Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από την
παρέμβαση του Γάλλου φιλοσόφου Ζαν-Λικ Νανσί στον διαδικτυακό κύκλο
συνεντεύξεων με στοχαστές «Prendiamola con Filosofia»
Σήμερα κάθε
λόγος, είτε επιστημονικοτεχνικός ή πολιτικός είτε φιλοσοφικός ή ηθικός,
καταδεικνύει την αδυναμία του. Δεν διαθέτουμε απόλυτες βεβαιότητες ούτε ένα πρόγραμμα
δράσης ή στοχασμού στο οποίο να καταφύγουμε. Δεν διαθέτουμε μια θεώρηση του
κόσμου, καθώς δεν υπάρχει ένας ορατός κόσμος, ούτε μια προοπτική του μέλλοντος,
επειδή κανείς δεν γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί η πανδημία. Δεν είμαστε βέβαιοι
παρά μόνο για ένα πράγμα: για τις πελώριες οικονομικές και οικολογικές δυσκολίες
που μας περιμένουν στο τέλος αυτής της περιόδου. Ούτε όμως και η ταχύτητα, με
την οποία η πανδημία καθαρίζει τον αέρα των περιοχών που παραλύει, κατορθώνει
να μας υποδείξει πώς να βρούμε έναν νέο τεχνικό και βιομηχανικό προσανατολισμό.
Ακούμε να επαναλαμβάνεται δεξιά και αριστερά ότι ένα
ολόκληρο σύστημα φανερώνει τις ρωγμές του. Ορισμένοι έγραψαν στους τοίχους ότι
«ο ιός είναι ο καπιταλισμός». Μίλησαν για «καπιταλο-ιό» ακριβώς όπως μίλησαν
και για «κομμουνο-ιό» (εννοώντας κατά βάθος το ίδιο πράγμα). Σαν να είχαμε βρει
μια νέα ενέργεια για να καταγγείλουμε τον παλιό εχθρό, που φαινόταν ότι έχει
θριαμβεύσει. Λες και προφέροντας μόνο τη λέξη «καπιταλισμός» εξορκίζουμε τον
διάβολο. Ετσι όμως κινδυνεύουμε να λησμονήσουμε ότι αυτός ο διάβολος είναι στην
πραγματικότητα πολύ παλιός και ότι υπήρξε η κινητήρια δύναμη του νεότερου
κόσμου. Εχει τουλάχιστον εφτά αιώνες ζωής, ίσως και περισσότερους.
Εδώ και πολύ
καιρό, η απεριόριστη παραγωγή αγοραίας αξίας είναι η κινητήρια δύναμη της
κοινωνίας και, με μιαν ορισμένη έννοια, ο λόγος ύπαρξής της. Τα
αποτελέσματα ήταν μεγαλειώδη. Ενας νέος κόσμος αναδύθηκε. Ισως αυτός ο κόσμος
και ο λόγος ύπαρξής του πρόκειται να χαθούν, χωρίς όμως να μας προσφέρουν κάτι
με το οποίο να τους αντικαταστήσουμε.
Το 1865,
κάποιος κύριος Γκοντέν, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «χημικός φιλόσοφος», μπορούσε
να γράφει: «Η εποχή μας είδε να αναδύεται ένα πλήθος ασθενειών που ήταν
άγνωστες στους προγόνους μας. Είναι όμως πολύ πιθανό αυτές οι ασθένειες, που
κάποτε ήταν τοπικές, να διαδίδονται χάρη στη συχνότητα και την ταχύτητα των
επικοινωνιών, που συνδέουν σήμερα τους πιο μακρινούς τόπους». Μέσα σε λιγότερο
από δύο αιώνες, η πρόοδός μας επιβεβαιώνει και ενισχύει αυτήν την υπόθεση.
Αυτή η πρόοδος μας έδωσε το αεροπλάνο, τον πύραυλο, το
άτομο, το ψυγείο, τον βακελίτη, την πενικιλίνη και την κυβερνητική. Ταυτόχρονα
κατέστησε ολόκληρο τον κόσμο έρμαιο της αγοράς και της βαθμιαίας διεύρυνσης της
διαφοράς ανάμεσα σε έναν πλούτο που αυξάνεται από μόνος του και στη φτώχεια που
παράγει η ανάπτυξη σαν κατάλοιπο ή μάλλον σαν απόρριμμα. Στην πορεία αυτής της
ίδιας προόδου, η κοινωνία αποστερήθηκε από όλο εκείνο τον ιεραρχικό μηχανισμό,
ο οποίος καθιστούσε δυνατή τη νομιμοποίηση της εξουσίας των μεν πάνω στους δε ή
τη δικαιολόγηση ποινών και ανταμοιβών με βάση μιαν ιδέα φυσικής ή υπερφυσικής
δικαιοσύνης.
Οι άνθρωποι
έγιναν ίσοι σε δικαιώματα και έτσι οι ανισότητες έγιναν απαράδεκτες, καθώς σιγά
σιγά η πρόοδος τις επιδείνωνε. Ο ιός, που διαδίδεται σύμφωνα με τις
κατευθύνσεις και τους ρυθμούς της παγκόσμιας κυκλοφορίας των εμπορευμάτων
(μέρος της οποίας είναι και οι άνθρωποι), μεταβιβάζεται μέσω μιας μετάδοσης
πολύ πιο αποτελεσματικής από εκείνη των δικαιωμάτων.
Με μιαν ορισμένη έννοια, καταργεί τις διαφορές. Σκοτώνει
με τον ίδιο τρόπο τον Μανού Ντιμπάνγκο και τη Μαργκερίτ Ντεριντά. Μας θυμίζει
έτσι το κυρίαρχο δικαίωμα που ο θάνατος ασκεί πάνω στη ζωή, καθώς αποτελεί
μέρος της ζωής. Αυτό το δικαίωμα είναι εκείνο που νομιμοποιεί, σε τελική
ανάλυση, το ίδιο δικαίωμα όλων στην ύπαρξη.
Το γεγονός ότι είμαστε θνητοί είναι ίσως ακριβώς εκείνο
που μας καθιστά ίσους. Υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες η πανδημία να ρίξει νέο φως
στις ανισότητες του τωρινού κόσμου. Επειδή, μολονότι ο ιός αυτός καθεαυτόν δεν
κάνει καμιά κοινωνική επιλογή, είναι ωστόσο προφανές ότι η προστασία από τη μόλυνση
εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις συνθήκες ζωής, που μπορεί να είναι λιγότερο ή
περισσότερο ευνοϊκές στην πρόληψη.
Μέχρι τώρα ο ιός έπληξε κυρίως τον πληθυσμό των πόλεων
και ιδιαίτερα τις κοινωνικές ομάδες που ταξιδεύουν πολύ –για επιχειρήσεις, για
μελέτη, για απόλαυση. Γι’ αυτές τις ομάδες είναι σχετικά απλό να απομονωθούν
στα διαμερίσματα στα οποία ζουν ή και σε μια δεύτερη κατοικία. Αλλά στις
συνθήκες ζωής της Γάζας, των βραζιλιάνικων φαβέλας ή μεγάλου μέρους του ινδικού
πληθυσμού –για να περιοριστούμε σε αυτά τα παραδείγματα- μπορούμε να φοβόμαστε
τα χειρότερα. Στις περιφέρειες των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων το φαινόμενο είναι
ήδη αισθητό, όπως είναι και στα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Ο ιός «φτάνει αεροπορικώς με τους πλούσιους και πηγαίνει
να εξαπλωθεί στους φτωχούς», όπως δήλωσε ένας συνεργάτης του υπουργείου Υγείας
της Βραζιλίας. Ολα συνοψίζονται στο ερώτημα: Αν δεν υπάρχει νερό, πώς να
πλένεις τα χέρια σου πολλές φορές τη μέρα; Η οικονομική δραστηριότητα έχει
πληγεί σε όλα τα επίπεδα, αλλά υπάρχει σημαντική διαφορά ανάμεσα στην
πολυεθνική, τον μικροεπιχειρηματία και τον λούστρο στον δρόμο. Η ιδέα ενός
«καθολικού» εισοδήματος επανέρχεται επίμονα ως απάντηση στον νοσηρό εξισωτισμό
του ιού.
Σε κάθε
περίπτωση, όποια και αν είναι τα τεχνικά μέτρα που θα υιοθετηθούν στο προσεχές
μέλλον, θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να θέτουν υπό αμφισβήτηση το επαίσχυντο
χάσμα μεταξύ των εισοδημάτων, που παρατηρούμε εδώ και πολύ καιρό. Και αυτό δεν
ισχύει μόνο για την περίοδο της πανδημίας. Πρέπει να ισχύσει για όλο το διάστημα
της ανάκαμψης, της αναγέννησης, της ανασυγκρότησης και της ανανέωσης, που θα
πρέπει να επέλθουν όταν βγούμε από την καραντίνα. Συνήθως αρκούμαστε να
αποφαινόμαστε για το τι θα πρέπει να κάνουμε ή να προβλέπουμε τι θα συμβεί.
Η πρόβλεψη είναι αναγκαία, αλλά υποχρεωτικά είναι πάντοτε
περιορισμένη και ευάλωτη. Εκείνο που μετράει, αντίθετα, είναι το παρόν. Τώρα,
εν μέσω του φόβου και της θλίψης, οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν γνωρίζουμε τι
θέλουμε· αν έχουμε κατανοήσει (θα έπρεπε να το έχουμε κατανοήσει) ότι είναι η
ίδια η αρχή του τεχνο-καπιταλιστικού πολιτισμού μας αυτή που έχει τεθεί υπό
αμφισβήτηση· αν έχουμε κατανοήσει (θα
έπρεπε να το έχουμε κατανοήσει) ότι η ισότητα δεν είναι ευγενής ουτοπία αλλά
υπαρξιακή ανάγκη, ότι το αποτέλεσμα της αγοραίας ισοτιμίας είναι μια έξαλλη
βαναυσότητα, εκείνη που ο Μαρξ αποκαλούσε, με τα λόγια του Λουκρήτιου, mors immortalis του κεφαλαίου· και ότι συνεπώς στη λέξη «κομμουνισμός»
-έστω και αν λείπει μια αληθινή πραγμάτωσή της στην Ιστορία που μας έφερε ώς
εδώ- έχει εναποτεθεί το βαθύτερο νόημα της αντίστασης στην αυτοκαταστροφή μας.
Ο Μαρξ έλεγε
ότι αυτός ο κόσμος στερείται πνεύματος (λέξη που μας φαίνεται ύποπτη ή ακόμη
και χωρίς νόημα). Αλλά το πνεύμα σημαίνει και την αναπνοή, αυτή που μας κάνει
να ζούμε. Η αναπνοή είναι ακριβώς αυτή που πλήττεται από τον κορονοϊό. Οφείλουμε πολύ
απλά να μάθουμε εκ νέου να αναπνέουμε και να ζούμε. […]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου