KAINOTOPIO

KAINOTOPIO
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Γιατί πρέπει να φορολογείται το facebook


Συντάκτης: 
Του Paul De Grauwe | Επιμέλεια-Μετάφραση: Μανώλης Χαιρετάκης
Οι νέες τεχνολογίες της πληροφορίας έχουν δημιουργήσει μια ολόκληρη ομάδα εταιρειών που έχουν καταστεί ιδιαίτερα κερδοφόρες. Οι περισσότερο επιτυχημένες βρίσκονται στη λίστα των δέκα πολυτιμότερων (Σ.τ.μ.: με την έννοια της ακριβότερης αποτίμησης) εταιρειών σε όλο τον κόσμο. Σε αυτά τα συμφραζόμενα, πολύτιμος εδώ σημαίνει τη χρηματική αξία των μετοχών αυτών των εταιρειών, δηλαδή την κεφαλαιοποίησή τους, όπως λένε οι οικονομολόγοι.
Η Alphabet (γνωστότερη ως Google), η Amazon, η Microsoft, το Facebook, η Alibaba αξίζουν η καθεμιά τους τουλάχιστον 400 δισ. δολάρια ΗΠΑ στα χρηματιστήρια αξιών. Δεν παράγουν κάτι χειροπιαστό. Παράγουν «πληροφορία». Αυτές οι επιχειρήσεις που παράγουν πληροφορία είναι υπερβολικά επιτυχημένες, αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν νέα προβλήματα.
Το πιο εμφανές χαρακτηριστικό αυτών των εταιρειών που παράγουν πληροφορία είναι ότι το οριακό κόστος της πληροφορίας που παράγουν είναι μηδενικό.
Για να φτιάξετε μια ταινία στο You Tube χρειάζεστε μια δαπάνη για να χρησιμοποιήσετε μια κάμερα, έναν φορητό υπολογιστή (λάπτοπ) και μια σύνδεση με το διαδίκτυο. Αλλά μόλις φτιάξετε την ταινία (το βίντεο), μπορείτε να την ανεβάσετε χωρίς επιπλέον κόστος.
Είτε υπάρχουν 10, 100 ή 100.000 θεατές που είδαν την ταινία, το γεγονός αυτό δεν επιφέρει καμία μεταβολή στη δαπάνη του δημιουργού της. Το οριακό κόστος (δηλαδή το κόστος για να δει κανείς μια φορά ακόμη την ταινία) είναι μηδενικό.
Και αυτό δεν τελειώνει εκεί. Οσο περισσότερους θεατές έχει η συγκεκριμένη ταινία τόσο μεγαλώνει η αξία της στο You Tube. Εάν, λ.χ., φτάσει τους 1 εκατομμύριο θεατές, αυτό θα προκαλέσει το ενδιαφέρον των διαφημιστών που θα θελήσουν να πληρώσουν αυτόν που δημιούργησε την ταινία για να βάλουν διαφήμιση. Ο (κάθε) διαφημιστής επιθυμεί να πληρώνει ανάλογα με το μέγεθος του ακροατηρίου.
Με αυτόν τον τρόπο ο παραγωγός της ταινίας στο You Tube παράγει κάτι που διαθέτει ένα μηδενικό οριακό κόστος και ένα οριακό έσοδο που αυξάνει ανάλογα με τον αριθμό των θεατών.
Οσο περισσότεροι δουν την ταινία τόσο πλουσιότερος γίνεται ο παραγωγός της, και μάλιστα χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα.
Ενα τέτοιο επιχειρηματικό μοντέλο δημιουργεί έναν αριθμό προβλημάτων. Το πρώτο είναι ότι οι εταιρείες που παράγουν πληροφορία δημιουργούν σημαντική οικονομική αξία χωρίς να χρησιμοποιούν πολλούς συντελεστές παραγωγής.
Δεν χρειάζεστε υπαλλήλους για να δημιουργήσετε σημαντικά έσοδα. Το Facebook με μια κεφαλαιοποίηση 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων έχει 21.000 υπαλλήλους.
Η Walmart, με μια κεφαλαιοποίηση 220 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έχει 2,1 εκατομμύρια υπαλλήλους.
Ετσι, το Facebook, που είναι διπλάσιο σε όρους κεφαλαιοποίησης σε σχέση με τη Walmart, έχει μόνο το 1% των υπαλλήλων της. Αυτό σημαίνει ότι ένα πολύ υψηλό επίπεδο οικονομικής αξίας διανέμεται σε έναν πολύ περιορισμένο αριθμό ατόμων, πράγμα που αποτελεί μια ωρολογιακή βόμβα ανισότητας.
Ενα δεύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με το δεδομένο ότι τα άτομα που γίνονται μέλη μιας τέτοιας πλατφόρμας πληροφορίας (λ.χ. του Facebook) στην πραγματικότητα δίνουν δωρεάν προσωπικές τους πληροφορίες.
Οι πληροφορίες αυτές γίνονται όλο και περισσότερο πολύτιμες καθώς ολοένα και περισσότερα άτομα γίνονται μέλη της πλατφόρμας.
Ο μεγάλος όγκος στοιχείων που περιέχουν προσωπικές πληροφορίες κάνει εφικτή την τοποθέτηση (στην πλατφόρμα) διαφημίσεων με πολύ υψηλή στόχευση, πράγμα που αποτελεί το όνειρο όλων των διαφημιστών.
Με αυτόν τον τρόπο οι εταιρείες όπως το Facebook παράγουν πληροφόρηση που δημιουργεί πάρα πολλά έσοδα χρησιμοποιώντας σαν «πρώτη ύλη» τις (δωρεάν) προσωπικές πληροφορίες που τους δίνουν δωρεάν οι χρήστες τους.
Οι εταιρείες αυτές αποτελούν μεγάλες μηχανές χρήματος δημιουργώντας τεράστιο πλούτο που δεν μοιράζεται, αφού κρατείται από ελάχιστους χαρούμενους που εργάζονται σε αυτές τις εταιρείες.
Αυτή η κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ. Ολοένα και μεγαλύτερη οικονομική αξία μοιράζεται σε ολοένα και λιγότερους ανθρώπους.
Τι πρέπει να γίνει; Ακολουθεί η πρότασή μου.
Το Facebook είχε 26 δισεκατομμύρια δολάρια διαφημιστικά έσοδα το 2016. Αυτά τα έσοδα προέκυψαν εξαιτίας της δωρεάν «πρώτης ύλης» των πληροφοριών που παρέχουν οι χρήστες του στο Facebook.
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να βάλει έναν φόρο της τάξης του 50% λ.χ., θεωρώντας δεδομένο ότι τουλάχιστον το μισό αυτού του εσόδου οφείλεται στις δωρεάν πληροφορίες.
Αυτό σημαίνει 13 δισεκατομμύρια δολάρια. Υπάρχουν τώρα περίπου 1,23 δισεκατομμύρια χρήστες Facebook και έπειτα από μια στρογγυλοποίηση αναλογεί σε κάθε χρήστη ανά έτος το ποσό των 10 δολαρίων ΗΠΑ.
Το ποσό αυτό μου φαίνεται να αποτελεί μια καλή εκτίμηση της ετήσιας αξίας της πληροφορίας που παρέχει ο κάθε χρήστης στο Facebook.
Η πρότασή μου λοιπόν είναι για έναν ετήσιο φόρο ανά χρήστη που θα τον πληρώνει το Facebook. Ο Zuckerberg (ο ιδρυτής του) θα είναι λίγο λιγότερο πλούσιος ύστερα από αυτόν τον φόρο, αλλά σίγουρα θα του μείνουν πολλά λεφτά.
Πολλά θέματα σχετίζονται με μια τέτοια πρόταση. Θα ήταν προτιμότερο -αλλά όχι αναγκαίο- να συντονίζεται (και να συλλέγεται) σε παγκόσμιο επίπεδο, πράγμα που δεν είναι εύκολο.
Υπάρχει επίσης το θέμα τού τι θα πρέπει να κάνουν οι κυβερνήσεις με αυτό το έσοδο.
Μια δυνατότητα είναι οι κυβερνήσεις να επιστρέφουν 10 δολάρια ΗΠΑ κάθε χρόνο σε κάθε χρήστη του Facebook ή, εναλλακτικά, τα έσοδα αυτά να χρησιμοποιούνται από τις κυβερνήσεις για επένδυση στην παιδεία, στο περιβάλλον ή στη διατηρήσιμη ενέργεια.
Εχω τη γνώμη πως τα θέματα αυτά είναι ξεχωριστά, που μπορούν να επιλυθούν χωρίς να μπλέκονται με τη φορολόγηση του Facebook και άλλων εταιρειών που παράγουν πληροφορίες (όπως λ.χ. η Google, η Amazon) και που χρησιμοποιούν δωρεάν ιδιωτικές πληροφορίες, μετασχηματίζοντάς τες σε μια μυθική μηχανή παραγωγής χρήματος (δηλαδή κερδών) από τα οποία επωφελούνται ελάχιστοι.

  Πηγή: www.socialeurope.eu

Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Kάθε αιώνας έχει τον δικό του Μεσαίωνα!


Συντάκτης: 
Σοφία Πατούρα *
Στον δικό μας αιώνα ο Μεσαίωνας μπήκε πολύ νωρίς! Από τις πρώτες κιόλας δεκαετίες. Με υποκινούμενους εμφύλιους πολέμους, με αποτυχημένες, «ύποπτες» κοινωνικές εξεγέρσεις, με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, με ξεριζωμό από πατρίδες και εστίες, με εκατομμύρια περιπλανώμενους πρόσφυγες και μετανάστες, με έντονη ανασφάλεια και φόβο από τα τρομοκρατικά χτυπήματα, με συρρίκνωση της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών, με πολλή φτώχεια και ανείπωτη απελπισία!
Αυτόν τον Μεσαίωνα ζει σήμερα η παγκόσμια κοινότητα, αλλού σε μικρή και αλλού σε μεγαλύτερη κλίμακα, ενίοτε καθολική, όπως συμβαίνει σε χώρες σαν τη Συρία, την Υεμένη, το Αφγανιστάν κ.λπ. Οσο για τα καθ’ ημάς, ζούμε κι εμείς τον δικό μας Μεσαίωνα! Ευτυχώς, ακόμη χωρίς πολέμους με βομβαρδισμούς και πολυβόλα, χωρίς τρομοκρατικά χτυπήματα, χωρίς βίαιους εκπατρισμούς.
Με οικονομικό μόνο πόλεμο, με πισώπλατα χτυπήματα, με μεθοδευμένους και αναπόφευκτους εκπατρισμούς. Εδώ, ο Μεσαίωνας μπήκε στις ζωές μας σιγά σιγά, με τρόπο ύπουλο. Μπήκε με τη μάσκα των «μνημονίων», σε μια στιγμή που αγνοούσαμε τι κρυβόταν πίσω από αυτήν.
Αν και πολλά τα ιστορικά παραδείγματα, θα προσεγγίσω τον δανεισμένο από τον Ρώσο συγγραφέα Ταράνοφ τίτλο του παρόντος άρθρου, στην κυριολεκτική του διάσταση, επικαλούμενη ad hoc μαρτυρίες δύο συγγραφέων του πρώιμου Μεσαίωνα: του παγανιστή Ζώσιμου και του ιστορικού Προκόπιου.
Τα συγκεκριμένα έργα παρέμειναν ανέκδοτα ενόσω εκείνοι ζούσαν, γιατί η σκληρή κριτική τους αφορούσε δύο μεγάλους, κατά τ’ άλλα, αυτοκράτορες, τον Κωνσταντίνο και τον Ιουστινιανό.
Είναι τόσο μεγάλες οι αναλογίες ανάμεσα σ’ εκείνα που δριμύτατα επικρίνουν οι συγγραφείς στην οικονομική και κοινωνική πολιτική των δύο αυτοκρατόρων και σε αυτά που βιώνουμε σήμερα, που δικαιολογούν, θα έλεγα, τους υποστηρικτές της άποψης ότι η Ιστορία κάνει κύκλους και επαναλαμβάνεται.
Ας μιλήσουν όμως τα ίδια τα ιστορικά πρόσωπα, με πρώτο τον Ζώσιμο:
«Ο Κωνσταντίνος επέβαλε και τον φόρο του “χρυσαργύρου” σε όλους τους εμπορευόμενους της επικράτειας, ακόμη και στους πιο φτωχούς μικρέμπορους,... ούτε καν τις δύστυχες εταίρες δεν εξαίρεσε από αυτόν. Κι έβλεπες σε όλες τις πόλεις τον κόσμο να κλαίει και να οδύρεται σαν να έφθανε το τέλος της τετραετίας και έπρεπε να εισπραχθεί ο φόρος εκείνος.
Οσοι είχαν περιέλθει σε έσχατη φτώχεια και δεν μπορούσαν να πληρώσουν, μαστιγώνονταν και βασανίζονταν. Εφθαναν στο σημείο μάνες να πωλούν τα παιδιά τους και πατέρες να εκπορνεύουν τα κορίτσια τους (πατέρες επί πορνείου θυγατέρας εστήσαντο) για να εξασφαλίσουν τα χρήματα για τους φοροεισπράκτορες του “χρυσαργύρου”».
 
