Παρορμούμενος από τους αφορισμούς του Karl Kraus άρχισα να ξαναδιαβάζω τις αφοριστικής χροιάς «Σκέψεις» του Giacomo Leopardi (1798-1837). Ο Giacomo Leopardi θεωρείται ο σημαντικότερος ιταλός ποιητής μετά τον Πετράρχη και τον
Τορκουάτο Τάσσο. Εκτός από την ποίηση ασχολήθηκε και με επιστημονικά,
φιλοσοφικά και φιλολογικά θέματα. Το «Μικρά ηθικά έργα» του στην εποχή του
αναγνωρίστηκε για το έξοχο ύφος του αλλά σκανδάλισε με το αντικαθολικό
περιεχόμενό του. Ο ποιητής, φιλάσθενος από μικρός, θα πεθάνει σε ηλικία 39 ετών. Οκτώ χρόνια μετά
τον θάνατο του, ο ομότεχνός και φίλος του Αντόνιο Ρανιέρι δημοσίευσε τη φιλοσοφική
διαθήκη του ποιητή, τις περίφημες «Σκέψεις» του, που αποτελούν ένα σύνολο
παρατηρήσεων, 111 συνολικά, σχετικά με την ανθρώπινη ψυχολογία και την
κοινωνική συμπεριφορά. Τα κατωτέρω παραθέματα
από αυτό το βιβλίο προέρχονται από την έκδοση της «Opera» του 1993, σε μετάφραση Δημοσθένη Κούρτοβικ. Το βιβλίο
επανεκδόθηκε το 2008 με τον τίτλο «Στοχασμοί» από τις εκδόσεις «Ροές» σε μετάφραση
Κατερίνας Βασιλικού.
Πολύ συχνά οι νέοι νομίζουν ότι
γίνονται συμπαθητικοί με το να προσποιούνται τους μελαγχολικούς. Και ίσως η
μελαγχολία, όταν είναι προσποιητή, μπορεί να αρέσει για λίγο, προπαντός στις γυναίκες. Αλλά την αληθινή μελαγχολία όλος
ο κόσμος την αποφεύγει και μακροπρόθεσμα, μόνον η ευθυμία αρέσει και φέρνει
επιτυχία, όταν έχει κανείς να κάνει με τους άλλους, γιατί σε τελική ανάλυση,
αντίθετα με αυτό που φαντάζονται οι νέοι, ο κόσμος, και με το δίκιο του, δε
θέλει να κλαίει, αλλά να γελάει.
Ο χρόνος είναι μεγάλος γιατρός της
κακολογίας, ακριβώς όπως και κάθε λύπης. Αν ο κόσμος κατηγορεί κάτι στον τρόπο
δράσης μας, καλό ή κακό, εμείς δε χρειάζεται παρά να επιμείνουμε. Έπειτα από
λίγο καιρό, όταν το θέμα θα έχει εξαντληθεί, οι κακολόγοι θα το εγκαταλείψουν
για να αναζητήσουν νωπότερο υλικό. Και όσο πιο σταθερά και απτόητα συνεχίσουμε,
περιφρονώντας τις επικρίσεις των άλλων, τόσο γρηγορότερα αυτό που καταδικαζόταν
ή ξένιζε θα θεωρηθεί λογικό και κανονικό, γιατί ο κόσμος, που δεν πιστεύει ποτέ
ότι όποιος επιμένει έχει άδικο, θα αναθεωρήσει τελικά την άποψη του και θα μας αθωώσει.
Έτσι, συμβαίνει, πράγμα γνωστό άλλωστε,
να ζουν οι αδύναμοι άνθρωποι σύμφωνα με τη θέληση του κόσμου και οι δυνατοί σύμφωνα
με τη δική τους θέληση.
Η ειλικρίνεια μπορεί να ωφελήσει όταν είναι προσποιητή ή όταν,
εξαιτίας της σπανιότητας της, κανένας δεν πιστεύει σ’ αυτή.
Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τις προσβολές που κάνουν, αλλά για εκείνες
που υφίστανται. Επομένως, ο μόνος τρόπος για να κάνεις τους υβριστές να
ντραπούν είναι να τους ανταποδώσεις τα ίσα.
Οι συνεσταλμένοι δεν έχουν
λιγότερη φιλαυτία από τους αλαζόνες, έχουν μάλιστα περισσότερη, η ας πούμε πιο
εύτρωτη φιλαυτία και για αυτό φοβούνται: προσέχουν να μην πληγώσουν τους άλλους,
όχι επειδή τους σέβονται περισσότερο από όσο οι αναιδείς και οι τολμηροί, αλλά για να μην πληγωθούν και οι ίδιοι από αυτούς,
δεδομένου ότι κάθε πληγή τους προξενεί ακραίο πόνο.
Η επιθυμία μας να αναλωνόμαστε
σε δίκαιες υποθέσεις εδράζεται στη μεγάλη εκτίμηση που έχουμε για τον εαυτό μας.
Ο ασφαλέστερος τρόπος να
κρύβεις από τους άλλους τα όρια των γνώσεων σου είναι να μην τα υπερβαίνεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου