…Από την άλλη πλευρά τα μέτρα που είχε πάρει η κυβέρνηση για να εμποδίσει τους προόδους της μεγάλης ιδιοκτησίας και τους σφετερισμούς των ισχυρών έπεφταν όλο και περισσότερο στη λησμονιά. Στα μέσα του 14ου αιώνα ήταν κάτι παλιό που κανείς δεν του έδινε σημασία. Ο ελεύθερος χωρικός είχε εξαφανισθεί ταυτόχρονα με τη μικρή ελεύθερη ιδιοκτησία: η συνηθέστερη γεωργική πρακτική μεταξύ του 13ου και του 15ου αιώνα ήταν εκείνη των παροίκων, καλλιεργητών δεμένων με τη γη του κυρίου τους που ήταν υποχρεωμένοι να του πληρώνουν ένα σωρό ενοίκια και εισφορές
Κατά την τελευταία περίοδο της βυζαντινής αυτοκρατορίας, οι κοινότητες των ελεύθερων χωρικών φαίνονταν όλο και περισσότερο σπάνιο είδος. Ένα μεγάλο μέρος της γης ανήκει στον αυτοκράτορα ή το δημόσιο ταμείο, που εκμεταλλεύεται τα κτήματα μέσω των παροίκων τους ή τα νοικιάζουν. Οι εκκλησίες και τα μοναστήρια έχουν πολλές ιδιοκτησίες που τις εκμεταλλεύονται οι μοναχοί και οι πάροικοι τους. Αν και κατ΄ αρχήν αυτά τα κτήματα όφειλαν φόρο κτηματικής περιουσίας στο κράτος, στην πραγματικότητα συχνά απαλλάσσονταν και εν πάση περιπτώσει ήταν απαλλαγμένα από όλες τις έκτακτες επιβαρύνσεις. Το υπόλοιπο που αποτελούσε την πραγματική ατομική περιουσία, μοιράζονταν ανάμεσα σε μεγάλα κτήματα που άνηκαν σε ευγενείς ιδιοκτήτες, που έβαζαν τους παροίκους τους να τα καλλιεργούν ή να τα νοικιάζουν, σε στρατιωτικά φέουδα, των οποίων οι ιδιοκτήτες ήταν υποχρεωμένοι μόνο να προσφέρουν μόνο στρατιωτική υπηρεσία και τέλος σε αγροτικές κοινότητες και ιδιοκτησίες που ήταν οι λιγότερες και εκείνες που επιβαρύνονταν περισσότερο: γιατί εκτός από τους αμέτρητους φόρους που πλήρωναν στο δημόσιο ταμείο, είχαν και άλλες υποχρεώσεις απέναντι στο άρχοντα του οποίου την προστασία είχαν δεχτεί λίγο- πολύ με τη θέληση τους. Εκείνοι που τα κατείχαν ονομάζονταν φτωχοί και ήταν πράγματι αξιοθρήνητα φτωχοί…Η σκληρότητα της κατάστασης των παροίκων προκαλεί αθλιότητα και εγκατάλειψη των εξοχών και μια γενική δυσαρέσκεια των κατώτερων τάξεων που μεταφράζεται για παράδειγμα κατά τον 14ο αιώνα, σε μια κοινωνική ένταση που γίνεται κάθε μέρα και μεγαλύτερη. Οι πολλές απαλλαγές που απολαμβάνουν οι μεγάλοι ιδιοκτήτες μειώνουν σημαντικά τους πόρους που εξασφαλίζει στο δημόσιο ταμείο ο φόρος ακίνητης περιουσίας και κάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των επιβαρύνσεων να πέφτουν πάνω στους φτωχούς, αυξάνουν την αποθάρρυνση και το επαναστατικό πνεύμα τους, πόσο μάλλον που το δημόσιο ταμείο, μέσα στην αυξανόμενη φτώχεια, αυξάνει συνεχώς τις απαιτήσεις του και εισπράττει τους φόρους με τρομακτική σκληρότητα, υποχρεώνοντας τους χωρικούς να πληρώσουν έξι ή δώδεκα φορές από αυτά που χρωστούσαν…Ήδη από τον 11ο αιώνα, οι τσακισμένοι από τους φόρους επαρχιώτες καλούσαν πολλές φορές τον εχθρό ή επαναστατούσαν κατά της αυτοκρατορίας. Για να ξεφύγουν από τη φορολογική τυραννία έφευγαν στα βουνά και περνούσαν στο εξωτερικό, απέραντες εκτάσεις της χώρας έμεναν ακαλλιέργητες. Η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη κατά τον 14ο και 15ο αιώνα: τόσο που με την ολοένα και μεγαλύτερη μείωση της φορολογητέας ύλης, η οικονομική δυσκολία που προκαλούσε η καταστροφή της γεωργίας ήταν βαθιά.
… Στα μέσα του 14ου αιώνα αυτοκράτορας Ιωάννης Κατακουζηνός δηλώνει: <Δεν υπάρχουν πια χρήματα Τα αποθέματα έχουν ξοδευτεί, τα αυτοκρατορικά κοσμήματα έχουν πουληθεί, και οι φόροι δεν εισπράττονται πια. Η χώρα έχει καταστραφεί εντελώς>. Η γυναίκα του ίδιου ηγεμόνα διαπιστώνει ότι η αυτοκρατορία έχει εκμηδενισθεί, ότι έχει πέσει στο τελευταίο σκαλοπάτι της φτώχειας< σε σημείο, όπως λέει που να μην τολμάω να μιλήσω σχετικά, για να μην κοκκινίσω μπροστά σε αυτούς που με ακούν>…Η ίδια αυτή αυλή, στην οποία η βυζαντική ματαιοδοξία ήθελε να διατηρήσει με κάθε θυσία μια φαινομενική λάμψη, ήταν ανίκανη πια να κρύψει τη φτώχεια της. Στους γάμους του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, το 1347, το γαμήλιο συμπόσιο σερβιρίστηκε σε σκεύη από πηλό και κασσίτερο και ούτε ένα χρυσό ή ασημένιο κομμάτι δεν παρουσιάστηκε στο τραπέζι. Οι ενδυμασίες, τα αυτοκρατορικά διαδήματα ήταν στολισμένα με πολύχρωμα γυαλιά αντί για πολύτιμες πέτρες, με επιχρυσωμένο χαλκό αντί για χρυσό. …Για να δεχτεί η βυζαντινή αυλή μια τέτοια ταπείνωση, η οικονομική δυστυχία έπρεπε να είναι βαθιά. Πράγματι το θησαυροφυλάκιο ήταν εντελώς άδειο.
Έτσι οι τελευταίοι Παλαιολόγοι κατέφευγαν στα χειρότερα μέσα. Για να βρει χρήματα, ο Ιωάννης Ε΄ έβαζε ενέχυρο τα κοσμήματα του στέμματος ή εγκατέλειπε κάποια περιοχή με αντάλλαγμα μερικές χιλιάδες δουκάτα. Ο βασιλιάς γινόταν λεία των τοκογλύφων και πράγμα παράξενα ταπεινωτικό, είχε συλληφθεί κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Δύση για χρέη στη Βενετία και τον είχαν κρατήσει εκεί ώσπου να εξοφλήσει τους πιστωτές του.
…Το 1423 η αυτοκρατορία είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε πούλησε για 50.000 δουκάτα στους Βενετούς τη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη πόλη της μοναρχίας. Στις αρχές του 15ου αιώνα, στην Κωνσταντινούπολη, η ωραιότερη συνοικία της πόλης είχε ερημωθεί και ακόμη και για τη συντήρηση της Αγίας Σοφίας δεν έβρισκαν πάντοτε τα απαραίτητα χρήματα. Έχοντας χάσει την της αρχαία λάμψη της, με πολύ μειωμένο πληθυσμό-βρίσκεις εκεί, λύει ένας περιηγητής του 15ου αιώνα, πολύ περισσότερο άδεια παρά γεμάτα>- η ετοιμοθάνατη πρωτεύουσα φαινόταν να πενθεί την κατεστραμμένη μοναρχία, και αν και εξακολουθούσε να κάνει εντύπωση στον κόσμο και να προσελκύει πλήθος περιηγητών και εμπόρων, άλλοι και όχι οι κάτοικοι της επωφελούνταν από τη θαυμάσια θέση που κατείχε και εκμεταλλεύονταν αυτό που ήταν για πολύ καιρό ο πλούτος της.
Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Charles Diehl, Τόμος Β΄ σελ.263,264 και 269,270.