KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Όσο υπάρχουν δάσκαλοι...



Παλιά μου πεποίθηση που δεν έχει διαφοροποιηθεί με τα χρόνια είναι, ότι το δημοτικό σχολείο και η ειδικότερα η Α΄ τάξη δημοτικού έχουν θεμελιώδη σημασία για την πορεία ενός παιδιού στην εκπαιδευτική διαδικασία. Ο δάσκαλος ή η δασκάλα που αναλαμβάνει αυτή την τάξη έχει μια καίρια, ευσύνοπτη ευθύνη στην οποία πρέπει να ανταποκριθεί με την συνολική  εμπειρία του, την παιδαγωγική του συγκρότηση και την αγάπη του για τα παιδιά: Την είσοδο των παιδιών στο σχολείο με τον πιο ομαλό τρόπο ώστε αφενός μεν να μην κατασταλεί η έμφυτη περιέργεια  τους για οποιαδήποτε γνωστικό αντικείμενο και αφετέρου να μάθουν να συνυπάρχουν και να συνεργάζονται το ένα με το άλλο, δηλαδή να κοινωνικοποιηθούν. Με άλλα λόγια να μάθουν να ρωτάνε και η πρώτη απάντηση τους, πέρα από γνώσεις, να είναι ο αρμονικός τρόπος που θα μάθουν να συμβιώνουν με τους άλλους δίπλα τους. Να ανακαλύψουν και να αποδεχτούν την ετερότητα.  
Από προσωπική εμπειρία που βέβαια δεν μπορεί να γενικευτεί σε απαρέγκλιτο κανόνα, ούτε καν για τα εγχώρια εκπαιδευτικά δεδομένα, ενώ η δασκάλα μου στην Α΄ τάξη δημοτικού ήταν εξαιρετική και τη θυμάμαι πάντοτε με σεβασμό και ευγνωμοσύνη αλλά και όλοι οι δάσκαλοι μου του δημοτικού ήταν αξιόλογοι και επαρκέστατοι, λίγοι δάσκαλοι στο γυμνάσιο και το λύκειο ξεχώριζαν και μπορούσαν να δώσουν εναύσματα με τη συγκρότηση τους ή το προσωπικό τους παράδειγμα. Στο πανεπιστήμιο δε, το δείγμα περιελάμβανε  ελάχιστες περιπτώσεις και ως ειρωνικό παράδειγμα μπορώ να αναφέρω κάποιον καθηγητή  που ξεχώριζα τουλάχιστον για τον τρόπο διδασκαλίας του και την μεταδοτικότητα του, για τον οποίον έχασα πάσα ιδέα όταν ανακατεύτηκε με την πολιτική, στην οποία ανακατεμένος σε δεύτερο πλάνο και τώρα πια παραμένει.
Στα παρακάτω αποσπάσματα από συνέντευξη του Noam Chomsky που δημοσιεύτηκαν στην Αυγή της Κυριακής θεωρώ ότι γίνονται αξιόλογες επισημάνσεις:

 * Πιστεύετε λοιπόν ότι ένα άτομο ξέρει πραγματικά τι είναι αυτό που θέλει να κάνει;
Υπό τις κατάλληλες συνθήκες, ναι. Τα παιδιά, για παράδειγμα, είναι εκ φύσεως περίεργα -- θέλουν να μάθουν τα πάντα, θέλουν να εξερευνήσουν τα πάντα, αλλά συνήθως αυτό φροντίζουν να τους το βγάλουν από το κεφάλι τους. Μπαίνουν σε πειθαρχημένες δομές, όπου τα πράγματα οργανώνονται με άκαμπτο τρόπο. Γι’ αυτό το σχολείο είναι βαρετό· κι ωστόσο μπορεί να γίνει συναρπαστικό! Μέχρι τα δώδεκά μου πήγαινα σε ένα σχολείο οργανωμένο με βάση τις παιδαγωγικές αρχές του Τζων Ντιούι. Ήταν μια συναρπαστική εμπειρία, ήθελες να πηγαίνεις στο σχολείο. Δεν υπήρχε κατάταξη και βαθμολογία. Βέβαια, υπήρχε μια κατεύθυνση, δεν έκανες απλώς ό,τι σου κατέβαινε. Υπήρχε μια δομή, αλλά κυρίως μας ενθάρρυναν να καλλιεργούμε τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις μας, και να συνεργαζόμαστε μεταξύ μας.
Στην πραγματικότητα, δεν ήξερα αν ήμουν καλός μαθητής έως ότου πήρα στο γυμνάσιο. Πήγα σε ένα γυμνάσιο στο οποίο υπήρχε αυστηρή αξιολόγηση και κατάταξη. Έπρεπε να πας στο πανεπιστήμιο, κι έπρεπε να περάσεις τα τεστ. Ήταν κάτι πολύ διαφορετικό: έπρεπε να είσαι ο καλύτερος μαθητής, όχι απλώς καλός. Κι αυτό ήταν καταστροφή: έφτιαχνε ανθρώπους που πραγματικά δεν ξέρουν τι θέλουν να κάνουν. Αυτό συνέβη και με μένα: στο γυμνάσιο έχασα σχεδόν κάθε ενδιαφέρον. Το πρόγραμμα σπουδών του πανεπιστημίου ήταν αλήθεια συναρπαστικό: πολλά μαθήματα, σπουδαία μαθήματα! Αποδείχθηκε όμως ότι το πανεπιστήμιο ήταν σαν ένα διογκωμένο γυμνάσιο. Έπειτα από ένα χρόνο ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω· ήταν ζήτημα τύχης που δεν το έκανα. Έτυχε να γνωρίσω έναν διδάσκοντα που μου πρότεινε να παρακολουθήσω κάποια μεταπτυχιακά του σεμινάρια· στη συνέχεια παρακολούθησα και άλλα μεταπτυχιακά σεμινάρια. Αλλά δεν έχω καμία επαγγελματική κατάρτιση. Αυτός είναι ο λόγος που διδάσκω στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, το MIT -- δεν έχω τα απαιτούμενα προσόντα για να διδάξω σε ένα παραδοσιακό, ακαδημαϊκό πανεπιστήμιο.

* Τι πιστεύετε για την εκπαίδευση σήμερα;
Μπορεί να είναι εξαιρετικά αλλοτριωτική -- το διαπιστώνω από τα εγγόνια μου και τις παρέες τους. Βλέπεις παιδιά που δεν ξέρουν καθόλου τι θέλουν να κάνουν, έτσι καπνίζουν μαύρο, πίνουν, παρατάν το σχολείο, δοκιμάζουν κάθε είδος αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Κι αυτό γιατί έχουν και ενέργεια και ενθουσιασμό, αλλά δεν μπορούν να τα κάνουν τίποτα. Ακόμη και η έννοια του παιχνιδιού έχει αλλάξει. Το διαπιστώνω ακόμα και στην περιοχή όπου ζω. Η γυναίκα μου κι εγώ διαλέξαμε αυτό το μέρος, επειδή ήταν πολύ κατάλληλο για τα παιδιά μας: δεν είχε πολλά αυτοκίνητα στους δρόμους, υπήρχε ένα δάσος κοντά και τα παιδιά θα μπορούσαν να παίζουν στο δρόμο. Ήταν έξω κι έπαιζαν όλη την ώρα, γύρναγαν με τα ποδήλατά τους, έκαναν διάφορα. Σήμερα, τα παιδιά της περιοχής δεν τριγυρίζουν άσκοπα έξω από το σπίτι: είναι κλεισμένα μέσα παίζοντας βιντεοπαιχνίδια είτε μετέχουν σε οργανωμένες δραστηριότητες, όπως προγράμματα σπορ φτιαγμένα από ενήλικες κ.ο.κ. Η έννοια του αυθόρμητου παιχνιδιού έχει χαθεί. Και αυτό είναι πολύ κακό, γιατί το αυθόρμητο παιχνίδι αποτελεί ένα πεδίο όπου καλλιεργείται και ανθίζει η δημιουργικότητα. Αν πρέπει να παίξεις στους δρόμους, αν παίζεις μπέιζμπολ μ’ ένα σκουπόξυλο που μάζεψες από κάπου, αυτό είναι πολύ διαφορετικό από το να μετέχεις σ’ ένα οργανωμένο πρωτάθλημα, όπου θα πρέπει να φοράς στολή.

* Πιστεύετε ότι είναι εύκολο οι άνθρωποι, σήμερα, να υπερβούν αυτές τις δομές που τους επιβάλλονται, που τους κάνουν να μην ξέρουν τι θέλουν αληθινά;
[…] Αν πάμε πίσω στον 19ο αιώνα, βλέπουμε ότι οι εργαζόμενοι, στις αρχές της Βιομηχανικής Επανάστασης, βρίσκονται σε ολομέτωπη αντίθεση με το βιομηχανικό σύστημα. Λένε ότι τους στερεί την ελευθερία τους, την ανεξαρτησία τους, τα δικαιώματά τους ως μελών μιας ελεύθερης δημοκρατίας, ότι καταστρέφει την κουλτούρα τους. Και πιστεύουν, ολοκάθαρα, ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ιδιοκτήτες των εργοστασίων και να τα διαχειρίζονται μόνο τους. Τον 19ο αιώνα στις ΗΠΑ, χωρίς καμία επιρροή του μαρξισμού ή οποιουδήποτε άλλου ευρωπαϊκού ρεύματος σκέψης, θεωρούνταν λίγο πολύ δεδομένο, στους κόλπους των εργατών, ότι η μισθωτή εργασία ταυτίζεται σχεδόν με τη δουλεία -- και διαφέρει μόνο επειδή είναι προσωρινή. Αυτό ήταν τόσο ευρέως αποδεκτό, ήταν κλισέ, και έγινε σύνθημα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Για τους εργάτες στις πολιτείες του Βορρά, αυτή ήταν η σημαία κάτω από την οποία πολέμησαν: ότι η μισθωτή σκλαβιά είναι εξίσου κακή με τη δουλεία.
Αυτή η αντίληψη έπρεπε να ξεριζωθεί από τα μυαλά των ανθρώπων. Ωστόσο, νομίζω ότι δεν έχει θαφτεί εντελώς, μπορεί να αναδυθεί ανά πάσα στιγμή. Θα μπορούσε να επανέλθει σήμερα: ο Ομπάμα έχει, πάνω κάτω, στα χέρια του την αυτοκινητοβιομηχανία και κλείνει εργοστάσια αυτοκινήτων, την ίδια στιγμή που υπογράφει συμφωνίες με την Ισπανία και τη Γαλλία για την κατασκευή υποδομών σιδηροδρόμου υψηλής τεχνολογίας, όπου οι ΗΠΑ είναι πολύ πίσω, χρησιμοποιώντας ομοσπονδιακούς πόρους. Αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι που δουλεύουν στο Ντιτρόιτ θα πουν: Μπορούμε να το κάνουμε εμείς· ας πάρουμε σα χέρια μας το εργοστάσιο και να τα κάνουμε. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναγέννηση της βιομηχανίας στη χώρα μας, και θα ήταν βέβαια τρόμος για τις τράπεζες και την ιθύνουσα τάξη.
μετάφραση: Λ. Ροδάμνης

Η συνέντευξη, η οποία δημοσιεύεται εδώ αποσπασματικά, δόθηκε στον Michael Kasenbacher του New Left Project, 24.12.2012
goo.gl/HBP4A
users.sch.gr/gkoutzamanis/Arthra/dewey.doc

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...