38
Λίγα μάτια, λίγα στόματα
θα σας μείνουνε ανοιχτά.
για να κλαύσετε τα σώματα
που θε νά 'βρει η συμφορά!
40
Γιατί η μάχη εστάθει ολίγη;
Λίγα τα αίματα γιατί;
Τον εχθρό θωρώ να φύγει
και στο κάστρο ν' ανεβεί.
41
Μέτρα! Ειν' άπειροι οι φευγάτοι
οπού φεύγοντας δειλιούν•
τα λαβώματα στην πλάτη
δέχοντ', ώστε ν' ανεβούν.
57
Εκειό το έγγισμα πηγαίνει
βαθειά μες στα σωθικά,
όθεν όλη η λύπη βγαίνει,
και άκρα αισθάνονται ασπλαχνιά.
58
Τότε αυξαίνει του πολέμου
ο χορός τρομακτικά,
σαν το σκόρπισμα του ανέμου
στου πελάου τη μοναξιά.
60
Κάθε σώμα ιδρώνει, ρέει•
λες κι εκείθενε η ψυχή
απ' το μίσος που την καίει
πολεμάει να πεταχθεί.
64
Κοίτα χέρια απελπισμένα
πώς θερίζουνε ζωές!
Χάμου πέφτουνε κομμένα
χέρια, πόδια, κεφαλές,
68
Ολιγόστευαν οι σκύλοι
και “Αλλά”, εφώναζαν, “Αλλά”,
και των Χριστιανών τα χείλη
φωτιά”, εφώναζαν, “φωτιά”.
70
Παντού φόβος και τρομάρα
και φωνές και στεναγμοί•
παντού κλάψα, παντού αντάρα,
και παντού ξεψυχισμοί.
72
Σαν ποτάμι το αίμα εγίνη
και κυλάει στη λαγκαδιά,
και το αθώο χόρτο πίνει
αίμα αντίς για τη δροσιά.
117
και χειρότερα αγριεύει
και φουσκώνει ο ποταμός•
πάντα, πάντα περισσεύει•
πολύ φλοίσβισμα και αφρός.
131
Πιάνει, αυξαίνει, κοκκινίζει
και σηκώνει μια βροντή,
και το πέλαο χρωματίζει
με αιματόχροη βαφή.
133
Εκρυφόσμιγαν οι φίλοι
με τσ' εχθρούς τους τη Λαμπρή,
και τους έτρεμαν τα χείλη
δίνοντάς τα εις το φιλί.
144
Η Διχόνοια που βαστάει
ένα σκήπτρο η δολερή
καθενός χαμογελάει,
πάρ' το", λέγοντας, "και συ".
147
Μην ειπούν στο στοχασμό τους
τα ξένη έθνη αληθινά:
"Εάν μισούνται ανάμεσό τους
δεν τους πρέπει ελευθεριά".
150
Πόσο λείπει, στοχασθείτε,
πόσο ακόμη να παρθεί•
πάντα η νίκη, αν ενωθείτε,
πάντα εσάς θ' ακολουθεί.
157
Τι θα κάμετε; Θ' αφήστε
να αποκτήσομεν εμείς
λευθεριάν, ή θα την λύστε
εξ αιτίας πολιτικής;
158 (ακροτελεύτια στροφή)
Τούτο ανίσως μελετάτε
ιδού εμπρός σας τον Σταυρό:
Βασιλείς, ελάτε, ελάτε,
και κτυπήσετε κι εδώ!"”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου