Θάνος Μικρούτσικος
Ο,τι ισχύει στα μαθηματικά ισχύει και στη μουσική. Το timing της μουσικής ιδέας που λέγαμε. Και από μαθηματική άποψη η τέλεια εκδοχή είναι οι φούγκες του Μπαχ και ας μην ήξερε ο Μπαχ να λύνει εξισώσεις.
Η «Εφ.Συν.» δημοσιεύει αποκλειστικά την ομιλία που έδωσε ο Θάνος Μικρούτσικος στις 7 Δεκεμβρίου 2018 στην Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία στην Αθήνα, η οποία γιόρτασε τα 100 χρόνια της και τον τίμησε ως μαθηματικό-συνθέτη για το έργο του
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά το Δ.Σ. της ΕΜΕ που αποφάσισε να με τιμήσει ως μαθηματικό-συνθέτη για το έργο μου, ειδικά εφέτος που η ΕΜΕ γιορτάζει τα 100 χρόνια παρουσίας της στα επιστημονικά και εκπαιδευτικά δρώμενα της χώρας μας.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι τα μαθηματικά έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μου και της προσωπικότητάς μου. Αυτό έγινε αντιληπτό και από το σινάφι μου με τον τρόπο που διαχειρίστηκα και καθοδήγησα μια σειρά πολιτιστικούς θεσμούς, όπως το Μουσικό Εργαστήρι στη δεκαετία του ’70, την Εταιρεία Νέας Μουσικής και κυρίως το Διεθνές Φεστιβάλ της Πάτρας στη δεκαετία του ’80, θεσμός που αμέσως καταγράφηκε στον ευρωπαϊκό πολιτιστικό χάρτη.
Επίσης το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών αλλά και το υπουργείο Πολιτισμού (1993-96) καθώς και πολλούς άλλους. Το οργανωτικό κομμάτι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ήταν υψηλών προδιαγραφών και αυτό εξέπληξε ακόμα κι εμένα, αν αναλογιστεί κανείς ότι τότε κυριαρχούσε σε αυτούς τους θεσμούς η ανοργανωσιά, η προχειρότητα και ο αυτοσχεδιασμός, κατά κανόνα αποτυχημένος. Θεωρώ ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας μαθηματικά δομημένης προσωπικότητας.
Πρώτα όμως συνάντησα τη μουσική. Τεσσάρων χρονών. Αφενός η γλυκύτατη θεία Ηλέκτρα, σπουδαία πιανίστα, αφετέρου το αστικό περιβάλλον της οικογένειας, με τους δίσκους των 78 στροφών και τις συμφωνίες του Μπετόβεν και του Σούμπερτ να ηχούν καθημερινά στο σπίτι, δημιούργησαν το πρώτο αγκωνάρι εντός μου. Επαιζα πιάνο καθημερινά σαν παλαβός. Ημουνα 7 χρονών όταν έγραψα το πρώτο μου κομμάτι. Μια σουίτα για πιάνο. Βυθιζόμουνα στους ήχους και άρχισα να αυτοσχεδιάζω πάνω σε κλασικά θέματα. Το 1961 σε ηλικία 14 χρονών ήμουνα προ του πτυχίου του πιάνου.
Αλλά σχεδόν ταυτοχρόνως αγάπησα την ποίηση. Ηθικός αυτουργός ο πατέρας μου, που καθημερινά μετά τα βραδινά οικογενειακά δείπνα με έπαιρνε στην αγκαλιά του και μου διάβαζε Ελληνες ποιητές, μείζονες και ελάσσονες. Κι αυτό εξηγεί την προνομιακή θέση που έχει στη μουσική μου η μελοποιημένη ποίηση. Είτε αφορά το τραγούδι, είτε την κλασική, σύγχρονη και πειραματική δημιουργία μου.
Αλλά ο πατέρας μου ήταν μαθηματικός. Σπουδαίος δάσκαλος. Δίδαξε χιλιάδες μαθητές, όχι στη δημόσια εκπαίδευση, γιατί απολύθηκε σχεδόν αμέσως το 1946 λόγω πολιτικών φρονημάτων, έχοντας σε πολύ υψηλό επίπεδο το χάρισμα της μεταδοτικότητας. Ακόμα και σήμερα με πλησιάζουν μαθητές του για να με συγχαρούν για τον πατέρα μου και να μου πουν ότι αγάπησαν τα μαθηματικά εξαιτίας του. Και φυσικά αυτό συνέβη και με μένα. Στο Γυμνάσιο η Ευκλείδειος Γεωμετρία έγινε μόνιμη αγάπη μου. Καθημερινά ξενύχτια με τον κολλητό μου φίλο, τον Θόδωρο Παπαθεοδώρου, που δυστυχώς έφυγε νωρίς, σπουδαίο αργότερα καθηγητή στις ΗΠΑ και στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Ξενύχτια κυριολεκτικά αγκαλιά με το χοντρό βιβλίο των Ιησουιτών, που δεν είχε καμία σχέση με τη διδακτέα ύλη στο τότε Γυμνάσιο. Εντονη ερωτική σχέση μεταξύ Θόδωρου-Θάνου και Ιησουιτών. Μπαίνοντας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών η μουσική είχε υποχωρήσει αλλά υπήρχε εντός μου, έστω κοιμώμενη.
Και αγάπησα την αστρονομία που μετά εξελίχτηκε σε αγάπη για την κοσμολογία –ακόμα και σήμερα είμαι εξέχων «μαυροτρυπάς»- και όταν στο τρίτο έτος ήρθε μια φουρνιά νεαρών υφηγητών και καθηγητών από την Αμερική γοητεύτηκα από την τοπολογία και την αλγεβρική τοπολογία, πεδία άγνωστα τότε που δεν υπήρχαν στη διδακτέα ύλη του Πανεπιστημίου. Εξασφάλισα δύο υποτροφίες. Μία για το Παρίσι και μία για τις ΗΠΑ. Ομως ήταν τότε δικτατορία και εγώ αριστερός με έντονη δράση. Διαβατήριο γιοκ. Αλλά πρέπει να πω ότι η μουσική επανερχόταν εντός μου κατά κύματα. Πολλές μελοποιήσεις ποιημάτων κατά το διάστημα που φοιτούσα στο Πανεπιστήμιο καθώς και ξεκίνημα της επαγγελματικής μου δραστηριότητας, αρχικά ως πιανίστας στις μπουάτ της εποχής και μετά ως συνθέτης, με τον πρώτο μου δίσκο 45 στροφών σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη να εκδίδεται το 1969.
Δόκτωρ Τζέκιλ-Μίστερ Χάιντ δηλαδή.
Και η απόφαση για το τι θα κάνω στη ζωή μου πάρθηκε το 1969 λίγο πριν ξεκινήσω τις εξετάσεις για το πτυχίο των μαθηματικών. Πολύ δύσκολο εξάμηνο εκείνο.
Ξυπνούσα τη Δευτέρα, μουσική έλεγα.
Ξύπναγα την Τρίτη, μαθηματικά.
Τελικά αποφάσισα. Η μουσική θα είναι η ζωή μου. Ξεκίνησα αμέσως μαθήματα Ανώτερων Θεωρητικών και Μουσική του 20ού αιώνα με τον μοναδικό συνθέτη-δάσκαλο, τον Γιάννη Παπαϊωάννου. Για 1 ώρα μαθήματος με τον Παπαϊωάννου μελετούσα 60 ώρες την εβδομάδα χωρίς καμία υπερβολή. Σαν να έπρεπε να συμπτύξω τον χρόνο. Και είχα δίκιο, γιατί εγώ είχα μείνει στους κλασικούς και ρομαντικούς συνθέτες αλλά η μουσική στον 20ό αιώνα είχε κάνει τερατώδη άλματα. Μέσα σε όλα αυτά πήρα και το πτυχίο των μαθηματικών.
Στον 20ό αιώνα έγιναν μεγάλα άλματα και ανατροπές, σε όλους τους τομείς της επιστήμης, της τέχνης, και της κοινωνικής ζωής. Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν το 1905 και η κβαντομηχανική ήταν επανάσταση στη Φυσική, ενώ ο εξπρεσιονισμός, ο συμβολισμός, ο ντανταϊσμός, ο σουρεαλισμός φέρανε τα πάνω κάτω στην ποίηση και στη ζωγραφική. Οπως και ο Μπρεχτ βέβαια με τη θεωρία της αποστασιοποίησης άλλαξε τις μέχρι τότε αντιλήψεις για την αριστοτελική εκδοχή του θεάτρου. Η επανάσταση του 1917 στη Ρωσία μετά από 5 χιλιάδες χρόνια ταξικών κοινωνιών δημιούργησε την πιο απελευθερωμένη κοινωνία στη δεκαετία του 1920 συνταράσσοντας τον κόσμο. Η μουσική δεν μπορούσε να μείνει σε παλαιά μοτίβα πια.
Η δυτική μουσική έφτασε σε περιόδους τεράστιας ακμής αρχικά τον 15ο αιώνα με τους Φλαμανδούς αντιστικτικούς και περνώντας από το μπαρόκ με τον μεγαλοφυή Μπαχ συνέχισε με τις μέγιστες προσωπικότητες Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Σούμαν, Μπραμς, Μάλερ, Βέρντι, Βάγκνερ, κλείνοντας τον κύκλο της τονικότητας που ήταν για 300 χρόνια η βάση της.
Κι έτσι «εξ ανάγκης» προκύπτει ο Γερμανός Αρνολντ Σένμπεργκ που γράφει το 1904 το συμφωνικό έργο «Πελλέας και Μελισσάνθη» (δεν αναφέρομαι στην όπερα του Ντεμπισί), ένα ακραίο ατονικό έργο, ιδιοφυές κατά τη γνώμη μου που τότε χαρακτηρίστηκε χαοτικό. Ο Σένμπεργκ επηρεάστηκε από την κριτική αλλά ταυτοχρόνως είχε την ανάγκη να ανακαλύψει νέους κανόνες που θα αντικαθιστούσαν τη μέχρι τότε τονική μουσική. Θέλει οπωσδήποτε να βρει μια δομή στέρεη με νέους κανόνες. Και 19 χρόνια αργότερα, το 1923, προτείνει το δωδεκαφθογγικό σύστημα, με συνοδοιπόρους τούς μαθητές-συνεργάτες του Αντον Βέμπερν, Αλμπαν Μπεργκ. Κατοπινός μαθητής του και ο δικός μας Νίκος Σκαλκώτας. Η μουσική αρχίζει να αλλάζει καθοριστικά. Οχι εύκολα βεβαίως γιατί υπήρχαν σπουδαίοι συνθέτες που δεν ακολουθούσαν τις ιδέες του Σένμπεργκ αλλά διέπρεπαν. Δικαίως, θα έλεγα εκ των υστέρων. Ντεμπισί, Στραβίνσκι, Μπάρτοκ, Προκόφιεφ, Σοστακόβιτς.
Ομως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο με τα 50 εκατομμύρια νεκρούς, την πρωτοφανή αυτή αιματοχυσία και τα αδιέξοδα του διεθνούς καπιταλισμού –γιατί ο ναζισμός παιδί του καπιταλισμού ήτανε και είναι- υπήρξε η τάση να ανατραπούν τα πάντα και στο εποικοδόμημα που ανήκει η τέχνη.
Ο Σένμπεργκ μόλις είχε πεθάνει αλλά μια σειρά νέων μουσικών με ισχυρή προσωπικότητα μαζεύτηκαν το 1950 στο Ντάρμσταντ, κάνουν σημαία τους τον δωδεκαφθογγισμό και τον σπρώχνουν στα έσχατα όριά του. Σειραϊσμός, πολυσειραϊσμός, αλεατορισμός. Μπροστάρηδες ο Μπουλέζ, ο Μπέριο, ο Νόνο, ο Στοκχάουζεν, λίγο αργότερα, η Πολωνική Σχολή. Πλήρης απελευθέρωση, τα πάντα επιτρέπονται. Τα πάντα;
Οχι, βέβαια. Ετσι και υπήρχε ίχνος ή μυρωδιά τονικότητας ήσουνα αποδιοπομπαίος τράγος. Και αυτό ακριβώς το γεγονός υπονόμευσε ιστορικά αυτή την προσπάθεια. Χιλιάδες έργα βασίστηκαν στην πρωτοτυπία μιας αρχικής νέας ιδέας. Και χάθηκαν στα χρόνια που ακολούθησαν. Ελάχιστα έργα έπαιξαν ρόλο και ακόμα πιο ελάχιστα μείνανε και καταγράφηκαν στην ιστορία της μουσικής.
Υπήρξε και η τάση να γράφονται έργα που ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να εκτελεστούν με το πρόσχημα ότι ο εκτελεστής πρέπει να ξεπερνά τα όριά του. Αυτό είναι σωστό στην τέχνη αλλά τις περισσότερες φορές ήταν καθαρά προσχηματικό. Ο Ξενάκης το 1975 μου είχε πει για ένα έργο του για πιάνο, διάρκειας 5 λεπτών, ότι είναι υπερήφανος γιατί ο πιο μεγάλος δεξιοτέχνης πιανίστας εκείνη την εποχή, ο Ιάπωνας Γιούτζι Τακαχάσι, χρειάστηκε να το μελετήσει 3 μήνες επί 12 ώρες την ημέρα. Η μουσική έμενε έτσι στο ράφι.
Παρασύρθηκα ώς ένα βαθμό κι εγώ τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70 από τέτοιες ιδέες. Τρία από τα πρώτα έργα μου εκείνης της εποχής δεν έχουν εκτελεστεί και ούτε θα εκτελεστούν ποτέ. Ομως συνήλθα γρήγορα και ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι ο άλλος μου εαυτός (Δόκτωρ Τζέκιλ-Μίστερ Χάιντ είπαμε) εξακολουθούσε να μελοποιεί ποίηση και να γράφει τραγούδια που σύντομα άρχισαν να εκδίδονται.
Στη δεκαετία του ’50 γίνονται επίσης οι πρώτες προσπάθειες διασύνδεσης της μουσικής με τα μαθηματικά. Η πρώτη περίπτωση αφορά τον Ιάνη Ξενάκη και η δεύτερη τον Αμερικανό θεωρητικό και συνθέτη Λιτζάρεν Χίλερ. Δεν θα ασχοληθώ εδώ με τις θεωρίες αυτές, υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία. Ούτε θα τις αντικρούσω θεωρητικά. Ακόμα και αν -όπως στην περίπτωση του Ξενάκη- δεν είναι αυθαίρετες οι αναλογίες σε συναρτήσεις και μουσικά στοιχεία, το να μεταθέτεις την παραγωγή ενός μουσικού έργου από την τέχνη της μουσικής στο πεδίο της επιστήμης και να φτάνεις στο μουσικό αποτέλεσμα μέσω της λύσης κάποιων εξισώσεων, αυτό είναι για μένα άνευ νοήματος.
Ποιος είναι συνθέτης και ποιος δεν είναι τα τελευταία 800 χρόνια στη συγκεκριμένη συγκυρία του homo sapiens. Πέραν του ταλέντου –που προσδιορίζεται μόνο εκ του αποτελέσματος– και των γνώσεων υπάρχουν δύο βασικές προϋποθέσεις:
Να αναπτύσσεις μία μουσική ιδέα που έχεις για μια συγκεκριμένη φόρμα που επιλέγεις, σε κείνον ακριβώς τον χρόνο που η ίδια η μουσική ιδέα απαιτεί για τη συγκεκριμένη φόρμα. Αν δηλαδή απαιτούνται 3 περίπου λεπτά και συ την αναπτύξεις σε 7 λεπτά, είσαι σχοινοτενής και κουράζεις αφάνταστα. Αν το κάνεις σε 1 λεπτό, είσαι «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε».
Αυτό που γράφεις στο χαρτί πρέπει να μπορείς να το ελέγχεις απολύτως και να το ακούς ηχητικά πριν εκτελεστεί. Κι όχι όταν εκτελείται να μην ξέρεις αν είναι αυτό που έγραψες.
Περιπτώσεις σαν του Ξενάκη δεν ελέγχουν τίποτα από το υλικό τους.
Η δεύτερη πιο διαδεδομένη προσέγγιση είναι αυτή με τη συμβολή και τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Τότε που ο υπολογιστής έπιανε ένα ολόκληρο δωμάτιο, ο Λιτζάρεν Χίλερ και κάποιοι μαθητές του, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ξεκίνησαν αυτή την ιστορία. Επιστρατεύτηκε η θεωρία των πιθανοτήτων, η θεωρία των παιγνίων και επίσης η εισαγωγή ολόκληρων τμημάτων ήδη γραμμένων μουσικών έργων από γνωστούς συνθέτες, ακόμα και από τους κλασικούς.
Αλλαζαν τεχνικά κάποια μουσικά στοιχεία (ρυθμός, διαστήματα κ.λπ.) με αποτέλεσμα τη δημιουργία χιλιάδων «έργων» χωρίς συναίσθημα, χωρίς ψυχή και χωρίς καμία μουσική διαδικασία. Μόνο παιχνίδια του μυαλού. Δυστυχώς προέκυψαν οφέλη για όλους αυτούς, θέσεις πανεπιστημιακές, συμμετοχές σε φεστιβάλ, οικονομική άνεση κ.ά. Από τη στιγμή όμως που έργο δεν παρήχθη, το μέλλον δεν τους ανήκει.
Υποστηρίζω ότι σαφώς υπάρχει σχέση μεταξύ μαθηματικών και μουσικής, σχέση σε βάθος, σχέση ουσίας. Και αφορά τη δομή της οργανωμένης φόρμας στη μουσική που δεν χρειάζεται μετάφραση σε μαθηματικά σύμβολα και εξισώσεις ούτε λύσεις μαθηματικών προβλημάτων για να παράξουμε ηχητικό αποτέλεσμα.
Αλλά όταν τρέχει μια παρτιτούρα και έχουμε, για παράδειγμα, ενέργειες σε ψηλές ηχητικές περιοχές (π.χ. από φλάουτα και βιολιά), μας χρειάζεται στην επόμενη σελίδα οι ενέργειες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο να μεταφερθούν σε χαμηλές ηχητικές περιοχές (π.χ. κόντρα μπάσα, τρομπόνια κ.λπ.) ή οι ρυθμικές σχέσεις των εγχόρδων να απαντηθούν από ίδιες ρυθμικές σχέσεις των πνευστών. Ετσι δημιουργούνται ακολουθίες με συγκεκριμένες αναλογίες για να δημιουργηθεί μια φόρμα συμπαγής με στέρεη δομή. Αλλά αυτή η διαδικασία δεν πρέπει να είναι επιφανειακή, πρέπει να την περιέχει ο συνθέτης εντός του. Και αυτά που σας λέω προκύπτουν από τη μελέτη έργων μεγάλων συνθετών του παρελθόντος.
Αλλά επίσης ο συνθέτης πρέπει να είναι λιτός. Θυμάμαι τον μακαρίτη τον πατέρα μου, όταν μου έβαζε μια άσκηση για να λύσω.
- Πατέρα, την έλυσα.
Την κοίταγε και μου έλεγε:
- Ωραία, 15 με άριστα το 20.
- Γιατί, ρε πατέρα, αφού την έλυσα σωστά.
- Σου είπα να πας από την Πάτρα στην Αθήνα και συ πήγες μέσω Θεσσαλονίκης. Μην ξεχνάς ποτέ ό,τι κι αν κάνεις στη ζωή σου την πιο κομψή λύση.
Ο,τι ισχύει στα μαθηματικά, ισχύει και στη μουσική. Το timing της μουσικής ιδέας που λέγαμε. Και από μαθηματική άποψη η τέλεια εκδοχή είναι οι φούγκες του Μπαχ και ας μην ήξερε ο Μπαχ να λύνει εξισώσεις.
Αν υπολογίσει κανείς ότι έτος μηδέν της μουσικής μου πορείας είναι τα 4 μου χρόνια, πορεύομαι 67 χρόνια βυθισμένος στους ήχους. Λατρεύω να γράφω μουσική, να παίζω μουσική, να ακούω μουσική. Τα 50 από αυτά είναι επαγγελματικά χρόνια. Μελοποιώ μεγάλους ποιητές, αποκαλύπτοντας τα «κρυμμένα» που κάθε μεγάλο ποίημα περιέχει εντός του. Γιατί τότε μόνο αξίζει η μελοποίηση. Γιατί αλλιώς μετατρέπεται σε υπόκρουση και γίνεται απλός μεταφορέας του κειμένου.
Αυτοσχεδιάζω στο πιάνο, γιατί το απρόβλεπτο πρέπει να έχει πάντα θέση στη μουσική μου. Αλλιώς ενεδρεύει η τυποποίηση, που είναι ο θάνατος της τέχνης αλλά και της ίδιας της ζωής. Ετσι κι αλλιώς είμαι εχθρός του καπιταλισμού, που μία από τις βάσεις του είναι η τυποποίηση και η εμπορευματοποίηση σε πολλές μορφές της ζωής μας, γιατί αυτό τον βοηθάει στην εμπέδωση της κυριαρχίας του.
Πορεύομαι στη ζωή μου με την αγάπη των δικών μου ανθρώπων, της οικογένειάς μου, των συναδέλφων μου και όλων ανεξαιρέτως των συνεργατών μου, των στενών μου φίλων. Ολοι αυτοί είναι μια μεγάλη αγκαλιά κι ένα τείχος προστασίας.
Αλλά αυτό που μου συμβαίνει τα τελευταία χρόνια είναι πρωτοφανές. Χιλιάδες άνθρωποι που με γνώρισαν μέσα από τη μουσική και τα τραγούδια μου, που περπάτησαν κρυφά ή φανερά μαζί μου, τρεις τουλάχιστον γενιές, από 15ρηδες μέχρι και μεγαλύτεροί μου, που ερωτεύτηκαν με τα τραγούδια μου, που αγωνίστηκαν με αυτά, που όπως μου λένε «σκεφτόμαστε αλλιώς με τον Μπρεχτ και τον Καββαδία σου πια», μου στέλνουν καθημερινά κατά κύματα την αγάπη τους και τον θαυμασμό τους, ουσιαστικά και σε βάθος. Δεν έχει να κάνει αυτό με συναισθήματα συγκυριακά και στιγμιαία. Είναι διαρκές.
Το ότι γεύτηκα αυτό ακριβώς εν ζωή είναι μοναδικό, με συγκινεί βαθύτατα και με κάνει ευτυχισμένο. Και με υποχρεώνει να συνεχίσω έτσι μέχρι τέλους.
Το μόνο που με στενοχωρεί είναι ότι δεν φαίνεται ότι θα δω την εκκίνηση για τη μετάβαση σε μια άλλη κοινωνία. Στη μοναδική κοινωνία που θα επιτρέψει στον άνθρωπο να αυτοπραγματωθεί. Δηλαδή, όπως είπε ο μεγαλοφυής Κάρολος, σ’ αυτήν που ο ποιητής θα ψαρεύει και ο ψαράς θα γράφει ποιήματα. Αλλά παρ’ όλη τη βαρβαρότητα και το σκοτάδι μέσα στο οποίο ζούμε, θα συνεχίσω μέχρι τέλους να την ονειρεύομαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου