν κατόπιν άνωθεν εντολής. Αρκεί η απόδειξη της ενεργού και συνειδητής  συμμετοχής σε αυτήν των κατηγορουμένων. 

Αναφερόμενη στη μαρτυρική κατάθεσή μου, η κ. εισαγγελέας αγνόησε επιδεικτικά τα ανωτέρω, που αποτελούν και τη
ratio του άρθρου 187. Μου προσήψε μάλιστα ότι, επειδή δεν έχω άμεση γνώση των γεγονότων –κάτι που δεν αρνήθηκα–, όσα είπα για την ιδεολογία και τη δομή της Χρυσής Αυγής ήταν περίπου λόγια του αέρα.

Εν τούτοις, στη συγκεκριμένη δίκη, το προέχον δεν είναι αν οι ανωτέρω διέπραξαν οι ίδιοι τις συγκεκριμένες αξιόποινες πράξεις, αλλά αν ήσαν μέλη ή όχι της συγκεκριμένης εγκληματικής οργάνωσης, η οποία όχι μόνο τις εμπνεύσθηκε και τις σχεδίασε, αλλά συστάθηκε, κυριολεκτικά, για να τις διαπράξει. Διότι, σε αντίθεση με άλλα ακροδεξιά κινήματα, για τη Χρυσή Αυγή η βία είναι συστατικό στοιχείο της δράσης της. Χωρίς αυτήν δεν έχει λόγο ύπαρξης.

Συμπεραίνω: Στη συγκεκριμένη δίκη, για την ενοχή των κατηγορουμένων αρκεί να αποδειχθεί ότι ήταν μέλη της Χρυσής Αυγής. Αυτό προβλέπει το άρθρο 187 ΠΚ από το 2001. Τότε, χάρη κυρίως στο θάρρος του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλου, ξεπεράστηκαν οι επιφυλάξεις που είχε προπάντων διατυπώσει η Αριστερά και ψηφίστηκε ο ν. 2928/2001. Βάσει του νόμου αυτού δικάστηκε και καταδικάστηκε λίγο αργότερα και η 17Ν. Βασική καινοτομία του ήταν η διάκριση εγκληματικής οργάνωσης και (απλής) συμμορίας. Οπως έχει δεχθεί και ο Αρειος Πάγος, το στοιχείο που διαφοροποιεί την πρώτη από τη δεύτερη είναι «ο πραγματοπαγής χαρακτήρας της» (ΑΠ 973/2015). Είναι, όπως παρατηρεί ο συνάδελφος καθηγητής Αρ. Χαραλαμπάκης, η συγκρότησή της από μέλη που «αναλαμβάνουν διακριτούς και αλληλοϋποστηριζόμενους ή αυτοτελείς ρόλους […] με σκοπό να αυξήσουν την αποτελεσματικότητά τους […], ανεξαρτήτως της γνώσης εκάστου για τα συγκεκριμένα καθήκοντα των άλλων […]».

Η δίκη της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015. Εκτοτε, στις 450 και πλέον συνεδριάσεις του δικαστηρίου, η μεταχείριση που επιφυλάχθηκε στους εμπλεκομένους έδειξε ότι η χώρα μας είναι σε θέση να αντιμετωπίσει, όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη, ακόμη και τις δυσκολότερες περιπτώσεις παραβατικής συμπεριφοράς, με απόλυτο σεβασμό των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των εγγυήσεων του κράτους δικαίου.

Με τη δίκη αυτή, η ελληνική δικαιοσύνη καταξιώθηκε στα μάτια και των πιο κυνικών και των πιο αδιάφορων. Θα ήταν κρίμα η εντύπωση αυτή να διαλυθεί, αν γινόταν δεκτή μια τόσο εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

Το ερώτημα της Μάγδας Φύσσα στην εισαγγελέα


Δεν βιάζομαι, περιμένω την απόφαση του δικαστήριου. Η  εισαγγελική πρόταση δεν είναι καλός οιωνός. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα  δεν μπορεί να παραβιαστεί με επίκληση  του νέου ποινικού κώδικα και με στενή δικολαβίστικη ερμηνεία του Δικαίου και των πραγματικών περιστατικών. Οι ευθύνες τυχόν ξεπλύματος της εγκληματικής οργάνωσης θα είναι ιστορικές. Κατανοώ απόλυτα την αντίδραση της Μάγδας Φύσσα. Μετά από τόσα χρόνια στις αίθουσες των δικαστηρίων θα είναι τραγικό να νοιώσει μόνο αηδία.

Μια ιδιαίτερα φορτισμένη στιγμή εξελίχθηκε στο Εφετείο όταν η εισαγγελέας ζήτησε να διακοπεί για λίγο η αγόρευση της. Η Μάγδα Φύσσα, μέσα σε απόλυτη ησυχία στην αίθουσα, κατέβηκε τα σκαλιά και πλησίασε την έδρα ζητώντας να κάνει μια ερώτηση στην εισαγγελέα...  
Το προεδρείο προς στιγμήν «πάγωσε».
Η μητέρα του αδικοχαμένου Παύλου ζήτησε να απευθύνει ένα ερώτημα στην Α. Οικονόμου:
«Σήμερα ο Παύλος κλείνει 75 μήνες νεκρός. Τον ξαναμαχαιρώσατε;» το ερώτημα της Μάγδας Φύσσα. 
Φυσικά, δεν έλαβε καμία απάντηση... 

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι



Επειδή, εν θερμώ, στου κασίδη(αρη) το κεφάλι, δε θέλω να προσθέσω το ασήμαντο μακρύ μου και κοντό μου για την καυτή πατάτα του σταδιακού εκφασισμού της νεοελληνικής κοινωνίας μας, υπενθυμίζω κάποιες επισημάνσεις του Μάνου Χατζιδάκι σε ένα σημαντικό κείμενο του από το 1993, που δυστυχώς θεωρώ πως είναι προφητικά επίκαιρο:

 
"Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.
Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.
Ενώ τα πουλιά… Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις». Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες.
Πρόσφατη περίπτωση ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μόνο που ο πόλεμος αυτός μας δημιούργησε για ένα διάστημα μιαν αρκετά μεγάλη πλάνη, μιαν ψευδαίσθηση. Πιστέψαμε όλοι μας πως σ’ αυτό τον πόλεμο η Δημοκρατία πολέμησε το φασισμό και τον νίκησε. Σκεφθείτε: η «Δημοκρατία», εμείς με τον Μεταξά κυβερνήτη και σύμμαχο τον Στάλιν, πολεμήσαμε το ναζισμό, σαν ιδεολογία άσχετη από μας τους ίδιους. Και τον… νικήσαμε. Τι ουτοπία και τι θράσος. Αγνοώντας πως απαλλασσόμενοι από την ευθύνη του κτηνώδους μέρους του εαυτού μας και τοποθετώντας το σε μια άλλη εθνότητα υποταγμένη ολοκληρωτικά σ’ αυτό, δεν νικούσαμε κανένα φασισμό αλλά απλώς μιαν άλλη εθνότητα επικίνδυνη που επιθυμούσε να μας υποτάξει.
Ένας πόλεμος σαν τόσους άλλους από επικίνδυνους ανόητους σε άλλους ανόητους, περιστασιακά ακίνδυνους. Και φυσικά όλα τα περί «Ελευθερίας», «Δημοκρατίας», και «λίκνων πνευματικών και μη», για τις απαίδευτες στήλες των εφημερίδων και τους αφελείς αναγνώστες. Ποτέ δεν θα νικήσει η Ελευθερία, αφού τη στηρίζουν και τη μεταφέρουν άνθρωποι, που εννοούν να μεταβιβάζουν τις δικές τους ευθύνες στους άλλους.
(Κάτι σαν την ηθική των γερόντων χριστιανών. Το καλό και το κακό έξω από μας. Στον Χριστό και τον διάβολο. Κι ένας Θεός που συγχωρεί τις αδυναμίες μας εφόσον κι όταν τον θυμηθούμε μες στην ανευθυνότητα του βίου μας. Επιδιώκοντας πάντα να εξασφαλίσουμε τη μετά θάνατον εξακολουθητική παρουσία μας. Αδυνατώντας να συλλάβουμε την έννοια της απουσίας μας. Το ότι μπορεί να υπάρχει ο κόσμος δίχως εμάς και δίχως τον Καντιώτη τον Φλωρίνης).
Δεν θέλω να επεκταθώ. Φοβάμαι πως δεν έχω τα εφόδια για μια θεωρητική ανάπτυξη, ούτε την κατάλληλη γλώσσα για τις απαιτήσεις του όλου θέματος. Όμως το θέμα με καίει. Και πριν πολλά χρόνια επιχείρησα να το αποσαφηνίσω μέσα μου. Σήμερα ξέρω πως διέβλεπα με την ευαισθησία μου τις εξελίξεις και την επανεμφάνιση του τέρατος. Και δεν εννοούσα να συνηθίσω την ολοένα αυξανόμενη παρουσία του. Πάντα εννοώ να τρομάζω.
Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Οι μισητοί δολοφόνοι, που βρίσκουν όμως κατανόηση από τις διωκτικές αρχές λόγω μιας περίεργης αλλά όχι και ανεξήγητης συγγενικής ομοιότητος. Που τους έχουν συνηθίσει οι αρχές και οι κυβερνήσεις σαν μια πολιτική προέκτασή τους ή σαν μια επιτρεπτή αντίθεση, δίχως ιδιαίτερη σημασία που να προκαλεί ανησυχία. (Τελευταία διάβασα πως στην Πάτρα, απέναντι στο αστυνομικό τμήμα άνοιξε τα γραφεία του ένα νεοναζιστικό κόμμα. Καμιά ανησυχία ούτε για τους φασίστες, ούτε για τους αστυνομικούς. Ούτε φυσικά για τους περιοίκους).
Ο εθνικισμός είναι κι αυτός νεοναζισμός. Τα κουρεμένα κεφάλια των στρατιωτών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ευνοούν την έξοδο της σκέψης και της κρίσης, ώστε να υποτάσσονται και να γίνονται κατάλληλοι για την αποδοχή διαταγών και κατευθύνσεων προς κάποιο θάνατο. Δικόν τους ή των άλλων. Η εμπειρία μου διδάσκει πως η αληθινή σκέψη, ο προβληματισμός οφείλει κάπου να σταματά. Δεν συμφέρει. Γι’ αυτό και σταματώ. Ο ερασιτεχνισμός μου στην επικέντρωση κι ανάπτυξη του θέματος κινδυνεύει να γίνει ευάλωτος από τους εχθρούς. Όμως οφείλω να διακηρύξω το πάθος μου για μια πραγματική κι απρόσκοπτη ανθρώπινη ελευθερία.
Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα Μ.Μ.Ε. ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία και τεράστια κι αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέρονται.
Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακρά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από τη συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας.
Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας – που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος «αρχηγός» που θα ηγηθεί αυτό το κατάπτυστο περιεχόμενό μας. Και τότε θα ‘ναι αργά για ν’ αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς – όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλο. Είμαστε εσείς, εμείς και τα παιδιά μας. Δεχόμαστε να ‘μαστε απάνθρωποι μπρος στους φορείς του AIDS, από άγνοια αλλά και τόσο «ανθρώπινοι» και συγκαταβατικοί μπροστά στα ανθρωποειδή ερπετά του φασισμού, πάλι από άγνοια, αλλά κι από φόβο κι από συνήθεια.
Και το Κακό ελλοχεύει χωρίς προφύλαξη, χωρίς ντροπή. Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.


LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...