Ενδιαφέρουσα είναι η συνέχεια της αφήγησης όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο ιστορικός μιλάει για τον επαχθή ΕΝΦΙΑ της εποχής, τον επονομαζόμενο «φόλλις». «Ο Κωνσταντίνος, αφού κατέγραψε τις περιουσίες των επιφανών πολιτών, επέβαλε έναν φόρο που τον ονόμασε “φόλλις”. Με όλους αυτούς τους φόρους οι πόλεις ξεζουμίσθηκαν (τας πόλεις εξεδαπάνησεν)˙ και, επειδή παρέμειναν σε ισχύ οι ίδιοι φόροι για πολύ καιρό μετά τον Κωνσταντίνο, σύντομα εξαντλήθηκε ο πλούτος των ανθρώπων και οι περισσότερες πόλεις εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους τους και ερημώθηκαν».
Πιο κοντά στη σημερινή πραγματικότητα βρίσκεται η πολυσέλιδη κριτική που ασκεί ο Προκόπιος στην πολιτική του Ιουστινιανού. Στη «Μυστική Ιστορία» του, στηλιτεύει με δριμύτητα την οικονομική πολιτική του, η οποία, όπως με λεπτομέρειες περιγράφει, κατέστρεψε όλες σχεδόν τις κοινωνικές τάξεις: τους κρατικούς λειτουργούς, τους στρατιωτικούς, τους δικηγόρους, τους γιατρούς, τους δασκάλους, τους ναυτικούς, τους τεχνίτες, τους εμπόρους, τους βιοτέχνες, τους λιανοπωλητές, τους αγρότες, τους γαιοκτήμονες, τους εργάτες, τους φτωχούς και τους ανάπηρους.
Δεν χαρίστηκε καν στους ανθρώπους του παλατιού και των αξιωματούχων του: γραμματείς, φρουροί, διερμηνείς κ.ά. υποχρεώνονταν να παραιτηθούν από την αποζημίωσή τους, μετά το πέρας της υπηρεσίας τους. Με τα μονοπώλια που εγκαθίδρυσε σε είδη πρώτης ανάγκης, έπληξε όλες τις κοινωνικές τάξεις και ευνόησε την αισχροκέρδεια. Εκτός από τις άλλες εισφορές, δύο νέοι φόροι, η «συνωνή» και η «επιβολή», οδήγησαν τους κτηματίες «στην πλήρη χρεοκοπία».
Ηταν τέτοια η φοροεπιδρομή του Ιουστινιανού ώστε «οι φοροεισπράκτορες δεν εισέπρατταν μόνο τον επιβεβλημένο στον καθένα τους ετήσιο φόρο, αλλά και το μερίδιο των πεθαμένων γειτόνων τους»! «Λύπη και κατήφεια επικρατούσε παντού... και οι άνθρωποι, στα σπίτια, στην αγορά και στα ιερά, δεν συζητούσαν τίποτε άλλο παρά για συμφορές και καταστροφές και για τις νέες δυστυχίες που θα τους έβρισκαν».
Με την άρνησή του να διαγράψει παλαιά χρέη προς το Δημόσιο -συνήθης έως τότε πρακτική «για να μην είναι αδιάκοπα πνιγμένοι στα χρέη οι άποροι... »-, ο Ιουστινιανός οδήγησε τους φτωχούς πολίτες σε ανέχεια και απόγνωση και «τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν τη χώρα και να μην ξαναγυρίσουν ποτέ».
Ετσι, λοιπόν, χτίστηκαν οι μεγάλες αυτοκρατορίες. Τη δόξα τους εζήλωσαν νεότερες και σύγχρονες Δυνάμεις, δικαιώνοντας τον ορισμό της Ιστορίας από τον Γάλλο πολιτικό φιλόσοφο Alexis de Tocqueville: «Η Ιστορία είναι μια πινακοθήκη όπου υπάρχουν λίγοι αυθεντικοί πίνακες και πολλά αντίγραφα».

* διευθύντριας Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Προοδευτική φορολόγηση εισοδημάτων

...Το 1880 οι «New York Times» δημοσίευσαν άρθρο του Φέλιξ Αντλερhttp://en.wikipedia.org/wiki/Felix_Adler_(professor) ο οποίος επιχειρηματολογούσε υπέρ μιας προοδευτικής φορολόγησης των εισοδημάτων που θα άγγιζε το 100% για τα υψηλότερα στρώματα. «Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να διασφαλίσει ο πολίτης όσα χρειάζεται για μια αξιοπρεπή ζωή» κατέληγε ο αμερικανός φιλόσοφος.

Η πρόταση μπορεί να μην υιοθετήθηκε πλήρως, όμως στις αρχές του 20ού αιώνα ο ανώτερος φορολογικός συντελεστής στις ΗΠΑ είχε ανέλθει από το 7% στο 77%. Το 1935 ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ θα σκανδαλίσει εν μέσω της Μεγάλης Υφεσης πολλούς συμπατριώτες του ανακοινώνοντας τη φορολόγηση με ποσοστό 79% των εισοδημάτων άνω των 5 εκατ. δολαρίων (περίπου 78 εκατ. δολάρια στην τρέχουσα ισοτιμία). Τις δύο πρώτες δεκαετίες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη γνώρισαν περίοδο σταθερής οικονομικής άνθησης, το αντίστοιχο ποσοστό άγγιξε το 90%, για να περιοριστεί επί προεδρίας Ρίγκαν στο 50%. Σήμερα ο ανώτερος συντελεστής στις ΗΠΑ φθάνει το 35%, όμως οι πλουσιότεροι Αμερικανοί δεν δηλώνουν εισοδήματα που προέρχονται από εργασία αλλά από επενδύσεις σε ακίνητα ή άυλες αξίες (μετοχές και ομόλογα). Το ποσοστό φορολόγησης αυτών των εισοδημάτων δεν ξεπερνά το 15%. Μια παλιά ιδέα που είχαν υποστηρίξει με θέρμη ακόμη και μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου πριν από έναν αιώνα επανέρχεται σήμερα (σε διάφορες μορφές) στο προσκήνιο: η θέσπιση ανώτατου μισθού σε συνάρτηση με τις κατώτατες αποδοχές ενός εργαζομένου.




LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...