Αριστοτέλης Σαΐνης Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Ο πρωτομάρτυρας Λέβι, στην κόλαση του Αουσβιτς, κατά τη σύντομη διαδρομή ώς τα μαγειρεία, απαγγέλλει Δάντη στον φίλο του Ζαν Σαμουέλ. Δεν είναι ο μόνος, μας θυμίζει ο Τσβετάν Τοντόροφ (Απέναντι στο ακραίο) που αφιερώνει ένα κεφάλαιο στην αισθητική εμπειρία μέσα στα στρατόπεδα.
Η Μίλενα και η Μαργκαρέτε κρύβονται για να συζητήσουν για τον Κάφκα, ένας νεαρός κομμουνιστής ανακαλύπτει μαγεμένος την Αισθηματική αγωγή και ο Χέρλινγκ-Γκρουτζίνσκι, στα στρατόπεδα της Βολόγκντας, τις Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων. Η Σαρλότ Ντελμπό είναι διατεθειμένη να ανταλλάξει τη μερίδα ψωμιού μιας μέρας για έναν Μολιέρο και ο Λέβι ακόμα και τη σούπα του για λίγους στίχους! Η Γκίνσπουργκ συνήθιζε ν’ απαγγέλλει για ώρες από στήθους ποίηση και πεζογραφία, και μια φορά, στο τρένο προς το Βλαδιβοστόκ, απήγγειλε ολόκληρο τον Ευγένιο Ονιέγκιν, μπροστά στους δύσπιστους δεσμώτες της, κερδίζοντας το στοίχημα.
Οταν η ατομική μνήμη δεν βοηθάει, η συλλογική προσπάθεια αγωνίζεται να γεμίσει τα κενά. Μας το θυμίζουν οι κυριακάτικες συναντήσεις των συντρόφων του Σεμπρούν στα αποχωρητήρια των βρομερών παραπηγμάτων του Μπούχενβαλντ και οι αχώριστες Μίλενα και Μαργκαρέτε που αναζητούν στο ζοφερό Ράβενσμπουργκ αναμνήσεις βιβλίων, καλής μουσικής ή κινηματογραφικών ταινιών, μικρές αλλά σίγουρες «νησίδες ωραίου μέσα στον ωκεανό της αθλιότητας και της απόγνωσης».
Αγώνας ενάντια στον εκφυλισμό του ανθρώπου; Απεγνωσμένη προσπάθεια να αγκιστρωθεί κανείς στο σύμπαν του πολιτισμού; Ο δικός μας Φραγκιάς θα το έλεγε δέηση να «μη γυρίσει κανείς στην προϊστορία»!
Μια τέτοια στιγμή –και μάλιστα, επική– αντιπροσωπεύει και η περίπτωση του Πολωνού αξιωματικού Γιόζεφ Τσάπσκι, ενός από τους ελάχιστους αξιωματικούς του πολωνικού στρατού που επέζησαν της σφαγής του Κατίν, ο οποίος δίνει διαλέξεις για τον Προυστ σε σοβιετικό γκουλάγκ!
Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, γεννημένος στην Πράγα το 1896, με σπουδές νομικών στην Πετρούπολη και ζωγραφικής στην Κρακοβία, ο ζωγράφος Τσάπσκι είναι γνωστός για τη συμμετοχή στο καλλιτεχνικό κίνημα των Καπιστών, κατά τη διάρκεια της πρώτης παραμονής του στο Παρίσι (από το 1922 έως τα τέλη της δεκαετίας του ’30), όπου θα ζήσει, εξόριστος, και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Θρησκευόμενος, φιλειρηνιστής αλλά και παρασημοφορημένος στον ρωσοπολωνικό πόλεμο του 1920, ο Τσάπσκι επιστρέφει ως έφεδρος αξιωματικός το 1939, για να συλληφθεί και να κρατηθεί έγκλειστος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη βόρεια Ρωσία. Τον χειμώνα του 1940-41, εβδομήντα εννέα από τους τέσσερις χιλιάδες Πολωνούς του Σταρομπιέλσκ μεταφέρθηκαν στο πρώην μοναστηριακό συγκρότημα του Γκριαζόβιετς. Ολοι οι άλλοι εξαφανίστηκαν δίχως ίχνη.
Με τη θερμοκρασία να φτάνει στους μείον σαράντα πέντε βαθμούς, οι εξαθλιωμένοι φυλακισμένοι προσπαθούν να ξαναπιάσουν «μια κάποια διανοητική εργασία» για να «σώσουν τα μυαλά τους». Ετσι γεννήθηκε η διάλεξη για τον Προυστ και το έργο του.
Ο Τσάπσκι, που είχε διαβάσει Προυστ στο Λονδίνο αναρρώνοντας από τύφο, κυριολεκτικά ζωγραφίζει! Με την αγωνία αποτυπωμένη στα διασωθέντα σχεδιαγράμματα των διαλέξεων και χωρίς καμία πρόσβαση στα βιβλία, αναπλάθει ολόκληρες σκηνές της προυστικής Αναζήτησης. Από μνήμης, παραθέτει με μεγάλη ακρίβεια φράσεις που επιτρέπουν τον εντοπισμό τους στο έργο του Προυστ.
Μια πλούσια, ακριβής και αισθαντική γλώσσα σκιαγραφεί μια πανοραμική εικόνα της γαλλικής κοινωνίας και του κλίματος της Αναζήτησης. Ο Τσάπσκι, που παρακολουθεί από κοντά τον Προυστ, καθώς εγκαταλείπει τα πάντα για να «ενταφιαστεί ζωντανός-νεκρός» στην ταπετσαρισμένη με φελλό κάμαρά του, υπηρετώντας έως θανάτου το έργο του, εμπλουτίζει τη διάλεξή του με οξυδερκείς στιλιστικές παρατηρήσεις και ενδιαφέροντα συγκριτολογικά σχόλια (τον ρεαλισμό του Μπαλζάκ ή του Τολστόι, τον αντιδιδακτισμό του Κόνραντ), ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει η ευφυώς πρωτότυπη παραβολή με τον Πασκάλ: «Η αποθέωση των πρόσκαιρων απολαύσεων της ζωής μάς αφήνει μια γεύση πασκαλικής στάχτης στο στόμα».
Ο Τσάπσκι, ο οποίος στην αιχμαλωσία κρατούσε ημερολόγιο και σχεδίαζε από μνήμης μικρογραφίες των προπολεμικών πινάκων του, θέτει και πάλι τη γνωστή βασανιστική διερώτηση: Είναι, λοιπόν, η τέχνη ικανή να εξυψώσει τον άνθρωπο και να τον ανασύρει από την αθλιότητα; Προφανώς η απάντηση είναι καταφατική, χωρίς να ξεχνάμε ότι στο Μαουτχάουζεν οι απαγχονισμοί γίνονταν συνοδεία μουσικής (Ιάκωβος Καμπανέλλης) ή ότι ένας Αϊχμαν λάτρευε τη ρομαντική μουσική δωματίου. Η βελανιδιά του Γκέτε διασώθηκε στην αυλή του Μπούχενβαλντ, ανάμεσα στο μαγειρείο και το πλυσταριό, και το ερώτημα «πώς άνθρωποι που αγαπούν την τέχνη, είναι ικανοί να κάνουν τόσο κακό;» ενός μέλους της ανδρικής ορχήστρας του Αουσβιτς δεν έπαψε να ηχεί στ’ αυτιά μας.
Οπως και να ’χει, μας θυμίζει ο Τζον Γκρέι σε άρθρο του, ο Τσάπσκι δεν ήταν ο μόνος που είχε ανακαλύψει στον Προυστ ένα παράθυρο στον άλλο κόσμο. Για τον Βαρλάμ Σαλάμοφ, το αντίτυπο του από Τη μεριά του Γκερμάντ που είχε βρει τυχαία στην Κολιμά, ήταν «πολυτιμότερο από τον ύπνο»!
Εξαιρετική έκδοση στην πολύτιμη σειρά δοκιμίων των Εκδόσεων Ποταμός, συνοδευτικό αρχειακό υλικό, χρονολόγιο και φωτογραφίες, ρέουσα μετάφραση από τα γαλλικά ενός συγκλονιστικού κειμένου που εκβιάζει την ανάγνωση και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Εξαιρετική η σύμπτωση με την ιστορία του ελληνικού Προυστ. Στο παράδειγμα του Παύλου Ζάννα που μετέφρασε το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο έγκλειστος στη φυλακή, η σωματοποίηση της οριακής εμπειρίας συναντά, επίσης, με σχεδόν κρατυλικό τρόπο, τη χαμένη ζωή και τα προυστικά αδιέξοδα.
https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/anoihto-biblio/297196_ayto-einai-o-anthropos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου