KAINOTOPIO

KAINOTOPIO

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

Ζαν-Κλοντ Καριέρ


 

Εγινε διάσημος κι ας ήταν σεναριογράφος

Βένα Γεωργακοπούλου

 

Κορυφαία προσωπικότητα του παγκόσμιου σινεμά, που αναγνωρίστηκε και στα Οσκαρ, με τεράστιο έργο και συνεργασίες με τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες, από τον Μπουνιουέλ, τον Πίτερ Μπρουκ και τον Σλέντορφ μέχρι τον Βάιντα και τον Χάνεκε, πέθανε στα 89 του χρόνια.

Nα τον πεις σεναριογράφο, συγγραφέα και δραματουργό είναι πολύ λίγο. Ο Ζαν-Κλοντ Καριέρ, που πέθανε στον ύπνο του τη Δευτέρα, σε ηλικία 89 χρόνων, ήταν πέρα και πάνω από ετικέτες, ήταν η πεμπτουσία του παραμυθά, που έπαιρνε τις λέξεις, σύγχρονες και αρχαίες, γαλλικές, αγγλικές ή σανσκριτικές, για να δημιουργήσει τις εικόνες της σύγχρονης εποχής σε κινηματογράφο, τηλεόραση, σκηνή.

Για να δώσει μορφή και συνοχή, αλλά και να πυροδοτήσει τις εμπνεύσεις άλλων, των μεγαλύτερων, από τον Μπουνιουέλ μέχρι τον Πίτερ Μπρουκ. Μια ζωή γεμάτη δουλειά και απίστευτο σε όγκο έργο, πάνω από 150 ταινίες. «Hσουν ο αρχηγός, ο καλύτερος Γάλλος σεναριογράφος όλων των εποχών», δήλωσε αποχαιρετώντας τον ο πρώην διευθυντής των Κανών, Ζιλ Ζακόμπ. Ενώ η ανεκτίμητη προσφορά του στο σινεμά αναγνωρίστηκε το 2014 με ένα τιμητικό Οσκαρ. Κι ας έλεγε ο ίδιος, «αν θες να γίνεις διάσημος, μη γίνεις ποτέ σεναριογράφος».

Σηκώνοντας το χρυσό αγαλματάκι, ο σεναριογράφος του Μπουνιουέλ, του Φόρμαν, του Σλέντορφ, του Χάνεκε, του Γκοντάρ, του Μαλ, του Βάιντα και τόσων άλλων είχε πει: «Ολοι οι σκηνοθέτες μού δίδαξαν κάτι και είναι πάντα κοντά μου, ακόμα κι αυτή τη στιγμή.

Οταν δουλεύω ακούω τις φωνές τους στο κεφάλι μου. Πολύ συχνά οι σεναριογράφοι λησμονούνται ή αγνοούνται. Διασχίζουν την ιστορία του κινηματογράφου σαν σκιές. Τα ονόματά τους σπάνια αναφέρονται στις κριτικές. Κι όμως, είναι κινηματογραφιστές.Γι' αυτό αφιερώνω αυτό το ανεκτίμητο αγαλματάκι σε όλους τους συναδέλφους μου, αυτούς που ξέρω κι αυτούς που δεν ξέρω, σε κάθε άκρη του κόσμου».

Από το 1961 μέχρι το 2020 ο Καριέρ έζησε μια απίστευτη σε συγγραφικές εμπειρίες ζωή. Κι όμως την ξεκίνησε το 1931 στο Κολομπιέρ-σιρ-Ορμπ της νοτιοδυτικής Γαλλίας σε μια οικογένεια οινοπαραγωγών, σε μια φάρμα χωρίς τρεχούμενο νερό και χωρίς καθόλου βιβλία.

Μέχρι τα 13 του χρόνια μίλαγε οξιτανικά! Οταν οι γονείς του ανέλαβαν τη λειτουργία ενός καφενείου στο Παρίσι, ο Καριέρ, διψασμένος για μάθηση και με μια τρομακτική έφεση στη γλώσσα, πέρασε με διάφορες υποτροφίες από τα πιο εκλεκτά σχολεία και κατέληξε με πτυχίο Ιστορίας και Γλώσσας. Εβγαλε ένα μυθιστόρημα το 1957, αλλά γρήγορα ο κινηματογράφος μπήκε στο διάβα του.

Ο Ζακ Τατί τον κάλεσε να μετατρέψει σε μυθιστορήματα ταινίες του, όπως τις «Διακοπές του κυρίου Ιλό» και «Ο θείος μου». Κι αυτός συνδέθηκε με τον βοηθό του, Πιερ Ετέξ, άλλη μεγάλη κωμική φυσιογνωμία του γαλλικού σινεμά, και γύρισαν μαζί μικρού μήκους ταινίες -κέρδισαν μάλιστα και Οσκαρ για την ταινιούλα τους «Heureux Anniversaire»- ενώ του έγραφε τα σενάρια για τις μεγάλες του.

Ο Ζαν-Κλοντ Καριέρ με τον Λουι Μπουνιουέλ

Το 1963 ήταν χρονιά-σταθμός της ζωής του. Αρχίζει η σχέση του με τον μέγα Ισπανό σουρεαλιστή Λουίς Μπουνιουέλ, ο οποίος έψαχνε κάποιον να διασκευάσει σε σενάριο το μυθιστόρημα του Οκτάβ Μιρμπό «Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας», που θα γινόταν η πρώτη γαλλική ταινία του. Οι δυο άντρες έδεσαν. Φίλοι, συνένοχοι και συνδημιουργοί για δεκαεννέα ολόκληρα χρόνια. Δεν ξαναχώρισαν ποτέ, μέχρι τον θάνατο του Μπουνιουέλ.

Ο Καριέρ κέρδισε υποψηφιότητα για Οσκαρ σεναρίου με την «Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» (που πήρε το 1972 Οσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας) και το «Σκοτεινό αντικείμενο του πόθου» (1977). Πρόσθεσε στους κινηματογραφικούς μας μύθους την «Ωραία της ημέρας». Και χωρίς αυτόν ο Μπουνιουέλ δεν θα είχε γράψει την ανεκτίμητη στους σινεφίλ αυτοβιογραφία του «Η τελευταία πνοή».

Από 'κεί και πέρα δεν έχει τέλος η φιλμογραφία του, οι ταινίες που υπέγραφε και σάρωναν τα βραβεία, οι ρόλοι που χάρισε σε υποκριτικά θηρία. Εγραψε για τον Μίλος Φόρμαν («Τaking off», «Βαλμόν» κ.ά.). Για τον Φόλκερ Σλέντορφ [το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο» τους (1979) κέρδισε Χρυσό Φοίνικα και Ξενόγλωσσο Οσκαρ].

Για τον Βάιντα («Νταντόν», κορυφαία στιγμή του Ντεπαρντιέ). Διασκεύασε για το σινεμά το αριστούργημα του Κούντερα «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» (1988) για χάρη του σκηνοθέτη Φίλιπ Κάουφμαν, με τον νεαρό Ντάνιελ Ντέι Λιούις και τη Ζιλιέτ Μπινός, που έγινε παγκόσμια επιτυχία. Ο Χάνεκε σήκωσε τον Χρυσό Φοίνικα το 2009 με τη «Λευκή κορδέλα», στην οποία ο Ζαν-Κλοντ Καριέρ ήταν σύμβουλος σεναρίου. Εγραψε ακόμα για τον Γκοντάρ, για τον Ζακ Ντερέ («Πισίνα» με Αλέν Ντελόν-Ρόμι Σνάιντερ).

Κι άλλη παγκόσμια επιτυχία του, ο «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» του Ζαν-Πολ Ραπενό (1990). Δούλευε ασταμάτητα, από τις πιο πρόσφατες δουλειές του είναι το biopic του Βαν Γκογκ «Στην πύλη της αιωνιότητας» του Τζούλιαν Σνάμπελ (2018) με τον Γουίλεμ Νταφόε, αλλά και το θρίλερ «Birth» με τη Νικόλ Κίντμαν.

Κρατήσαμε για το τέλος την ύψιστη θεατρική του στιγμή. Διασκεύασε για τη σκηνή και τον φίλο και στενό του συνεργάτη Πίτερ Μπρουκ το ινδικό έπος «Μαχαμπαράτα». Το μετέφραζε επί χρόνια από τα σανσκριτικά. Οταν πρωτοπαρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 1985 στην Αβινιόν, μπροστά σε ένα έκθαμβο επί εννέα ώρες πλήθος, ο Καριέρ είχε πει: «Παρακολουθώντας το, ξέχασα ότι εγώ το είχα γράψει, ήταν μία από τις μεγαλύτερες χαρές της καριέρας μου».

https://www.efsyn.gr/tehnes/sinema/280823_egine-diasimos-ki-itan-senariografos 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...